Ογκοστατίνη Μ, ΟΣΜ

περίληψη

  • Είναι μια πολυλειτουργική κυτοκίνη, 28 kDa, γλυκοπρωτεΐνη, που εκκρίνεται από τα ενεργοποιημένα Τ-λεμφοκύτταρα και μακροφάγα. Ανήκει στην οικογένεια των ιντερλευκινών-6 στην οποία επίσης περιλαμβάνεται η IL-11, ο παράγων αναστρολής της λευχαιμίας, ο νευροτροφικός παράγων των κροσσωτρών κυττάρων η καρδιολιπίνη-1, ο ‘νέος’ παράγων που διεγείρει τα κύτταρα, η νευροτροφίνη 1/Β και η IL-27 και IL-31.
  • Οι κυτοκίνες αυτές συγκαταλέγονται στην ίδια ομάδα, ως ομόλογα, και εκ της ικανότητάς τους να εντοπίζουν την μετατροπική υπομομονάδα gp130,  που εμεπεριέχεται στα συμπλέγματα των υποδοχέων τους. Επομένως, η ογκοστατίνη Μ έλκει τις ίδιες ιδιότητες με τα άλλα μέλη της ομοάδας κυτοκινών, που περισσσόερο προσομοιάζουν λειτορυγικά και δομικά με τον αναστολέα λευχαιμίας.
  • Η ογκοστατίνη Μ δρα πάνω σε ποικιλία κυττάρων και αφορ κύτταρα που εμπλέκονταις τη ρύθμιση της ενεργοποιήσεως του υπεύθυνου γονιδίου, την ανάτπυξη του κυττα΄ρου, και των διαδικασιών φλεγμονής.
  • Παρ΄όλες αυτές τις λειτουργικές ιδιότητες, η ανάμιξή της στη λειτουργία στις πνευμονοπάσθειες είναι ιδιίτερα μελρτημένη.
    • Οι μελέτες αυτές που έχουν ήδη εκπονηθεί, εισηρούνται ότι η ογκοστατίνη Μ προάγειισχυρά την ενεργοποίηση αντιπρωτεασών κι έχει, έτσι, αντοφλεγμονώδρις ιδιόττηες, και επάγει την εναπόθεση πρωτεϊνών εξωκυττάριου δικτύου.
    • Επομένως, στους πνεύμονες, η ογκοστατίνη Μ ασκεί επουλωτικές δράσεις καθλως επίσης και εισφέρει στην ιστική αναδιαμόρφωση και στην εγκατάσταση παθολογικής ινώσεως.        
    • Η ογκοστατίνη Μ έχει την ικανότητα να αναστέλλει τον πολλαπλασιασμό κυττάρων κακοήθους μελανώματος, αλλά όχι των φυσιολογικών κυττάρων.

 διαγραμματική αναπαράσταση των κυττάρων που παράγουν ΟΣΜ και των συστηματικών και τοπικών επιδράσεων της ΟΣΜ. IL6,
ιντερλευκίνη-6, MCP-1, χημειοτακτική πρωτεΐνη των μονοκυττάρων,  TIMP, ιστικός αναστολέας της μεταλλοπρωτεάσης, MMPs, μεταλλοπρωτεάση δικτύου, PGE2, προσταγλανδίνη E2.

  • Ανακαλύφθηκε το 1986 από κύττταρα λεμφώματος και εμφανίζει κοινές ιδιότητες, λειτουργικές και δομικές με τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας όπου ανήκει, δηάδή της ιντερλευκίνης-6.  

