ΕΥΘΑΝΑΣΙΑ - η διαχείριση της ζωής και του θανάτου - η Σύγχρονη Ιατρική

Στο κεφάλαιο αυτό, επιχειρείται να παρουσιασθεί η ιατρική, ως επιστήμη, τέχνη και συμπεριφορά, που ασκείται στα πλαίσια του αγοραίου αποσχηματισμού της κοινωνίας και δέχεται επιδράσεις από τις κοινωνικές εξελίξεις ή συμβάλλει στη διαμόρφωσή τους, διαθέτοντας τις δικές της εξελίξεις και αλλαγές.

 

I

 

    Μάλιστα δε μοι δοκεί
Περί ταύτης δείν λέγοντα της τέχνης
Γνωστά λέγειν τοίσι δημότισι.
Ού γαρ περί άλλων τινών ούτε ζητείν
Ούτε λέγειν προσήκει ή περί των παθημάτων
ων αυτοί ούτοι νοδέουσί τε και πονέουσι,
Αυτούς μεν ούν τα σφέων αυτών παθήματα
καταμαθείν ως γίνεται και παύεται
και δ΄οίας προφάσιος αύξεται τε και φθίνει,
δημότας εόντας ου ρηίδιον∙
υπ΄άλλων ευρημένα και λεγόμενα ευπετές,
Ουδέν γαρ έτερον ου αναμιμνήσκεται έκαστος ακούων των αυτω  συμβαινόντων,
Ει δε τις των ιδιωτέων γνώμης αποτεύξεται
και μη διαθήσει τους ακούοντας ούτως
του εόντος αποτεύξεται.
Και δια ταύτα ούν ταύτα ουδέν δει υποθέσιος [160].

 "Βεβαίως εγώ φρονώ ότι ο ιατρός πρέπει συνεχώς να πληροφορεί το κοινό για της ιατρικής τέχνης τη γνώσηŸ γιατί αυτός [ο επιστήμονας] δεν θάπρεπε να αναζητάει ούτε και να συζητάει για άλλα πράγματα παρά μόνο για τα παθήματα των ανθρώπων, που τους αρρωσταίνουν και τους κάνουν να υποφέρουν. Το κοινό, όντας απλοί άνθρωποι, δεν είναι εύκολο να μάθει από μόνο του, επακριβώς, για το πως προκαλούνται και πως παύονται οι αρρώστιες του ούτε για τους παράγοντες, που τις επιδεινώνουν ή τους ανακουφίζουν. Άμα όμως κάποιος άλλος, που τάχει σπουδάσει, τους τα πει, τότε όλα γίνονται αντιληπτά και κατανοούνται. Έτσι ο καθένας που τάκουσε, δεν γίνεται παρά να θυμάται  και να καταλαβαίνει αυτά που του συμβαίνουν. Κι άμα ο γιατρός περιφρονήσει τη γνώμη των απλών ανθρώπων και δεν διαφωτίσει τους ακροατές του με αυτόν τον τρόπο έχει χάσει την ουσία της τέχνης του.  Για όλα αυτά τα παραπάνω δεν χωράει καμιά νέα υπόθεση”. Αυτά έγραφε ο Ιπποκράτης στο μικρό σε όγκο αλλά σπουδαίο και απροσπέραστο σε σημασία έργο του, "περί αρχαίης ιατρικής", ένα έργο που, ασφαλώς, ανήκει στο διαρκές παρόν.  

Η ιατρική ως επιστήμη και κλινική τέχνη (πρόληψη, διάγνωση, θεραπεία, αποκατάσταση, ψυχοϋποστήριξη, παρηγορία) ασκείται αποκλειστικά μέσα στα διακανονισμένα πλαίσια του προκείμενου κοινωνικού γίγνεσθαι, διερευνώντας όλα εκείνα ... "υφ ών γίγνεται τε και φθείρεται, πανθ΄όσα γένεσιν και φθοράν επιδέχεται.." [143]. Εξελισσόμενη, όχι μόνο στη βάση εισακτέων επιτευγμάτων των υποστηρικτικών της επιστημών, όπως η βιολογία, η βιοχημεία και η φαρμακολογία, αλλά και στη βάση των ροπών των κοινωνικών μεταμορφώσεων. Όπως ο ίδιος ο Ιπποκράτης στο περίφημο περί "αέρων, υδάτων και τόπων " κείμενό του το είχε με απαράμιλλη οξυδέρκεια επισημάνει, τα αίτια που προκαλούν κι επιδεινώνουν τις παθολογικές εκτροπές της υγείας των ανθρωπίνων όντων συναρτώνται με τις συγκεκριμένες χωροβιονομικές συνθήκες, που επικρατούν σε κάθε τόπο, όπου διαβούν και εργάζονται άνθρωποι. Όπως είναι αναμενόμενο, οι αντιλήψεις περί την άσκησή της προσαρμόζονται στις μεταβολές των κοινωνικών αντιλήψεων, ώστε η σύγχρονη, καθημερινή ιατρική πρακτική διαμορφώνεται πάνω στη μηχανιστική/οικονομική ιδεολογία με την οποία αποτιμώνται τα κοινωνικά ζητήματα και εκπονούνται σχέδια δράσεως.

