Σημειώνονται μεταβολές στη βαρύτητα του άσθματος, στον έλεγχο των συμπτωμάτων του ή στη συχνότητα των παροξύσνεων, κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και, ως γενική αρχή, επικρατεί ότι το 1/3 των ασθματικών γυναικών επιδεινώνουν το άσθμα τους κατά τη διάρκεια της εγκυνοσύνης, στο 1/3 παραμένει αμετάβλητο και στο 1/3 βελτιώνεται.
Παροξύνσεις άσθματος κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης καταγράφονται σε ποσοστό 1.6% -12.6% μεταξύ ασθματικών εγκύων, από τις οποίες, 62% θα απαιτήσουν νοσηλεία (►). Πρώιμες μελέτες, έχουν δείξει ότι 24% των ασθματικών γυναικών βελτιώνουν το άσθμα τους, ενώ 42% το επιδεινώνουν. Οι Schatz et al, ►. διαπίστωσαν βελτίωση του άσθματος σε ποσσοτό 25% των εγκύων-ασθματικών, ενώ σε 42% επιδείνωση. Άλλοι, διέκριναν σημαντικά υψηλότερο ποσοστό επιδεινώσεως.
Η καλύτερη διαχείριση του άσθματος κατά την εγκυμοσύνη ερείδεται στην κατανόηση των εμπλεκόμενων μηχανισμών.
μηχανισμοί μέσω των οποίων η εγκυμοσύνη μεταβάλλει τη φυσική ιστορία του άσθματος (►).
Οι σχετικοί μηχανισμοί δεν έχουν κατανοηθεί επαρκώς, αν και η αύξηση της κυκλοφορίας μητρικών ορμονών μπορεί να εμπλέκεται στη μεταβολή της απαντητικότητας των β2-αδρενεργικών υποδοχέων. Το φύλο του εμβρύου, επίσης, έχει βρεθεί ότι υπεσέρχεται στη μεταβολή της φυσικής ιστορίας του άσθματος.
[α] Κατά την εγκυμοσύνη παρατηρείται αύξηση των συγκεντρώσεων της ενδογενούς κορτιζόλης. Η κορτιζόνη ασκεί αντιφλεγμονώδη δράση, ως γνωστό, και η αύξησή της μπορεί να εξηγήσει τη παρατηρούμενη βελτίωση του άσθματος σε ικανή αναλογία ασθματικών-εγκύων. Επιπλέον, η οιστριόλη και η προγενεστερόνη αυξάνονται σημαντικά, κατά την εγκυμοσύνη (►).
Πρόσφατες μελέτες επισημαίνουν ότι οι μεταβολές στο άσθμα στην εγκυμοσύνη μπορεί να εξαρτώνται από το φύλο του εμβρύου (►). Σηματικά μεγαλύτερος αριθμός εγκύων ασθματικών βιώνουν επιδείνωση των συμπτωμάτων του, εάν κυοφορούν θήλυ, ενώ η κυοφορία αρρένων, αναμένεται να συνδυάζεται με βελτίωση των συμπτωμάτων (Beecroft N, Cochrane GM, Milburn HJ. Effect of sex of foetus on asthma during pregnancy: blind prospective study. BMJ 1998;317:856–857). Ενώ 14% των εγκύων που κυοφορούσαν άρρεν χρειάστηκαν θεραπεία για το άσθμα τους, 20% εκείνων με θήλυ έμβρυο κατέφυγαν σε λήψη φαρμάκων διασώσεως και κορτικοεστεροειδών.
Η βέλτιση διαχείριση του άσθματος κατά την εγκυμοσύνη (►)περιλαμβάνει, παρακολούθηση της αναπνευστικής λειτουργίας, αποφυγή εκθέσεως σε προκλητικούς παράγοντες, εκπαίδευση των ασθματικών-εγκύων και την εξατομίκευση των θεραπευτικών σχημάτων. Εκείνες με επίμονο άσθμα, πρέπει να παρακολουθούνται με PEF, σπιρομέτρηση. Στη θεραπεία περιλαμβάνονται εισπνεόμενα κορτικοειδή, για όλα τα επίπεδα επιμόνου άσθματος, Είναι ασφαλέστερο για την έγκυο και το έμβρυο, η καθήλωση του άσθματος με αντιασθματικά φάρμακα, παρά η εγκατάλειψη, χωρίς θεραπεία, ανέλεγκτου του άσθματος και των παροξύνσεώς του. Ο τελικός στόχος της θεραπείας του άσθματος είναι η εξασφάλιση επαρκούς οξυγονώσεως του εμβρύου με την αναχαίτιση των επεισοδίων υποξαιμίας, της μητέρας, κατά τη διάρκεια των παροξύνεσων του άσθματος. Πρέπει να εξασφαλίζονται τιμές PEFR ή FEV1 >70% των προβλεπομένων τιμών. Εγκυμοσύνες που επιπλέκονται με σοβαρό άσθμα μπορεί να ωφελούνται από τη συχνή υπερηχογραφική παρακολούθηση της αναπτύξεως του εμβρύου και τον ακριβή ορισμό της ημέρας του τοκετού. Πρέπει να χορηγούνται αντιασθματικά, κατά τη διάρκεια του τοκετού, και να ενθαρρύνεται ο θηλασμός.