ΕΥΘΑΝΑΣΙΑ - η διαχείριση της ζωής και του θανάτου - ο Πόνος

πόνος σαφώς εστί φυσικής έξεως έλλειψις ή αποχώρησις[1]

 

Ο πόνος, που εμφανίζεται με πολλές μορφές, συνοδεύει τον άνθρωπο καθ΄ όλη τη διάρκεια της ζωής του. Ο αφόρητος πόνος και η αδήριτη επιθυμία απαλλαγής από αυτόν, προβάλλεται συνήθως ως μοναδικός λόγος αποδοχής ενός αιτήματος ευθανασίας, τόσο από τους ίδιους τους ασθενείς, όσο και από τον κοινωνικό τους περίγυρο, αλλά και από τους θιασώτες της εκούσιας ή ακούσιας ευθανασίας.

Έχει σημασία, επομένως, να εξετάσουμε όσες περισσότερες από τις παραμέτρους του πόνου μπορούμε, να δούμε πως ο πόνος και η «ανάξια να βιωθεί ζωή» μπορεί να οδηγήσουν έναν ασθενή στην απόφαση να επιθυμεί τη σύντμηση της περαιτέρω ζωής του. Τι διεργασίες λαμβάνουν χώρα στο νου ή την ψυχή του ασθενούς που ζει κάτω από συνθήκες διαρκούς, αφόρητου και αμείωτου πόνου. Γιατί η εξάρτηση από συσκευές υποκαταστάσεως σωματικών οργάνων συνιστούν "αναξια να βιωθεί ζωή". Με ποιο τρόπο ο πόνος και η αρρώστια δοκιμάζουν την αξιοπρέπεια του πάσχοντος. Γιατί η απώλεια οργάνων ή μελών του σώματος ή η εξάρτηση από συσκευές τεχνητής υποστηρίξεως ζωτικών λειτουργιών του οργανισμού ορίζουν την αποσχηματοποίηση του σώματος και πως η αποσχηματοποίηση αυτή οδηγεί στην επιλογή του θανάτου. Σε ποιο βαθμό το σώμα μας διαμεσολαβεί τις συμβολικές μας σχέσεις και με ποιους μηχανισμούς του έχει ανατεθεί η συνολική εκπροσώπησή μας.

Ο πόνος είναι συνυφασμένος με τη ζωή, έτσι που η θρησκευτική παράδοση και η λαϊκή σοφία τις θεωρούσαν αξεχώριστες έννοιες είτε επρόκειτο για τον οφειλόμενο σε φυσικά αίτια πόνο [ασθένεια, κάκωση, ψυχικός πόνος] είτε για τον προκλητό ή προγραμματισμένο πόνο [εξαγωγή δοντιού, ακρωτηριασμός, χειρουργική επέμβαση, ναρθηκοποίηση κατάγματος,  κλπ].

Η ύπαρξη του πόνου στερείται πειστικών επιχειρημάτων, εκτός ίσως από τις εσχατολογικές και βιολογικές του κατανοήσεις. Κατά τις πρώτες, ο πόνος του  αρρώστου έχει λυτρωτική [126] σημασία και είναι αφορμή ηθικής κάθαρσης και μέσο παιδαγωγίας. "Οι πάσχοντες κατά το θέλημα του Θεού πάσχουσι", Η ύπαρξη του πόνου στην ανθρώπινη ζωή, όπως και κάθε δοκιμασία, είναι "συνεργός προς σωτηρίαν" και ενίοτε "κρείττων και αυτής της υγείας"[2]. Ο διάσημος ψυχοθεραπευτής Victor Frankl υποστήριξε ότι ο πόνος αποτελεί ένα βασικό υπαρξιακό πρόβλημα και δι' αυτού δίνεται η μοναδική ευκαιρία στον άνθρωπο για εσωτερική πληρότητα. Διδάσκει ότι ο άνθρωπος δεν πρέπει να αγωνίζεται να αποφύγει τον πόνο, αλλά μάλλον να είναι διατεθειμένος να υποφέρει στη ζωή του, με την προϋπόθεση, βέβαια ότι ο πόνος έχει κάποιο νόημα. Οι περισσότεροι άνθρωποι αναζητούν την ευχαρίστηση, την απόλαυση και αποφεύγουν τον πόνο, αλλά είναι σίγουρο ότι η αντιμετώπιση του πόνου δίνει μια άλλη αίσθηση της ζωής, πιο ολοκληρωμένης και γνήσιας. Παρά ταύτα η Εκκλησία αναγνωρίζοντας την ασθένεια της ανθρώπινης φύσεως πάντοτε φιλάνθρωπα ζητεί την απαλλαγή "από πάσης θλίψεως, κινδύνου και ανάγκης", ενίοτε δε εύχεται και για την ανάπαυση των οδυνομένων (ευχή εις ψυχορραγούντα).

