Είναι γνωστό ότι περίπου 40% των ασθματικών γυναικών σε αναπαραγωγική ηλικία, βιώνουν επιδείνωση των συμπτωμάτων τους στις αμέσως προεμμηνορρυσιακές ημέρες. Η κατάσταση μπορεί να βελτιωθεί με χορήγηση συμπληρωματικής προγεστερόνης, αν και ο μηχανισμός των ευρημάτων αυτών δεν έχει, πλήρως, κατανοηθεί (►).
Στους μηχανισμούς που εμπλέκονται περιλαμβάνονται [α] η αύξηση της φλεγμονής των τοιχωμάτων των αεραγωγών, απότοκη των ορμονικών μεταβολών, [β] αύξηση της βρογχικής αντιδραστικότητας κατά τη διάρκεια των τελευταίων ημερών του κύκλου, [γ] η ταχεία πτώση των επιπέδων προγεστερόνης, και, [δ] περιεμμηνορρυσιακή απόκλιση της ισορροπίας των τύπου 1/τύπου 2 κυτοκινών (►). Η προγενστερόνη φαίνεται ότι αναστέλλει την ανοσολογική δράση των λεμφοκυττάρων (►).
Η απάντηση αυτή σκιάζεται στις γυναίκες που λαμβάνουν αντισυλληπτικά. Κατά τη διάρκεια της εμμήνου ρύσεως, παρατηρούνται διαφορές στις δοκιμασίες δερματικής προκλήσεως στην ισταμίνη και μορφίνη, τόσο στις ατοπικές, όσο και στις μη ατοπικές γυναίκες (►).
Εκσημασμένες μεταβολές των ορμονών παρατηρούνται κατά τη διάρκεια του εμμηνορρυσιακού κύκλου. Σε πολλές μελέτες έχει αναγνωρισθεί σχέση μεταξύ του εμμηνορρυσιακού κύκλου και διακυμάνσεων της βρογχικής αντιδραστικότητας των αεραγωγών. H σχέση αυτή αποδίδεται σε διαφορές στην απαντητικότητα του 3'5'κΑΜΡ στην ισοπροτερενόλη, μεταξύ ανδρών και γυναικών, καθώς, επίσης, και στις διαφορές της απαντητικότητας των β2-υποδοχέων των λεμφοκυττάρων, κατά τις τελευταίες ημέρες του εμμήνου κύκλου. Οι διαφορές αυτές είναι αποτέλεσμα διακυμάνσεων της οιστριόλης και της προγεστερόνης.
Έχει δειχτεί ότι η προγεστερόνη επηρεάζει την απαντητικότητα των β2-υποδοχέων, αν και υπάρχουν αντρικρουόμενα αποτελέσματα (►). Μελέτες in vitro έχουν δείξει ότι οι στεροειδικές ορμόνες των οωθηκών ενισχύουν την βρογχοχαλαρωτιλή δράση της ισοπρεναλίνης ενώ in vivo μελέτες έχουν δείξει ότι οι γυναίκες βιώνουν μεγαλύτερη ευαισθησία των συστηματικών β2-υποδοχέων.
Στο παραπλεύρως ιστόγραμμα καταχωρούνται οι συγκεντρώσει οιστριόλης και προγενεστρόνης σε δύο επισκέψεις, τις ημέρες 1-2 από την έμμηνο ρύση και τις ημέρες 21-23. Αναγνωρίζονται οι ευρείες διακυμάνσεις ακτά τη διάρκεια του εμμηνορρυσιακού κύκλου, στις γυναίκες και η σταθερότητα στους αντίστοιχους άνδρες (►).
Στο διάγραμμα που ακολουθεί εμφαίνεται η σχέση μεταξύ των διακυμάνσεων της PEFR και της χρήσεως φαρμάκων διασώσεως, σε μια ασθματική γυναίκα, σε σχέση με τον έμμηνορρυσιακό της κύκλο.
Η ημερήσια καταγραφή της PEFR και της χρήσεως φαρμάκου διασώσεως (σαλβουαμόλης, σε δόση 100μg /εισπνοή) ασθματικής γυναικός σε αναπραγωγική ηλικία, σε σχέση με την περίοδό της (παραλληλόγραμμα). Η κλίμακα δείχνει την διάρκεια μιας εβδομάδας (►).
Ακόμη και ασθματικές γυναίκες που δεν είχαν εμμηνορρυσιακό άσθμα, μπορεί να βιώσουν επιδείνωση των συμπτωμάτων τους, κατά τις αμέσως προηγούμενε ςημέρες της περιόδου τους (►).