επιδράσεις του άσθματος στην εγκυμοσύνη

Επιπλοκές της εγκυμοσύνης, όπως η προεκλαψία, η γέννηση προώρων και λιποβαρών έχουν δειχθεί, τόσο στις αναδρομικές όσο και στις προοπτικές μελέτες, μεγάλου εύρους, που έχουν εκπονηθεί (). Το φύλο του εμβρύου μπορεί να είναι συγχυτικός παράγων.

Πρόσφατες μελέτες καταλήγουν ότι το άσθμα επιπλέκει ποσοστό 4-8% της εγκυμοσύνης. Ήπιο και καλά ελεγχόμενο σοβαρό άσθμα, συνοδεύει την εγκυμοσύνη με καλή έκβαση. Ενώ, αντίθετα, μερικώς ελεγχόμενο και σοβαρό άσθμα επιπλέκει την έκβαση της εγκυμοσύνης με αύξηση της επιπτώσως προωρότητας, υποχρεώσεως σε καισαρική, προεκλαμψία, καθυστέρηση αναπτύξεως του εμβρύου, και άλλες περιγεννητικές επιπλοκές, καθώς και μητρική νοσηρότητα και, σπανιότερα, θνητότητα.

μεταανάλυση, στην οποία εξετάζεται ο κίνδυνος τεκνοποίησεως λιποβαρών νεογνών από ασθματικές μητέρες, ανάλογα με τη χρήση ICS (). Ο σχετικός κίνδυνος ήταν 1.55 ( 95%CI: 1.28–1.87, p<0.00001). Αντίθετα, δεν παρατηρήθηκε αυξημένος κίνδυνος γεννήσεως λιποβαρών παιδιών, από ασθματικές μητέρες σε κανονική χρήση ICS, RR 1.19, 95% CI 0.97–1.45, p = 0.10) (, , , ).

 

  Πρόωρος τοκετός συνδεόταν με τη χρήση  από του στόματος κορτικοειδών ή/και θεοφυλλίνης, ή την παρυσία σοβαρών προβλημάτων κατά την εγκυμοσύνη, υποδηλώνοντας ότι επρόκειτο για περιπτώσεις με πολύ σοβαρό άσθμα, ή παροξύνσεις.

 μηχανισμοί

Παρά το γεγονός ότι δεν διατίθενται σχετικές μελέτες άμεσης παρατηρήσεως των επιδράσεως του μητρικού άσθματος στην εγκυμοσύνη, μερικοί συγγραφείς προτείνουν ότι η μητρική υποξία, η φλεγμονή, τα φάρμακα, το κάπνισμα και οι αλλοιώσεις στη λειτουργία του πλακούντος, μπορεί να εισφέρουν στην δυσμενή εξέλιξη της εγκυμοσύνης ().

[α] η μητρική υποξία μπορεί να ευθύνεται για τα λιποβαρή νεογνά, την προεκλαμψία, συγγενείς διαμαρτίες, αυτόματες αποβολές, και λειτουργικές αλλοιώσεις του πλακούντος (). Σημειώνεται ότι ακόμη και μικρή μείωση της PaO2, που παρατηρείται σε κάθε ασθματική κρίση, μπορεί να είναι αφορμή σοβαρών δυσμενών επιδράσεων στο έμβρυο. Καθώς η κλίση της καμπύλης κορεσμού του εμβρύου είναι πλέον απότομη  στο 50% του κορεσμού οξυγόνου, η εμβρυϊκή υποξία θα είναι σοβαρότερη.

[β] Το άσθμα ασκεί δυσμενείς επιδράσεις στη φυσιολογία του πλακούντος, η οποία διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο στην φυσιολογική ανάπτυξη του εμβρύου. Επίσης η φυσιολογική αιματική ροή εξασφαλίζει ικανοποιητική ενζυμική δράση, όπως  του ενζύμου 11β-hydroxysteroid dehydrogenase type 2 (11β-HSD2), ένζυμο, το οποίο προστατεύει το έμβρυο από υπερβολικά επίπεδα κορτιζόνης της μητέρας ().Μελέτες έχουν δείξει ότι η μείωση της πλακούντιας αιματικής ροής, που παρατηρείται, λόγω της υποξαιμίας της ασθματικής μητέρας, απολήγουν στη μείωση του σωματικού βάρους του εμβρύου, Έχει παρατηρηθεί μείωση του ενζύμου 11β-HSD2 (), στον πλακούντα ασθματικών γυναικών που κυοφορούσαν θήλυ, που συνεπάγεται μείωση του βάρους γεννήσεως. Επιπλέον, διαπιστώνεται σημαντική μείωση της οιστριόλης επί κυοφορίας θηλέων, γεγονός που υποδηλώνει μείωση της επινεφριδιακής λειτουργίας επί παρουσίας περίσσειας επιπέδων κορτιζόλης ().

[γ] η απελευθέρωση βιενεργών μεσολαβητών ως προϊόντα της φλεγμονής, από τη μητέρα, εμπλέκονται στους μηχανισμούς που απολήγουν στην δυσμενή έκβαση της εγκυμοσύνης. Δυσμενείς εκβάσεις, όπως η γέννηση λιποβαρών παιδιών και πρόωροι τοκετοί απαντούν, επίσης, συχνά, επί άλλων φλεγμονωδών παθήσεων, όπως η ρευματοειδής αρθρίτις (), η ελονοσία (, ο συστηματικός ερυθηματώδης λύκος () και οι φλεγμονώδεις παθήσεις του εντέρου (), αλλά και τα περιοδοντικά αποστήματα (McGaw T. Periodontal disease and pre-term delivery of low-birth-weight infants. J Can Dent Assoc 2002;68:165–169). Η έκφραση αυξημένων επιπέδων κυτοκινών συσχετίζεται με διαταραχές της αναπτύξεως των εμβρύων ().  Αναγνωρίζεται ότι γυναίκες με ενεργείς φλεγμονώδεις παθήσεις κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, γεννούν λιποβαρή παιδιά, συγκριτικά με τις υγιείς ή τις εγκύους με φλεγμονώδεις παθήσεις σε ύφεση.

[δ] τα χορηγούμενα αντιασθματικά φάρμακα έχουν ερευνηθεί επισταμένα, ως πιθανοί παράγοντες περιγεννητικών επιπλοκών, επί ασθματικών εγκύων. Δεν έχει βρεθεί συσχέτιση μεταξύ επιπλοκών και εισπνεόμενων ICS επί ασθματικών εγκύων (, ) Από τη μελέτη  () συνεπάγεται ότι η χρήση εισπνεόμενων στεροειδών από την έγκυο-ασθματική γυναίκα δεν καθυστερεί την ενδομήτρια ανάπτυξη και υπστηρίζει την πεποίθηση ότι πρέπει να χορηγούνται εισπνεόμενα στεροειδή στις εγκύους με άσθμα. 

[ε] Έχει προταθεί ότι η βρογχική υπεραντιδραστικότητα των λείων μυίκών ινών των βρόγχων ασθματικών γυναικών αφορά και το μυομήτριο, γεγονός που που ευθύνεται για την προωρότητα στις ασθματικές εγκύους ().