Οι βιολογικές του κατανοήσεις βασίζονται πάνω στη διαδικασία ενεργοποιήσεως αμυντικών μηχανισμών του οργανισμού έναντι μιας ιστικής ή ψυχικής βλάβης την οποία υπέστη. Ως τέτοιος επιβάλλει  στο άτομο άμεση αναδίπλωση και ανασύνταξη, προκειμένου να προσαρμοσθεί στις διαμορφούμενες από την βλαπτική επίδραση συνθήκες. Ως σύμπτωμα εκδηλώνεται συνήθως στα πλαίσια φλεγμονώδους εξελίξεως, από κοινού με το οίδημα, την αγγειοδιαστολή και την αύξηση της θερμοκρασίας. Η φλεγμονή είναι αντίδραση περιχαρακώσεως μιας δυσμενούς επιδράσεως, από το εξωτερικό ή εσωτερικό περιβάλλον και το σύνολο των διεργασιών που αναλαμβάνει ο οργανισμός για την αποκατάσταση των ιστικών βλαβών που προκλήθηκαν. Ο σωματικός πόνος είναι η αισθητηριακή αντίληψη ενός έντονου ερεθισμού των οργανικών ιστών, [είτε προέρχεται από μια βλάβη στην επιφάνεια του σώματος, πχ., τραυματισμός, ή κάκωση, είτε προέρχεται από παθολογικές καταστάσεις που αφορούν την εσωτερική δομή του οργανισμού, πχ., παθήσεις των αρθρώσεων, του ήπατος, της καρδιάς, ή των άλλων σπλάγχνων], ο οποίος εγγράφεται αμέσως στο εγώ, ως εικόνα τραυματισμένου μέλους που απομονώνεται, αποσπασμένο από το υπόλοιπο σώμα και αποσκοπεί στην επικέντρωση της προσοχής του ασθενούς στο πάσχον όργανο. Ο πόνος δεν εδράζεται στην περιφέρεια, εκεί όπου συνέβη η ιστική καταστροφή διότι εκεί φαντασιώνεται. Εδράζεται στον εγκέφαλο κι εκδηλώνεται ως οδυνηρή αίσθηση στην πληγωμένη περιοχή. Κατά τον Π.Ο.Υ., ο πόνος είναι ένα υποκειμενικό σύμπτωμα, ένα οδυνηρό φαινόμενο, μια δυσάρεστη αίσθηση, μια ζοφερή εμπειρία που συνδέεται με ιστικά τραύματα ή έχει αμιγέστερη ψυχογενή προέλευση και, όσο και εάν ο ορισμός αυτός τελεί ήδη υπό αναθεώρηση, η ψυχική του προέλευση, γενικά δεν αμφισβητείται [82].

