–Από τη μονογραφία: Μαθιουδάκης Γ.: Σημειώσεις στη Γεροντολογία και Γηριατρική, εκδόσεις Τεχνόγραμμα.
Παρατηρούμε αρκετά συχνά, ότι πρόσφατα συνταξιοδοτηθέντες λόγω γήρατος καταρρέουν, χάνουν το ενδιαφέρον τους για τη ζωή και περιμένουν, παθητικά, το θάνατο, ο ερχομός του οποίου φαίνεται ότι πραγματικά επισπεύδεται, μετά την έξοδό τους από την επαγγελματική δράση. "Το φαινόμενο αυτό ονομάστηκε ‘θάνατος από συνταξιοδότηση’ και αποδίδεται στον ψυχοσωματικό μαρασμό που υφίσταται ο συνταξιούχος, που τίθεται σε αναγκαστική αδράνεια και βλέπει τον εαυτό του παραγκωνισμένο, παρωχημένο, άχρηστο, αφού, με τη συνταξιοδότηση, τού στερείται η δυνατότητα να συνεχίσει να έχει ενεργό ρόλο στην παραγωγική διαδικασία της κοινωνίας
Κοινωνίες με υψηλές πολιτιστικές επιδόσεις απένειμαν σεβασμό, εκτίμηση, αγάπη και τιμές στους ηλικιωμένους συμπολίτες τους, θεωρώντας τους ιδιαίτερα πολύτιμα πρόσωπα στον οικογενειακό και ευρύτερο κοινωνικό χώρο. Στην αρχαία Ελλάδα το γήρας ήταν σεβαστό, οι ηλικιωμένοι δεν αποβάλλοταν από την ενεργό κοινωνική ζωή, ούτε αντιμετωπίζονταν με δυσφορία, ως "αδρανή φορτία", καθώς εκλαμβάνοντο ως αυτό που, πράγματι, είναι: ταμιευτήρες σοφίας και κοινωνικών εμπειριών, ενώ ασκούνται στο τελευταίο άθλημα, εκείνο της υπαρξιακής ολοκληρώσεως και της προετοιμασίας για το μεγάλο ταξίδι στο "επέκεινα". Τα ιατρικά προβλήματα του γήρατος περιγράφονται με ιδιαίτερη παρατηρητικότητα από τον Ιπποκράτη, ενώ ο Κικέρων παρέδωσε την πληρέστερη της εποχής του, διατριβή περί γήρατος, με τίτλο "De senectute", όπου προβάλλονται ως μέγιστες αξίες για τον γέροντα, η διατήρηση της αξιοπρέπειας, η αυτοκυριαρχία και η μεγαλοθυμία με την οποία πρέπει να αντιμετωπίζεται το τέλος της ζωής.
Στη σύγχρονη εποχή μας, αντίθετα, όπου ο κάθε κοινωνικός άνθρωπος διαβαθμίζεται με αποκλειστικά κριτήρια τη συνδρομή του στην παραγωγική διαδικασία και στις καταναλωτικές επιδόσεις, ο ηλικιωμένος αντιμετωπίζεται με δυσμένεια, καθώς η συγκομισθείσα σοφία και ο περιορισμός των σωματοψυχικών εφεδρειών αποθαρρύνουν τις αγοραίες επιδόσεις του. Είναι γνωστό, αντίθετα, ότι, λόγω των παθήσεων φθοράς, που αυξάνονται με την πάροδο της ηλικίας, ο ηλικιωμένος είναι κύριος καταναλωτής υπηρεσιών υγείας, που ολοένα περισσότερο απροκάλυπτα συγκεντρώνουν την δυσφορία του κράτους και την απροθυμία της κυρίαρχης πολιτικής ιδεολογίας να υποστηριχθούν.
Η συνταξιοδότηση αγγέλλει, πράγματι, μια απαλλαγμένη υποχρεώσεων περίοδο της ζωής, αλλά ταυτόχρονα παριστά μια βασανιστική διαδρομή, στην οποία εξυφαίνονται ψυχοκοινωνικές καταπιέσεις και οργανικές εκτροπές της υγείας, καθώς οι συνταξιούχοι αντιμετωπίζονται ως αδρανές κοινωνικό φορτίο, αποκομμένοι από την παραγωγική διαδικασία, στην οποία, εντούτοις, παραμένουν αποδοτικοί. Ο απότοκος συνταξιοδοτικής απραξίας μαρασμός κι εκφύλιση επάγει νοσογόνες διεγέρσεις, αύξηση του επιπολασμού χρόνιων παθήσεων και επιδείνωση διαφόρων παθήσεων φθοράς, μεταξύ των κοινωνικά αδρανοποιηθέντων λόγω συνταξιοδοτήσεως. Αποτέλεσμα αυτών είναι η συρρίκνωση της συντάξιμης ζωής των ηλικιωμένων.
