φυματίωση - μικροβιολογία

 Τα μυκοβακτηρίδια ανήκουν στην οικογένεια Mycobacteriaceae της τάξεως των Actinomycetales. Το σημαντικότερο μέλος της οικογένειας, το M. tuberculosis, είναι ένα ενδοκυττάριο παθογόνο, χωρίς που στερείται των κλασικών ιδιοτήτων λοιμογόνου δράσεως, καθώς δεν παράγει τοξίνες, στερείται κάψας και ινιδίων, δεν έχει κινητική ικανότητα. Το 60% της κυτταρικής του μεμβράνης αποτελείται από υψηλού μοριακού βάρους λιπίδια, .

κατατάσσονται στα τυπικά και άτυπα. Το mucobacterium tuberculosis προσβάλλει τον άνθρωπο, αλλά και μερικά ζωά, όπως τα βοειδή, τα ινδικά χεοιρίδια κλπ. Ο βόειος τύπος προσβάλλει τον άνθρωπο (προκαλεί λεμφαδενική φυματίωση και φ. οστών) και ζώα, όπως τα κουνέλια και τα βοοειδή. Στα παθογόνα μη φυματιώδη μυοβακτηρίδια υπάγονται τα άτυπα και το μυκοβακτηρίδιο της λέπρας.

 Είναι gram θετικά μικρόβια, αερόβια, θερμοευαίσθητα, φωτοευαίσθητα, που μπορούν  να αναπτυχθούν ενδοκυττάρια ή εξωκυττάρια. Είναι ανθεκτικά στην υγρασία, στα οξέα, τα αλκάλεα, στη φαγοκυττάρωση, από την οποία διαφεύγουν, λόγω του κέρινου περιβλήματός τους. Για το λόγο αυτό, το  μυκοβακτηρίδιο της φυματιώσεως αναφέρται ως 'Δούκας των μικροβίων".  Η αντοχή τους στα οξέα, χρησιμοποιείται για την διάκριση και απομόνωσή τους, καθώς χρωματίζονται με τη χρωστική Ziel-Nielsen ή auramine, και, ακολούθως, ανθίστανται στον αποχρωματισμό με μίγμα αλκοόλης και οξέος. Στην απλή χρώση φαίνονται ερυθρά. Η μέθοδος αυτή (carbolfuchsin) είναι φτηνή και με την οποία μπορεί να ταυτοποιηθεί το 50 -80% των με θετική καλλιέργεια περιπτώσεων ενεργού φυματιώσεως και αποτελεί χρήσιιμο διαγνωστική και επιδημιολογική μέθοδο, επειδή οι ασθενείς με θετική απόχρεμψη είναι πλέον μεταδοτικοί εκείνων με αρνητική απόχρεμψη και υπόκεινται σε μεγαλύτερη θνητότητα. Εν τούτοις, οι πάσχοντες με ενεργό φυματίωση και αρνητική απόχρεμψη είναι υπεύθυνοι για το 20% των μεταδόσεων. Σε χώρες με υψηλή επίπτωση φυματιώσεως, με θετική απόχρεμψη ταυτοποιούνται > 95% των περιπτώσεων. Το χαμηλότερο όριο αναγνωρίσεως με τη χρώση NZ είναι 5X103 μικρόβια/ml, ενώ φαίνεται ότι η χρώση rhodamine-auramine fluorochrome τείνει να είναι πλέον ευαίσθητη.

Το μυκοβακτηρίδιο της φυματιώσεως μπορεί να απομονωθεί από αναρρόφηση γαστρικού υγρού, επίσης, με ευαισθησία 30-70%. Στα νήπια είναι  70%, με τρία αλληλοδιάδοχα δείγματα. Ο ρόλος των προκλητών πτυέλων και της βρογχοσκοπήσεως  έχει εκτιμηθεί, αν και στην περίπτωση της τελευταίας, η καταιώνιση ξυλοκαΐνης, ως τοπικό αναισθητικό, καθιστά τη μέθοδο επισφαλή.

μυκοβακτηρίδια φυματιώσεως
 
 
 
 

 Η καλλιέργεια των μικροβίων επιχειρείται με στερρό καλλιεργητικό υγρό, συνήθως, Löwenstein-Jensen (σε καλλιεργητικό μέσο με βάση τα αυγά), ή Middlebrook 7H10 ή 7H11 (η ανάπτυξη συνήθως απαιτεί την παρέλευση 6 εβδομάδων. Αντίθετα, καλλιέργειες σε υγρά μέσα απαιτούν μικρότερο χρόνο, 1-3 εβδομάδων.