Εάν οι παροχή οξυγόνου δεν επαρκεί, πλόεν, είτε λόγω μειωμένης αποδόσεως ή λόγω αυξημένης καταναλώσεως στους ιστούς, ο μεταβολισμός μεταπίπτει σε αναερόβιο, κατά τον οποίον παράγεται γαλακτικό οξύ, αναεροβίως, που ως μη πτητικό οξύ, πρέπει να ρυθμιστεί, με παραγωγή πολύ μεγαλύτερης παραγωγής CO2, από το παραγόμενο κατά τον αερόβιο μεταβολισμό. το σημείο μεταπτώσεως ονομάζεται "αναερόβιο κατώφλι", που ορίζεται από την αύξηση του γαλακτικού οξέος, του CO2 και του αερισμού.
Στα υγιά, αλλά μη αθλούμενα άτομα, η αναερόβια ουδός (; αναερόβιο κατώφλι) εντοπίζεται στο 60% (±10%) του μέγιστου έργου, που το κκάθένα άτομο μπορεί να παράξει (60% του V̇Ο2ΜΑΧ). Αντίθετα, στους αθλητές, η αναερόβια οδόςεγκαθίσταται στο 90% της V̇Ο2ΜΑΧ . Όπως προειπώθηκε, η απόκλιση του μεταβολισμού σε αναερόβιο συνπ΄’αγεται τμεγαλύτερη παραγωγή CΟ2 λόγω της ρυθμίσεως του γαλακτικού οξέος, και αντιρροπιστική αύξηση του αερισμού (αναπνοή Kausmaul). Σύντομα μετά την εγκλατάσταση του αναρόβιου μεταβολισμού, αναπτύσεται δύπνοια και εμφανίζεται καυσαλγία στους εργαζόμενους μύες. Η εξλαντλησή τους δεν θα αργήσει να εκδηλωθεί.
Έχει διευκρινισθεί ότι οι εργαζόμενοι μύες απελευθερώνουν γαλακτικό οξύ, ακόμη και σε πειρόδους που η παροχή Ο2 είναι επαρκής οι μεταβολίζοντες μύες χρησιμοποιούν γαλακτικό οξύ ως υπόστρωμα, όπως και οι άλλοι ιστοί. Επομένως, δεν πρόκειται περί αιφνίδιας "μεταπτώσεως", αλλά περί μιας συνεχιζόμενης διαδικασίας.
Επιπλέον, η "αιφνίδια" αύξηση του αερισμού, που χρησιμεύει ως όριο αναερόβιου μεταβολισμού, παρατηρείται, ακόμη και σε ασκούμενα άτομα, με σύνδρομο McArdles, τα οποία εμφανίζουν ανεπάρκεια μυοφωσφορυλάσης, και αδυνατούν να παραξουν γαλακτικό οξύ. Στα άτομοα αυτά, η α;yξηση του αερισμού απολήγει σε μείωση των [Η+ ], δηλαδή αύξηση του pH, αναπνευστική αλκάλωση, παρά τη χαρακτηριστική αναπνευστική οξέωση, που συνοδεύει την παραγωγή γαλακτικού οξέος.
Μεγαλύτερη παραγωγή γαλακτικού οξέος εμφανίζεται σε καταστάσεις ιστικής υποξίας, όπως συμβαίνει, πχ., επί μειωμένης καρδιακής εξωθήσεως ή επί εισπνοής αέρος με μειωμένη συγκέντρωση Ο2, όπως επί παραμονής σε υψόμετρο.
Κατά τη διάρκεια εξελικτικής ασκήσεως, η συγκέντρωση γαλακτικού οξέος στο αίμα εξαρτάται από την ισορροπία μεταξύ παραγωγής και αποβολής του. Έτσι, μπορούμε να πούμε ότι πρόκειται όχι ακριβώς για μετάπτωση από αερόβιο σε αναερόβιο μεταβολισμό, αλλά για μια σταδιακή αύξηση της συγκεντρώσεως γαλακτικού οξεός, που αιφνιδίως καιθίσταται εκθετική, καθώς ο ρυθμός παραγωγής υπερβαίνει την ικανότητα του οργανισμού να το αποβάλει. ΑΕντοπίζετααι δυσανάλογη αύξηση του αερισμού, που συντρέχει με την μεταβολική οξέωση, παρ΄όλο ότι η εμφάνιση του "κατωφλίου" και του γαλακτικού στο αίμα δεν συμπίπτουν.
Δεν πρέπει, επομένως, ότι το αναερόβιο κατώφλι δεν πρέπει να ερμηνεύεται κυριολεκτικά, αλλά, μάλλον, ως ένας πραγματιστικός περιγραφικός όρος που χησιμοποιείται για να να υποδηλώσει τη δυσανάλογη αύξηση του αερισμού.
στο επόμενο γράφημα, απεικονίζεται ο Ο συνολικός αερισμός, V̇E, και ο κυψελιδικός αερισμός, V̇A, σε σχέση με την παραγωγή CΟ2 . Επί ήπιας και μέσης εντάσεως άσκηση, ο κυψελιδικός αερισμός συσχετίζεται με την αποβολή CΟ2 , με αποπτέλεσμα την συγκράτηση της PaCΟ2 κοντά σε φυσιολογικά όρια. Παρ’ όλο ότι ο φυσιολογικός νεκρός χώρος αυξάνεται, επειδή αυξάνεται και ο αναπνεόμενος όγκος, παρατηρείται μείωση του λόγου VD/VT, έτσι ώστε αυξάνεται το εκπνεόμενο PECΟ2 και προσεγγίζει την τιμή της PaCΟ2, πιο πολύ, παρό,τι επί ηρεμίας. Επί βαριάς κοπώσεως, ο κυψελιδικός αερισμός και, επομένως, ο V̇E αυξάνονται δυσανάλογα περισσότερο και τόσο η PaCΟ2, όσο και η PECΟ2 μειώνονται (Gibson Clinical Tests of Respiratory Function, 2009) . http://www.hoddereducation.com