άσθμα και οστεοπόρωση

 Είναι γνωστό ότι η χρόνια χρήση κορτικοειδών επάγει την οστεοπενία ή/και την οστεοπόρωση, ιδίως, σε γυναίκες μετεμμηνοπαυσιακής ηλικίας. Επιπλέον, το άσθμα, ως φλεγμονώδης πάθηση, επάγει, με μηχανισμούς ανάλογους όπως επί φλεγμονωδών παθήσεων του εντέρου και σακχαρώδους διαβήτη, την οστεοπενία και οστεοπόρωση (►), μειώνοντας τις συγκεντρώσεις οστεοκαλσίνης ορού κια αυξάνοντας τις συγκεντρώσεις φωσφόρου στα ούρα.  Δεν υπάρχουν οδηγίες προσυμπτωματικού ελέγχου για ασθενείς με άσθμα, υπό χρόνια λήψη κορτικοειδών, από του στόματος ή μέσω εισπνοών (). 

 Πιστεύεται ότι η λήψη >5 mg από του στόματος ισοδυνάμου δόσεως κορτικοειδών (π.χ., συνήθης δόση ICS 2Χ500 μg εισπνεόμενου στεροειδούς αντιστοιχεί με 12 mg από του στόματος ισοδυνάμου δόσεως ή 2Χ250 μg, αντιστοιχεί με 6 mg από του στόματος) είναι ισχυρός παράγοντας κινδύνου για μείωση της οστικής πυκνότητας, ΟΠ (►, ).  

  Από το συνδυασμό των ανωτέρω, γίνεται καταφανές ότι παρουσία κια των δύο οστεοπορωτικών παραγόντων (άσθμα και ICS) η επίπτωση οστεοπορώσεως πρέπει να αυξάνεται.

  Αντίθετα, όμως, σε σειρά μελετών παρατηρήσεως (►), διαπιστώνεται ότι οι ασθματικοί ασθενείς υπό θεραπεία με εισπνεόμενα στεροειδή δεν τελούν υπό υψηλότερο κίνδυνο οστεοπορώσεως, όπως φαίνεται στο ιστόγραμμα.

η αναλογία οστεοπενίας και οστεοπορώσεως επί ασθματικών ασθενών υπό ICS και μαρτύρων ().

Στη μελέτη αυτή διαπιστώθηκε ότι οι ασθματικοί ασθενείς υπό ICS δεν διέτρεχαν μεγαλύτερο κίνδυνο να αναπτύξουν οστεοπενία και οστεοπόρωση, αν και η μεγάλη ηλικία και ο χαμηλός BMI, αποτελούν, γενικά ευνοϊκές προϋποθέσεις για οστεοπόρωση.

Ο λόγος του "ευνοϊκού" αυτού αποτελέσματος δεν είναι σαφής.

Οι Mathioudakis et al., 2012, πρόσφατα, μελετώντας την επίδραση της μακροπερίοδης χορηγήσεως ICS σε ασθενείς με ΧΑΠ διαπίστωσαν ότι είναι ενδεχόμενο ότι η "οστεοπορωτική" δράση των ICS αντιρροπείται από την άρση της ισχυρότερης οστεοπορωτικής δράσεως του άσθματος, ως φλεγμονώδους παθήσεως, με αποτέλεσμα, την εξουδετέρωση του οστεοπενικού κινδύνου στους ασθενείς με ΧΑΠ υπό ICS.

Από το διάγραμμα διαπιστώνουμε ότι οι ασθενείς υπό ICS έχοντας  μικρότερη φλεγμονώδη δραστηριότητα, λόγω της αντιγλεγμονώδους δράσεως της κορτιζόνης, είχαν καλύτερες τιμές BDM, συγκριτικά με εκείνους που δεν ελάμβαναν εισπνεόμενα κορτικοειδή. Δηλαδή, ο ένας οστεοπορωτικός παράγων (: η πάθηση) αναδτελλόταν από τον άλλο οστεοπορωτικό παράγοντα (:τα ICS) με αποτέλσμα τη διατήρηση καλύερων τιμών οστικής πυκνότητας ().