Σχεδόν παντού στο σώμα υπάρχουν αισθητικοί υποδοχείς, δηλαδή κύτταρα τα οποία είναι εξειδικευμένα να διακρίνουν μεταβολές στην ανατομική ακεραιότητα ή τη λειτουργική επάρκεια κάθε επιφανειακού οργάνου ή εσωτερικού σπλάχνου. Ο φλοιός "ενημερώνεται" για την δράση επώδυνου ερεθίσματος στους περιφερικούς ιστούς μέσω κεντρομόλων νευρικών οδών, που συνδέουν κάθε αισθητικό υποδοχέα, οπουδήποτε στο σώμα με εγκεφαλικά κέντρα. Στον εγκεφαλικό φλοιό, όπου έχει κωδικοποιηθεί ολόκληρο το σώμα, συνειδητοποιείται η περιφερική εντόπιση του πόνου και "αποφασίζονται" οι συνειδητές επιλογές και οι δράσεις που πρέπει να αναληφθούν για την αποφυγή του και την αναχαίτιση της δυσμενούς επιδράσεως του βλαπτικού παράγοντα που τον προξένησε. Πέρα όμως από την συνειδητή αξιολόγηση και αντιμετώπισή του, και μάλιστα σε χρόνο προγενέστερο της άφιξης του σήματος στον φλοιό, ο πόνος προκαλεί αυτόματες και ασύνειδες αντιδράσεις στις λειτουργίες του σώματος (π.χ. ταχυκαρδία, υπέρταση, μυδρίαση, εφίδρωση, αγγειοδιαστολή δέρματος) καθώς και αυτόματες ακούσιες κινητικές αντιδράσεις "φυγής", πέρα από το εκούσιο "σχέδιο δράσης" που θα επεξεργαστεί και θα διατάξει τελικά ο φλοιός. Για να μπορέσει ένα βλαπτικό ερέθισμα να ενεργοποιήσει τους περιφερικούς υποδοχείς του πόνου, πρέπει να έχει δυναμικό ενέργειας, ικανό, ώστε να ξεπεράσει την ουδό (το κατώφλι) πόνου του συγκεκριμένου υποδοχέα, ώστε να καταστεί επώδυνο. Με τον τρόπο αυτό αποκλείονται ερεθίσματα που δεν έχουν ικανό βλαπτικό χαρακτήρα, αλλά είναι απότοκα συνήθους εκθέσεως στα πλαίσια των βιολογικών εξελίξεων ή της αντικειμενικής εμπειρίας. Έχει πειραματικά και από την εμπειρία αναγνωρισθεί ότι ένα συγκεκριμένης βαρύτητας ερέθισμα απολήγει στην πρόκληση διαφορετικής εντάσεως οδυνηρού αισθήματος, αλλά και σε διαφορετική διάδοση και επεξεργασία του μηνύματος στο νευρικό σύστημα, λόγω χημικών διαφορών σε κυτταρικό επίπεδο. Το νευροφυσιολογικό προφίλ στην πρόσληψη του πόνου, που διαφέρει από άτομο σε άτομο, εξαρτάται από γενετικά, αλλά και συμπεριφοριολογικά χαρακτηριστικά. Τα τελευταία ερείδονται πάνω σε εμπειρικά δεδομένα. Πράγματι ο άνθρωπος είναι εξοικειωμένος με τον πόνο, κι έχει προετοιμαστεί ψυχολογικά να τον υποστεί  σε άπειρες ευκαιρίες κατά τη διάρκεια της ζωής του, αφού τη φοβερή αυτή φρικτή εμπειρία τη βιώνει ως αναπόφευκτη και συμβατή με τις εκδηλώσεις πολλών πτυχών της ζωής του, από τη γέννηση μέχρι το θάνατο. Αντίθετα, στο ανθρώπινο υποσυνείδητο δεν υπάρχει "εγγραφή" σχετικά με το θάνατο και ο άνθρωπος "μιλάει" γι αυτόν με βάση την εμπειρία του από την κοινωνική του ζωή.

Όπως προειπώθηκε, ο ουδός του πόνου διαφέρει από άτομο σε άτομο για λόγους φυσιολογικούς [σωματική αντοχή], ψυχολογικούς ή ιδεολογικούς ή ακόμη και λόγω χρόνιας άσκησης και παιδείας [άσκηση στην καρτερικότητα, γυμναστές, αθλητές, παλαιστές]. Ανάλογα με τη ρύθμιση του ουδού διέγερσης, η αντοχή στον πόνο διαβαθμίζεται, έτσι που ακόμη και στο ίδιο άτομο ο ουδός του ερεθίσματος, μπορεί να αναρυθμισθεί, υπό ιδιαίτερες συνθήκες, όπως συμβαίνει στα άτομα με συγκεκριμένη ιδιοσυστασία ή στα επηρεασμένα από ιδεολογικά, θρησκευτικά ή άλλα κίνητρα. Χαρακτηριστικό και εντυπωσιακό παράδειγμα είναι το "Κινέζικο βασανιστήριο της σταγόνας": Ακινητοποιημένος ο βασανιζόμενος δέχεται την πτώση μιας σταγόνας νερού πάντα στο ίδιο σημείο για πολλές ώρες. Στην αρχή η πτώση αυτή δεν καταφέρνει να διαβεί την ουδό του πόνου, έτσι που η αίσθηση του νερού στο σώμα δεν είναι επώδυνη. Η συνεχής όμως τοπική διέγερση τελικά προκαλεί πλήρη αναρύθμιση του ουδού και η σταγόνα προκαλεί ολοένα και πιο αβάσταχτο πόνο. Η υποκειμενική τελική αξιολόγηση για το πόσο πονάμε και πόσο «δυστυχείς» ή «αδύναμους» μας κάνει αυτό, εξαρτάται κατά πολύ από την κατά περίπτωση ιεράρχηση των αναγκών και την εστίαση της προσοχής μας στα διάφορα ερεθίσματα που την διεκδικούν. Ακόμη και μεγάλης εντάσεως πόνοι υποτιμούνται, εφόσον ταυτόχρονα αξιολογούνται άλλες προτεραιότητες για δράση, όπως πχ., συμβαίνει με τον τραυματία στη μάχη, που αγνοεί τους αφόρητους πόνους εκ του τραυματισμού, έχοντας σε πρώτη προτεραιότητα την προστασία της ζωής του. Η οδός διάδοσης του πόνου και η τοπογραφική αναγνώριση εκ μέρους του εγκεφάλου, μερικές φορές δεν άμοιρα "λαθών" και "παραδόξων", που οφείλονται στην κατασκευή και τις ιδιότητες των αρμόδιων νευρικών κυκλωμάτων. Χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι το φαινόμενο "προβολής" του πόνου, όπου ο πόνος γίνεται αντιληπτός σε άλλο σημείο από αυτό που πράγματι πάσχει, κυρίως στις καλούμενες ζώνες του Head, που είναι περιοχές στην επιφάνεια του σώματος, όπου αντανακλάται ο πόνος που οφείελται σε διαταραχή, ιδίως, μερικών σπλάχνων και ο πόνος του "μέλους-φάντασμα": Στο πρώτο παράδειγμα εντάσσεται ο πόνος του εμφράγματος, που μπορεί να προβάλλει σε πολλά εκτός της καρδιάς σημεία, ενώ το δεύτερο αναφέρεται στον ασθενή που έχει ακρωτηριαστεί κάποιο άκρο του, αυτό όμως εξακολουθεί να του προκαλεί πόνο, που γίνεται αντιληπτός όχι στο σημείο του ακρωτηριασμού αλλά στο… ανύπαρκτο πλέον μέλος, σαν να εξακολουθεί να υπάρχει!