Τελευταία, στη δημόσια διαβούλευση συζητείται το θέμα της αυξήσεως των ορίων συνταξιοδοτήσεως, για δημοσιονομικούς λόγους, ώστε να διορθωθεί η συνεχώς επιδεινούμενη δυσαναλογία της σχέσεως μεταξύ εργαζομένων και συνταξιούχων, που επιβαρύνει τα ασφαλιστικά Ταμεία και τα ωθεί σε αδυναμία να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους. Την παράταση των ορίων συνταξιοδοτήσεως (εκτός βαρέων και ανθυγιεινών επαγγελμάτων, ο ορισμός των οποίων εκκρεμεί –δυστυχώς ακόμη- στη χώρα μας) υπαγορεύει και η πρόθεση να μην αποστερηθεί η υπηρεσία όλη τη συγκομιδή πείρας και δεξιοτήτων που διαθέτει ο ηλικιωθείς εργαζόμενος.
Βέβαια, η παράταση των ορίων συνταξιοδοτήσεως αντιτείνεται στην αναζήτηση θέσεων εργασίας, από τους νέους, με, κατά τεκμήριο, καλύτερη εκπαίδευση και περισσότερες δεξιότητες, προκειμένου να περιορισθεί το αντικοινωνικό φαινόμενο της ανεργίας τους. Έτσι, η πολιτεία φαίνεται να υποκύπτει στα διλήμματά της: Από τη μια πλευρά αναζητούνται θέσεις εργασίας, για να διευκολυνθεί η σταδιοδρομία των νέων και από την άλλη, προκρίνεται μετάθεση των ορίων συνταξιοδοτήσεως, για να απαλυνθεί η φόρτιση από τη μαζική έξοδο των ηλικιωμένων, αλλά και για να αποτραπεί η πρώιμη ψυχοσωματική τους εκφύλιση. Διαμορφώνονται συνθήκες κοινωνικής αναταραχής, καθώς οι μεν άνεργοι υποκινούνται να μνησικακούν έναντι των εργαζομένων, επειδή δήθεν τους κλέβουν θέσεις εργασίας, και οι ηλικιωθέντες επειδή αισθάνονται εξωθούμενοι από τις πιέσεις της δυναμικότερης νέας γενιάς.
Σε χώρες με κοινωνική ευαισθησία και, ιδίως, χρηστή διαχείριση των κοινών τους, αντιλαμβάνονται την ανάγκη να διευκολύνουν τον επαγγελματικό προσανατολισμό των νέων, και την ανάγκη να παραμένουν ενεργοί πολίτες οι ηλικιωμένοι, έτσι που η ζωή των μεν να μην καταντάει σισύφεια, μια χωρίς σκοπό συγκομιδή πτυχίων, matsres και διδακτορικών διατριβών και των δε να μην καταδικάζεται στην πηνελόπεια προσμονή του θανάτου, με την πρώιμη έξοδό τους από την ενεργό δράση.
Παντού στην Ευρώπη έχουν –συγκρατημένα- αποδεχθεί τη σταδιακή αύξηση των ορίων συνταξιοδοτήσεως, που την συσχετίζουν με την αύξηση του προσδόκιμου επιβιώσεως και τους καλύτερους όρους διαβιώσεως, υγιεινής, προλήψεως οξέων και χρόνιων προβλημάτων υγείας, θεραπείας και αποκαταστάσεως. Οι πολίτες παραμένουν ενεργοί, κοινωνικά και επαγγελματικά, κι έχουν καλύτερες σωματικές, συναισθηματικές και διανοητικές επιδόσεις, για πολύ μεγαλύτερη διάρκεια της ζωής τους, ώστε θα μπορούσαν να παραμείνουν ενεργοί για παρατεταμένο διάστημα, αποτρέποντας και την συνταξιοδοτική τους εκφύλιση και διευκολύνοντας την εξυγίανση των ασφαλιστικών τους φορέων, αρκεί να λυθεί το ζήτημα της έγκαιρης εισόδου των νέων στην παραγωγική διαδικασία. Μόνο η αθρόα θέσπιση νέων θέσεων εργασίας, μπορεί να λύσει το αδιέξοδο, ώστε και οι νέοι να βρίσκουν δουλειά εφάμιλλη των δεξιοτήτων τους και οι ηλικιωμένοι να μην καταδικάζονται στον βιολογικά πρώιμο κοινωνικό παροπλισμό τους και οι ασφαλιστικοί Οργανισμοί να ανακουφιστούν και η πατρίδα μας να τεθεί σε τροχιά ανάπτυξης.