βρογχικές εκκρίσεις - κατάληψη των αεραγωγών

Η εξέταση των φυσικά αποβαλλομένων ή προκλητών πτυέλων για τον έλεγχο της υπάρχουσας φλεγμονής, επί ασθενών με άσθμα, έχει καταστεί συνήθης στην κλινική πράξη κι έρευνα. Τα σπειρήλια Curshmann, τα συγκρίματα επιθηλιακών κυττάρων, δηλαδή τα σωμάτια Creola, και η αναγνώριση των κρυστάλων Charcot–Leyden, που αποτελούνται από ηωσινόφιλα, και φωσφολιπάση των μεμβρανών των κοκκίων, μαζί με τα ηωσινόφιλα και τα μεταχρωματικά κύτταρα, είναι χαρακτηριστικά ευρήματα στα πτύελα σθενών με άσθμα, αλλά όχι και εκείνων με χρόνια βρογχίτιδα. Η ηωσινοφιλία των πτυέλων έχει, όμως, αναγνωρισθεί και σε αποφρακτικούς ασθενείς χωρίς βρογχική αντιδρασστικότητα, που είναι χαρακτηριστική το άσθματος. Αντίθετα, τα πτύελα των βρογχιτιδικών μπορεί να είναι βλεννώδη και σε περιόδους παροξύνσεων, πυώδη, όπου τα ουδετερόφιλα είναι παρόντα σε μεγάλο αριθμό. Στο BAL ασθενών με ήιπο -αλλεργικό- άσθμα αναγνωρίζονται λεία επιθηλιακά κύτταρα ο αριθμός των οποίων συσχετίζεται με το βαθμό της βρογχικής υπεραντιδραστικότητας, των ηωσινοφίλων και των υψηλής φορτίσεως κατιονικών πρωτεϊνικών, όπως η ηωσινοφιλική κατιονική πρωτεΐνη και η μείζων βασική πρωτεΐνη. Αντίθετα, επί βρογχίτιδας καπνιστών, ο πλέον συχνά ανιχνευόμενος τύπος κυττάρων είναι τα μακροφάγα και τα ουδετερόφιλα, όπως και τα προϊόντα τους.

βύσματα πτυέλων

Νεκροτομικές εξετάσεις πτυέλων ασθματικών ασθενών δείχνουν ότι οι πνεύμονες είναι υπερδιατεταμένοι και παραμένουν έτσι, μετά τη διάνοιξη της υπεζωκοτικής κοιλότητας (ενώ θα έπρεπε να συμπέσουν), λόγω των διάχυτων βυσμάτων που αποφράσσουν τους αεραγωγούς, τόσο στους μεγάλους όσο και στους μικρούς αεραγωγούς. Τα βύσματα πτυέλων αποτελούνται κυρίως από μίγμα φλεγμονώδους εξιδρώματος και τραχειοβρογχικής βλέννης, μέσα στο οποίο είναι πακτωμένα ηωσινόφιλα, λεμφοκύτταρα και αποφιλιδωμένα επιθηλιακά κύτταρα. Η διαστρωμάτωση που εμφανίζουν τα ηωσινόφιλα, μάλιστα, μπορεί να σημαίνει ότι για το σχηματισμό τους προηγήθηκαν αλλεπάλληλα "επεισόδια" φλεγμονής, μάλλον, και δεν είναι αποτέλεσμα μιας μόνο ευκαιρίας. Τα μη βλεννώδη, πρωτεϊνικά στοιχεία, που εμπεριέχονται, οπως η ινική, μαρτυρούν την αύξηση της αγγειακής διαπερατότητας. ΟΙ ηλεκτροστατικές αντεπιδράσεις των θετικώς φορτισμένων -κατιονικών- πρωτεϊνών και συστατικών του ορού, με τα αρνητικώς φορτισμένα μόρια (καρβοξυλ και σθειικά-) μόρια μουσίνης εισφέρουν στην αύξηση του ιξώδους τους. Αναφέρονται, όμως, αιφνίδιοι θάνατοι ασθματικών, στους οποίους οι βρόγχοι ήταν ελεύθεροι βυσμάτων. Επίσης, επί μη  καπνιστών ασθματικών εικόνες εμφυσήματος δεν απαντώνται στα ιστολογικά παρασκυεάσματα, αλλά, αντίθετα, περιγράφονται νησίδες ατελεκτασίας εξ επαναρροφήσεως και πετέχειες, λόγω βρογχικής αποφράξεως και επανειλημμένων εισπνευστικών προσπαθειών.