Εκτός, όμως, από τις υποκειμενικές παραμέτρους διαμορφώσεως της συνειδητοποιούμενης εντάσεως του πόνου αναμιγνύονται πληθώρα παραγόντων, που θα μεσολαβήσουν μέχρι την τελική «κοινωνική» έκφραση του πόνου. Μεταξύ αυτών η ηλικία, οι πολιτιστικές παραδόσεις και κανόνες, το αίσθημα ασφάλειας ή όχι σ΄ ένα συγκεκριμένο περιβάλλον, οι προηγηθείσες εμπειρίες, είναι ένα δείγμα μόνο, από τους ηθμούς που θα παρεμβληθούν μέχρι την τελική αντίληψη του πόνου εκ μέρους του πάσχοντος. Δίπλα σ αυτά, έρχονται να προστεθούν και παράγοντες που αφορούν ιδιαίτερα την σύγχρονη κλινική πρακτική (άρρωστοι κατεσταλμένοι σε εντατικές μονάδες, νοσηλευόμενα νεογνά, άτομα με ψυχοκινητικά προβλήματα), οι οποίοι έχουν ανοίξει έναν νέο διάλογο ευαισθητοποίησης για το πόσο πονάει αυτός που δεν μπορεί να μας το πει.

Ο προγραμματισμένος πόνος, δηλαδή, εκείνος που προκαλείται με την ευκαιρία μιας θεραπευτικής επεμβάσεως καθώς επίσης και ο αναμενόμενος πόνος, εκείνος δηλαδή του οποίου το αιτιολογικό υπόστρωμα είναι γνωστό, συνειδητοποιημένο κι ενεργό, είναι πόνοι που δυναστεύουν τη σκέψη του ασθενούς, καθηλώνουν την προσοχή του και καθιστούν τον ουδό του πόνου πολύ υψηλότερο. Είναι βέβαιο ότι η αιφνίδια και εκτεταμένη βλάβη, απότοκη πχ., τραυματισμού δεν προκαλεί αμέσως μεγάλο πόνο, όπως είναι γνωστό από την ιστορία, τη λογοτεχνία και την κοινή εμπειρία, καθώς το νευρογενές shock απομακρύνει το ενδιαφέρον του πληγέντος από το "γεγονός του πόνου", καθώς επικεντρώνει την προσοχή του στη διάσωση πολύ σημαντικότερου αγαθού, της ζωής, που κινδυνεύει από το ίδιο αίτιο που προκάλεσε τον πόνο, όπως ο τραυματισμός, η επίθεση από σαρκοφάγο ζώο ή ένοπλη επίθεση κλπ. Έτσι, ο πόνος, ο οποίος αναγγέλλει την έλευση της ιστικής βλάβης είναι ανύπαρκτος ή μηδαμινός, για όσο χρόνο απαιτείται να αποκατασταθεί η εκτίμηση του κινδύνου και η αποκατάσταση της ασφάλειας του βληθέντος. Ο τραυματισμένος στρατιώτης, πχ., που βλήθηκε από πυροβόλο όπλο, δεν αισθάνεται πόνο, ίσως ένα κάψιμο στην περιοχή όπου δέχτηκε το βλήμα, μέχρις ότου εκτιμήσει τη διαμορφωμένη κατάσταση σε σχέση με την επιβίωσή του. Αργότερα, όμως, όταν ενεργοποιείται η αισθητική ανταπόκριση, έχει αποκατασταθεί η προκληθείσα από τον αιφνιδιασμό κατάπληξη κι έχει ολοκληρωθεί η εκτίμηση των απωλειών, οπόταν οι νευρικές αντιδράσεις επικεντρώνουν στην περιοχή της ιστικής βλάβης. Ο ψυχολογικός τρόμος ή ο αιφνιδιασμός απενεργοποιεί τον ουδό διέγερσης του πόνου για όσο χρόνο απαιτεί η αποτίμηση των απωλειών, μετά την οποία εμφανίζεται ο πόνος, ως "δείκτης" της ιστικής βλάβης. Στις περιπτώσεις, όμως, προγραμματισμένου πόνου ή πόνου γνωστής και σε εκκρεμότητα τελούσης αιτιολογίας, ο προκαλούμενος πόνος είναι αφόρητος, καθώς η αναμονή, η επικέντρωση της προσοχής και η κεντρική επεξεργασία των αιτιολογήσεων μεγιστοποιούν όχι μόνο το αιτιολογικό γεγονός, αλλά και το ίδιο το δυσάρεστο επώδυνο αίσθημα. Στη βιβλιογραφία αναφέρονται περιπτώσεις όπου άτομα φοβούμενα την ένεση τοπικού αναισθητικού (ψυχολογική άπωση) ή επειδή συνέπεσε να μην υπάρχει η δυνατότητα εφαρμογής τοπικής ανιασθησίας ανέχτηκαν τον αφόρητο πόνο κατά την εξαγωγή δοντιού ή διάνοιξη αποστήματος χωρίς την παραμικρή αντίδραση. Αναμφίβολα, τα άτομα αυτά ένοιωθαν πόνο και μάλιστα ισχυρό, και λόγω ισχυρής φυσικής ιδιοσυστασίας, αλλά και επειδή με τον πόνο της επεμβάσεως ήλπιζαν ότι θα ανακουφιστούν από το βασανιστικό πόνο της νοσήσεως. 