Βιολογική δταστηριότητα

  • Η ογκοστατίνη εμφανίζει ποικιλία δράσεων, ανάλογα με το κύτταρο, από το οποίο προέρχεται.  
  • Αναστέλλει την ανάπτυξη διαφόρων όγκων, μεταξύ των οποίων το μελάνωμα και ο πνευμονικός καρκίνος.
  • Αναστέλλει τον πολλαπλασιασμό τβνμ κυττάρων πειρματικής μυελοειδούς λευχαιμίας και επάγει τη διαφοροποίησή τους σε κύτταρα ανάλογα των μακροφάγων, μια λειτορυγία που μοιράζονται με τον LIF , τον granulocytemacrophage colony-stimulating factor (GM-CSF), και την IL-6.
  • Αντίθετα, προάγει την ανάπτυξη του συνδεόμενου με το HIV σαρκώματος Kapozi,  προάγοντας μεταβολες στη μοροφλογία και επάγοντας την αύξηση των κυττάρων αυτών σε πειραματικές συνθήκες (soft agar).
  • Ανιχνεύεται στοςυ ασθενείς μεμ πολλαπλούν μυέλωμα και συνδέεται με τις συγκεντρώσεις της IL-6και την εξέλιξη της παθήσεως.
  • Επηρεάζει τον πολλαπλασιασμό των καλλιεργούμενων ενδοθηλιακών κυττάρων και ρυθμίζει την παραγωγή του πλάσμινογόνου από τα κύτταρα αυτά.
  • Έχει δειχθεί ότι επάγει την έκφραση του G-CSF και GM-CSF, από τα ανθρώπινα ενδοθηλίακά κύτταρα κι επομένως, μπορεί, με τον τρ’όπο αυτό να διαδραματίζει ενεργό ρόλο στην αιμοποίηση.
  • Στα ανθρώπινα ενδοθηλιακά κύτταρα, η ογκοστατίνη Μ επάγει τη σύνθεση της IL-6, και η δράση της αυτή ενισχύεται παρουσία του TGF-β, αλλά  όχι και με την παρουσία της ιντγερφερόνης-γ.
  • Στα ηπατοκύτταρα, η ογκοστατίνη Μ επάγει τη σύνθεση πρωτεϊνών οξείας φάσεως κι ενισχύει την πεόσληψη της χαμηλής πυκνότητας λιποπρωτεΐνης, LDL, καθώς επίσης επάγει την έκφραση των υποδοχέων της LDL.
  • Έχουν  πολλές μελέτες δει το φως της δημοσιότητας, επί της προϊνωτικής δραστηριόττηας της ογκοστατίνης Μ, σε διάφορα ιστικά μοντέλα παθολογικών εκτροπών.  
    • Έχει δειχθεί, για παράδειγμα, ότι η ογκοστατίνη Μ επάγει την αύξηση των ανθρώπινων δερματικών συνοβιακών ινοβλαστών in vitro.
  • Προάγει την  παραγωγή κολλαγόνου και γλυκοαμινογλυκάνων  στους ινοβλάστες δέρματος.
  • Αντίθετα με αυτές τις αναβολικές δράσεις, η ογκοστατίνη Μ φαίνεται ότι έχει επίσης καταβολικές ιδιότητες, στα χονδροκύτταρα, προκαλώντας αύξηση της αποδομήσεως του κολλαγόνου, [που αποτελεί χαρακτήρα  νοσημάτων όπως η αρθρίτις.
  • Η ογκοστατίνη έχει δειχθεί ότι παριστά έναν σημαντικό παράγοντα στις φλεγμονώδεις διεργασίες, όπως οι φλεγμνονω΄δεις εντεροπάθειες, η ρευμαρτοειδής αρθρίτις, και η πολλαπλή σκλήρυνση, και αποτελεί ένα κρίσιμο συστατικό στην ρύθμιση της επινεμήσεως διαφόρων κυττα΄ρων.
  • Δεν έχει διευκρινισθεί εάν η ογκοστατίνη Μ είναι, στην πραγματικότητα, προφλεγμονώδης ή αντιφλεγμονώδης μεσολαβητής.
    • Για παράδειγμα, η ογκοστατίνη Μ είναι ισχυρός αναστολέας της απελευθερώσεως  ΤNF-a, ως αποτέλεσμα επιδράσεως λιποπολυσακχαριτών. In vivo.
  • Δεδομένων των προηγοουμε΄νων παρατηρ΄σηεων, φαίνετια ότι φαίνετι ότι διάφοροι τύποι  φλεγμονής μπορεί να ασκούν διαφορετικές επιδράσεις σρτην έκφραση/δραστηριότητα της ογκοστατίνης Μ στους αεραγωγούς.
  • Η ειδική αντιφλεγμονώδης δράση, μετά ενεργοποίηση της ογκοσττίνης Μ  εξαρτάται από την ιστική κατανομή των υποδοχέων της, σε συνδυασμό με την αρμόδια ομάδα των γονιδίων που την εκφράζουν.