Όπως είναι γνωστό, η χρόνια χρήση εισπνεόμενων γλυκοκορτικοειδών μπορεί να εξασθενίσει τη τοπική άμυνα, ιδιαίτερα εάν επιλεγεί σκεύασμα, με παρατεταμένη παραμονή στο τραχειοβρογχικό δένδρο. Η αύξηση του κινδύνου πνευμονίας σε χρόνιους χρήστες εισπνεόμενων γλυκοκορτικοειδών είναι γνωστή, από μακρού και φαίνεται ότι ο κίνδυμνος αυτός διακυμαίνεται ανάλογα με το χρησιμοποιούμενο σκεύασμα. Πρόσφατα, έχει επισημανθεί συσχέτιση μεταξύ της ΧΑΠ και της φυματιώσεως (►), κυρίως αποδιδόμενο στο κάπνισμα και τη χρήση εισπνεόμενων γλυκοκορτικοειδών, αν και υπάρχουν αντικροόμενα βιβλιογραφικά δεδομένα (►).
Η πιθανότητα να μην προσβληθεί από φυματίωση ασθενής με ΧΑΠ υπό χρόνια λήψη εισπνεόμενων γλυκοκορτικοειδών, είναι μικρότερη συγκριτικά με την ομάδα μαρτύρων.
Ιδιαίτερα σε χώρες επιδημιολογικής κινητικότητας της φυματιώσεως, όπως εκείνες με ανέλεγκτη εισροή οικονομικών μεταναστατών από χώρες με υψηλό δείκτη διαμολύνσεως (►). Πρέπει να διατηρείται υψηλός βαθμός εγρηγόρσεως επί ασθενών με ΧΑΠ, που θεραπεύονται με εισπνεόμενα γλυκοκορτικοειδή, ή από του στόματος κορτικοειδή, αλλά και άλλα εισπνεόμενα φάρμακα, για την ΧΑΠ. Παρ΄όλο ότι η θεραπεία με εισπνεόμενα γλυκοκορτικοειδή εκθέτει τους ασθενείς σε κίνδυνο πνευμονίας, δεν έχει διευκρινισθεί ο κίνδυνος προσβολής από φυματιωση, τόσο ως αναζωπύρωση, όσο και ως νέα μόλυνση (►).