Είτε πρόκειται για σωματικό είτε για ψυχικό, ο πόνος είναι η φανερή, εξωτερικευμένη έκφραση μιας ασυνείδητης σύγκρουσης. Οι νευροφυσιολογικές του εξαρτήσεις φαίνεται ότι δεν μπορούν να καταλάβουν σημαντικότερη θέση συγκριτικά με τις σε πολύ περιορισμένο βαθμό διευκρινισμένες ψυχισμικές του συντεταγμένες Ως εγγενής δυνατότητα, είναι μια δυνατότητα της οποίας ο άνθρωπος δεν είχε συνείδηση, μέχρι την ευκαιρία της πρώτης εμπειρίας: την εμπειρία έντονου ψυχικού κλυδωνισμού, πανικού, ρήξης, που κινητοποιεί μια αιφνίδια ψυχική αναστάτωση και κορυφώνεται με την αμυντική αντίδραση του εγώ [217]. Μια εμπειρία, η οποία όμως είναι παροδική, αφού μετά την άρση της αιτίας που την προκάλεσε, ο πόνος υφίεται και την ύφεσή του συνήθως συνοδεύει η λήθη. Ο παρατεταμένης διάρκειας πόνος, όμως, δεν είναι μόνο μια παροδική εμπειρία, αλλά ένας  ανατρεπτικός αιφνιδιασμός, μια πλήρης αποσάθρωση, που προκαλεί άμεσα τον απ΄ αρχής αναπρογραμμα­τισμό του· είναι, μια εκ βάθρων αναδιαμόρφωση, απότοκη της πολύ έντονης συναισθηματικής αξίας που αποδίδεται σε ό,τι ιστικό χάθηκε. Ακόμη και μετά την άρση του ερεθίσματος, ο πόνος έχει καταστεί μια τραυματική εμπειρία, που αλλοιώνει τη συμπεριφορά και θέτει υπαρξιακές και υπαρκτικές επιφυλάξεις. Έτσι, εκτός από τη δυσχερή κατανόησή του, ο πόνος περισσότερο από όλα τα συναισθήματα, αγάπη, μίσος, πάθος, ενοχή, ζήλια, εντοπίζεται στο όριο ανάμεσα στο σώμα και την ψυχή, αμέσως πριν από την παθολογική ανατροπή της ψυχής, πριν από την εκδήλωση της ψυχοπάθειας. Είναι ένα συναίσθημα με το οποίο συνειδητοποιούνται ακραίες μεταβολές, που ξεφεύγουν από την αρχή της ευχαρίστησης, της ασυνείδητης έντασης. Η ισορροπία ευχαρίστησης-δυσαρέσκειας που ασκεί κανονιστική λειτουργία στο ψυχικό σύστημα, ανατρέπεται. Το παραπάνω παράδειγμα του Κινέζικου μαρτυρίου μας θυμίζει ότι ο πόνος χρησιμοποιήθηκε και χρησιμοποιείται από τους ανθρώπους κατά κόρον ως μέσον παιδαγώγησης και εξαναγκασμού. Σύμφωνα με το γνωστό πρότυπο του μαστίγιου και του καρότου, της αμοιβής-τιμωρίας, στο οποίο ενθαρρύνουμε με ευχάριστα ερεθίσματα μια επιθυμητή συμπεριφορά για να επαναληφθεί και με δυσάρεστα αυτήν που θέλουμε να καταστείλουμε, η τιμωρία του σωματικού πόνου κατέχει τα πρωτεία της τιμωρίας ως το πιο πρόσφορο και πιο …εύγλωττο επιχείρημα! Δεν είναι και πολύ μακρινή η εποχή που είχε και τις ευλογίες των κυρίαρχων ιδεολογικών συστημάτων ως μέσο διαπαιδαγώγησης των παιδιών όχι μόνο στην οικογένεια αλλά και στο εκπαιδευτικό σύστημα, και βέβαια εξακολουθεί να είναι και στις μέρες μας η πιο διαδεδομένη μορφή ενδοοικογενειακής βίας. Οσο για την τιμωρία και τον εξαναγκασμό σε επίπεδο πολιτικών βασανιστηρίων, στη σύγχρονη εποχή έχουμε να …θαυμάσουμε πλέον πολύπλοκες μεθόδους επιβολής σωματικού αλλά και ψυχικού πόνου!

