Το 6λεπτο βάδισμα επί επιπέδου εδάφους ή επί δαπεδοεργόμετρου αποτελεί πρότυπη και αναπαραγώγιμη δοκιμασίαανοχής στην άσκηση και γκατά τη διενέργειά της (υπό αυστηρή ιατρική επιτήρηση) καταγράφονται μετρήσεις που αφορούν: [α] στην απόσταση που διανύθηκε, την εμφανιζόμενη δύσπνοια, εκτιμούμενη σε κλίμακα Borg, και τη μέτρηση της οξυγονώσεως του αίματος, με τη χρήση παλμικού οξύμετρου. Διανυόμενες αποστάσεις <332 m (Miyamoto S, et al., 2000) ή <250 m ( Sitbon O et al., 2002), αποκορεσμός της Hb >10% (Paciocco G et al., 2001) είναι ενδεικτικά, πρωχής πρόγνώσεως για την πνευμονική αρτηριακή υπέρταση. Σε μια πολυκεντρική μελέτη, όπυ αναζητήθηκε η δράση της εποπροστενόλης στην ιδιοπαθή πνευμονική υπέρταση η απόδοση στην 6λεπτη δοκιμασία αναδείχθηκε ως ανεξάρτητος προγνωστικός παράγων επιβιώσεως, της Π.Α.Υ., και οδήγησε στην αποδοχή της δοκιμασίας από το FDA (: Food and Drug Administration) και την European Agency for the Evaluation of Medicinal Products ως πρωτεύον τελικό σημείο για την εκτίμηση της αποδόσεως των θεραπευτικών σχημάτων στην Π.Α.Υ. στις σχετικές κλινικές δοκιμές.
H V̇Ο2, MAX που προσδιορίζεται κατά την προοδευτικά αυξανόμενη κόπωση επί εργοποδηλάτου, αποτελεί, επίσης, ανεξάρτητο συντελεστή επιβιώσεως ασθενών με ΠΑΥ. Εκπονώντας πολυπαραγοντική ανάλυση κλινικών, αιμοδυναμικών και παραμέτρων που παραλαμβάνονται από τη δοκιμασία κοπώσεως, 70/86 ασθενείς με ΠΑΥ απεδείχθηκα ικανοπί να ολοκληρώσουν την άσκηση, ο μεγίστη κατανάλωση Ο2 (10.4 mL·kg−1·min−1) και η μεγίστη αρτηριακή πίεση (120 mmHg), ως ανεξάρτητοι προγνωστικοί παράγοντες της επιβιώσεως ασθενών με ΠΑΥ (McLaughlin et al., 2002). Παρ΄όλο ότι έχει επιβεβαιωθεί η προγνωστική αξία των ΚΠΔΚ σε ασθενείς με πνευμονική αρτηριακή υπέρταση, δεν έχει καταστεί δυνατό να αποδειχθεί, με τη βοήθεια των ΚΠΔΚ βελτίωση των ασθενών με ΠΑΥ, μετά θεραπεία. Η αντίφαση αυτή καθιστά επιφυλακτική της χρήση των ΚΠΔΚ ως μέσον εκτιμήσεως της αποδόσεως μιας θεραπευτικής αγωγής στη ΚΠΔΚ, έστω και οι παραλαμβανόμενοι δείκτες κατά αυτή, παριστούν ανεξάρτητους συντελεστές προσγνώσεως της παθολογικής ακταστάσεως (Oudiz RJ et al., 2006).