Ο πόνος, λοιπόν, εκτός από συνέπεια ενός ατυχήματος ή μιας ασθένειας αποτελεί αφ εαυτού μια παθολογία, σωματική και ψυχική με όλες τις συνέπειές της και είναι πλέον γνωστό ότι παρατεταμένα αλγεινά ερεθίσματα μπορούν να προκαλέσουν οριστική οργανική εγκεφαλική βλάβη. Ο εσωτερικός κλονισμός που προκαλεί ο παρατεταμένος, ιδίως, πόνος είναι τόσο δυνατός, που η εμπειρία που τον προκάλεσε θα εγγραφεί στη συνειδητή και ασυνείδητη μνήμη και θα ανακαλείται ως μνημονική εικόνα σε κάθε ευκαιρία ακόμη και ελαφριών διεγέρσεων των ευαισθητοποιηθέντων νευρικών κυττάρων. Η εμφάνισή του αιφνιδιάζει τον άνθρωπο, διαρρηγνύει τη σχέση του με το σώμα του και ανατρέπει την όποια ισορροπία είχε εγκαταστήσει με τον εαυτό του. Όσον αφορά την οδυνηρή συγκίνηση, εκείνη συσσωρεύεται ως κατάληψη στο εσωτερικό τού εγώ, μέχρι του βαθμού διαρρήξεως του προστατευτικού του κελύφους [161], αφού αδυνατεί να "συμφιλιωθεί", μ΄αυτή την καταιγιστική και απότομη ανατροπή της ισορροπίας του, που προέκυψε με την απώλεια του οργάνου που πάσχει ή του μέλους που προσβλήθηκε.  Η κάμψη του εγώ έναντι του σωματικής αιτιολογίας πόνου έκανε τον Freud (στο έργο του Σχέδιο Επιστημονικής Ψυχολογίας) να πιστεύει ότι ο σωματικός πόνος είναι κάτι που θα μπορούσε και θα έπρεπε να γεννήσει ένα ψυχικό πόνο, δεδομένου ότι συνεπάγεται μια εξωγενή ανατρεπτική εισβολή στο εσωτερικό του ψυχικού συστήματος. Έτσι, ο σωματικός πόνος επιστρέφει ως ψυχοσωματικό σύμπτωμα, ενοχή ή, ακόμη, και παραπτωματική πράξη από την ανάμνηση και μόνο του δυσάρεστου επεισοδίου που τον προκάλεσε. Το εγώ, κατακερματισμένο από την επιθετική εισβολή που προξένησε η ιστική καταστροφή, θα προσπαθήσει, στη συνέχεια, να αποκαταστήσει την βλάβη, όχι όμως, βέβαια, την πραγματική ιστική βλάβη, αλλά την ψυχική αναπαράστασή της. Ενόσω όμως το εγώ επιχειρεί να επενδύσει την αναπαράσταση και όχι το αιτιολογικό της υπόστρωμα, ο μεν πόνος δεν θα μειώνεται, καθώς η ιστική αφορμή δεν θα υποστρέφεται, η δε αναπάραστασή του θα επιδεινώνεται, θεωρούμενη από το εγώ ως αποτυχία αποκαταστάσεως. Επομένως, ο ασθενής βιώνει μια συναισθηματική κατάρρευση. Δηλαδή το εγώ αντί να περιθάλπει την ιστική βλάβη περιθάλπει το σύμβολο της ιστικής βλάβης, από το οποίο κρέμεται με όλο του το είναι. Το ανεπιτυχές εγχείρημα τού εγώ για αποκατάσταση της ισορροπίας συνεπάγεται τη συνειδητοποίηση μιας ρήξης, ο ασθενής επιφορτίζεται με απορριπτικά χαρακτηριστικά, η εικόνα κύρους και αυθεντικότητας με την οποία αναμιγνυόταν στην κοινωνία θρυματίζεται, του προσάπτονται αιδώ κι ενοχές, αναπεριγράφεται από ισχυρό και επιβλητικό δημιούργημα σε συνοθύλευμα αποσαθρωμένων βιοαντιδράσεων, ανερμάτιστων καταλύσεων, όπου η ζωή ανατρέπεται, η ψυχή αναποδογυρίζεται η σκέψη αναχαιτίζεται και τα συναισθήματα υποστρέφονται.

Η κατάρρευση ενισχύεται από το γεγονός ότι ο σύγχρονος άνθρωπος έχει εμποτισθεί από την πεποίθηση ότι η αρρώστια είναι καθαρά ζήτημα εκτροπής των τιμών των εργαστηριακών του εξετάσεων, που καθώς δεν βελτιώνονται αναπαράγουν τις συνθήκες αληθινού πόνου. Ο ασθενής καταχτιέται από μια όχι μόνο ανέλεγκτη, αλλά και προηγούμενα άγνωστη δύναμη, η οποία  κατακερματίζει την αυτοπεποίθησή του, του αποστερεί τη βεβαιότητα ότι μπορεί να κατανοεί τον εαυτό του, τον υποχρεώνει να δει πως ο εαυτός του και ο κόσμος είναι μάταιος, συμπτωματικός, ξεπερασμένος και ανίσχυρος. Ολόκληρο το οικοδόμημα της ευτυχίας, η χαρά της δημιουργικότητας, όλα μονομιάς καταρρέουνŸ η μέχρι τώρα πραγματικότητα χάνει τη σημασία της. Ο πόνος προκαλεί μια βαθειά απορρύθμιση της ψυχικής ακμαιότητας. Εκείνος που πονάει σωματικά είναι, για το λόγο αυτό και μόνο, ψυχικά άρρωστος. Αντιλαμβάνεται ότι η Αλήθεια δεν είναι με το μέρος του και, ίσως, δεν ήταν ποτέ. Νοιώθει ξαφνικά ότι η μοίρα του ήταν ζήτημα τύχης και τα όπλα που του διατέθηκαν, τον θωράκιζαν για άλλες επιβουλές. Η διαπίστωση συρρικνωμένων δυνατοτήτων, η επιβολή αναπρογραμματισμού, η βίαιη ανατροπή ισορροπιών και η διάρρηξη σχέσεων, συντείνουν στην πλήρη αποδιοργάνωση και δείχνουν την ερείπωση, το θάνατο.

Από πολύ παλιά, οι άνθρωποι είχαν επινοήσει κάποιους τρόπους να μειώνουν τον πόνο με "υπνωτικά ή ναρκωτικά φάρμακα" και εντυπωσιακή υπήρξε στον τομέα αυτόν η παρουσία του Διοσκουρίδη στους ελληνικούς και ρωμαϊκούς χρόνους, ενώ αργότερα, χρησιμοποιήθηκε ο υοσκύαμος, ο μανδραγόρας, τα οινοπνευματώδη, η κοκαΐνη, το όπιο και το αλκλοειδές παράγωγό του, η μορφίνη (από το όνομα του Μορφέα, θεού του ύπνου) και η ηρωΐνη, που ονομάστηκε έτσι, επειδή χορηγούταν στους τραυματισμένους ήρωες, μέχρι τα μέσα του 19ου αιώνος, εποχή κατά την οποία για πρώτη φορά δόθηκε το όπιο υπό μορφή ενέσεως από τον Alex Wood. Γκραβούρες από τους προηγούμενους αιώνες μας δείχνουν οδοντιατρικές ή ακρωτηριαστικές επεμβάσεις με τον άρρωστο να κρατάει ένα μπουκάλι κρασί! Κατά καιρούς, η χειρουργική χρησιμοποίησε πολλά πρακτικά μέσα [φυσικά, όπως η ψύξη, τεχνικά όπως η περίδεση και η περίσφιξη περιφερικών νεύρων, η ίσχαιμη περίδεση  ή και ψυχολογικά, όπως ο υπνωτισμός] για να μετριάσει τον πόνο από τις επεμβάσεις. Οι χειρουργοί της πριν από την εισαγωγή της αναισθησιολογίας εποχής, εκμεταλεύονταν το άλλοτε άλλης διάρκειας χρονικό διάστημα που μεσολαβούσε από την πρόκληση της ιστικής βλάβης ικανής να προκαλέσει ισχυρό, επώδυνο αίσθημα και της εμφανίσεώς του προκειμένου να ολοκληρώσουν μια επέμβαση και είχαν αναπτύξει τεχνικές ραγδαίων επεμβάσεων και εκπληκτικής δεξιότητας. Πραγματικά, ένα από τα σημαντικότερα προσόντα των χειρουργών της εποχής ήταν η ταχύτητα τέλεσης της όποιας επεμβάσεως, προκειμένου να μετριασθεί το νευρογενές shock και να επωφεληθούν από την "ανερέθιστη περίοδο" της επώδυνης επεμβάσεως. Η εξυπνάδα της ορθής ενδείξεως, η αστραπιαία ταχύτητα των εγχειρητικών χειρισμών και η δεξιοτεχνία του επεμβαίνοντος αναπλήρωναν την έλλειψη της ναρκώσεως, σε τέτοιο βαθμό, ώστε μετά την εισαγωγή του χλωροφορμίου "ο κάθε ηλίθιος μπορούσε να γίνει χειρουργός".

Σήμερα στην κλινική ιατρική, η οποία αντιμετωπίζει αυξανόμενο επιπολασμό ασθενών με καρκίνο και θύματα τροχαίων, οι οποίοι συχνά υποφέρουν από χρόνιους ισχυρούς πόνους και η αλόγιστη χρήση οπιοειδών θα τους έκανε (και έκανε ενίοτε αρκετούς) εξαρτημένους, διατίθενται αναλγητικά φάρμακα που δρουν τόσο περιφερικά, αδρανοποιώντας τους υποδοχείς πόνου, όσο και κεντρικά, καταστέλλοντας τα κέντρα του πόνου στον εγκέφαλο. Είναι ευχάριστη η στροφή της σύγχρονης ιατρικής στην αντιμετώπισή του: «Ιατρεία πόνου» έχουν τεθεί σε λειτουργία ακόμη και στην χώρα μας για τους εξωτερικούς ασθενείς, και μια καμπάνια ευαισθητοποίησης έχει ξεκινήσει και για τον επαναπροσανατολισμό των ενδονοσοκομειακών τακτικών, ώστε να μην είναι τα νοσοκομεία κολαστήρια πόνου, με γιατρούς ηρωικούς μεν απέναντι στην ασθένεια αλλά ανάλγητους απέναντι στον ασθενή.

 

 

Επίσης μεγάλη έκταση έχει λάβει η συζήτηση, αναφορικά με την υποχρέωση της ιατρικής να προστατεύει τους ασθενείς της από τους ανυπόφορους πόνους, καθώς επίσης και με το δικαίωμα του ασθενούς να διατηρεί ακέραιη την συνείδησή του και την διαύγεια της σκέψης του. Η συζήτηση αυτή, όπως είναι επόμενο, εμπλέκεται ζωηρά με το ζήτημα της ευθανασίας, επειδή η αποφυγή του πόνου και η απώλεια της αξιοπρέπειας του ασθενούς αποτελούν ένα από τα ισχυρότερα επιχειρήματα της νομιμοποιήσεώς της. Βέβαια, πρέπει να παρατηρήσουμε ότι αν κάθε αίτημα ευθανασίας κατανοείται μέσα από το πλαίσιο τέτοιας εκτάσεως ψυχικής ανατροπής, ασφαλώς δεν μπορεί να ικανοποιείται. Πρέπει να αναγνωρίζεται ως κλινικό σημείο της συνδυασμένης ιστικής βλάβης με την ψυχονοητική σύγχυση που προκάλεσε. Ένας τέτοιος άρρωστος, στον οποίο ο πόνος και η προσωπική απαξία που προκαλεί η ανίατη αρρώστια και η εξάρτησή του από συσκευές υποκαταστάσεως σωματικών λειτουργιών είναι άτομο απεριόριστης συμπάθειας, αλλά μειωμένου καταλογισμού. Εξ άλλου, ακόμη και οι θιασώτες της εκούσιας ευθανασίας προϋποθέτουν, προκειμένου να γίνει δεκτό ένα αίτημα ευθανασίας, εκτός από την επακριβή πληροφόρηση του ασθενούς και την ψυχοδιανοητική του επάρκεια. Τα αιτήματα για ευθανασία και ιατρική συνδρομή σε αυτοκτονία συχνά μεταβάλλονται μετά την παροχή ολοκληρωμένης παρηγορητικής φροντίδας. Τα άτομα, επομένως, που ζητούν ευθανασία ή υποβοηθούμενη αυτοκτονία θα πρέπει να διαθέτουν πρόσβαση σε εξειδικευμένα κέντρα παροχής παρηγορητικής θεραπείας και περιθάλψεως.   

 

[1] Ψαλμός 142ος

[2] Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς (ΕΠΕ, Θεσσαλονίκη 1985, τ.9. σελ.264