Η ιατρική έχει διατρέξει μια εκπληκτική διαδρομή, με αστρικές ταχύτητες, στο διάστημα των τελευταίων 150 ετών. Καθυπόταξε τις λοιμώξεις και πολλές εκρίζωσε, απαλλάσσοντας την ανθρωπότητα από μάστιγες, όπως η φυματίωση, η πανώλης, η πολιομυελίτιδα, η ελονοσία, ο τυφοειδής πυρετός, ο επιλόχειος πυρετός και η περιγεννητική νοσηρότητα και θνησιμότητα, για να αναφέρουμε μόνο ψήγματα από την εκπληκτική πρόοδο που σημείωσε. Παράλληλα με την επιτυχή έκβαση του αγώνα κατά των λοιμωδών νοσημάτων που αποδεκάτιζαν ολόκληρο τον γνωστό κόσμο, μεγάλες πρόοδοι σημειώθηκαν στην διακρίβωση της αιτιοπαθογένειας και στο σχεδιασμό θεραπευτικών προγραμμάτων των παθήσεων φθοράς, όπως ο καρκίνος, με την εισαγωγή των κυτταρολογικών εξετάσεων από τον Γ, Παπανικολάου. Η εποχή της βιοχημείας, της  χυμοβιολογίας και της γενετικής είχε ανατείλει πλέον οριστικά με τα επαναστατικά έργα των Beatle και Tatum[1] επί των γονιδίων, που είχε μερικά χρόνια πριν ανακαλύψει ο Τ. Morgan.

Αργότερα, οι Chargaff Watson και Crick από κοινού με τον Wilkins και την R. Franklin ολοκλήρωσαν την εικόνα του DNA, αναγνωρίζοντας τη διπλή έλικα, από δύο αντιπαράλληλες πολυνουκλεο­τι­δι­κές αλυσίδες με ταυτόσημη δομή. Η εποχή των ετερομοσχευμάτων είχε ανατείλει με τον Α Carrel, που έμελλε να πραγματοποιήσει θεραπευτικά θαύματα με τη βοήθεια της ανοσοβιολογίας, τις ανακαλύψεις στο πεδίο της κυτταρικής ανοσίας και της ιστοσυμβατότητας και τις καταιγιστικές ανακαλύψεις στο τομέα των μηχανισμών απορρίψεως μοσχευμάτων (Dausset) και των μονοκλωνικών αντισωμάτων (Milstein). Στην έξοδο του 19ου αιώνα συνωστίζονται καταιγιστικές ανακαλύψεις, που εκτόξευσαν την ιατρική από τον εμπειρισμό στην περιοχή της αμιγούς επιστήμης, με την ανακάλυψη των ακτίνων Χ, της ακτινοβολίας, την αναβάθμιση της μικροβιολογίας και της ορολογικής διάγνωσης, της κατανοήσεως της φύσεως της φλεγμονής από τον Metchnicoff (1845-1916)[2], την περιγραφή των αντιτοξινών, την περιγραφή της σύμφυτης και προσαρμοσμένης ανοσίας και την εισαγωγή της οροθεραπείας. Γίγαντες της ερευνητικής ιατρικής, όπως ο Pasteur, ο Golgi, ο Pfeifer, ο Ehrlich, ο  Bordet, ο Widal, ο Wright, ο McLeod, ο Laveran, ο Richet, ο Loffler, ο Reed επέφεραν ρηξικέλευθες μεταβολές και κατέστησαν την ιατρική επιστήμη.  Δεν πρέπει να παραλειφθεί ο Freud, ο μεγάλος "βιολόγος της ψυχής" –όπως του άρεσε να αυτοαποκαλείται, που εισάγοντας τη μέθοδο των ελεύθερων συνειρμών επικοινωνίας, δηλαδή την ψυχανάλυση, έδωσε, μαζύ με τους μεταγενέστερους Jung και Adler μια ισχυρή ώθηση στην παγκόσμια ψυχιατρική. Στον τομέα της θεραπευτικής έγιναν επίσης άλματα και παρουσιάσθηκαν εκκωφαντικές δημοσιεύσεις, όπως η ανακάλυψη των σουλφοναμιδών, της πενικιλλίνης, των χημειοθεραπευτικών και αντιβιοτικών φαρμάκων.

Ώσπου φτάσαμε στο 1961, χρονιά κατά την οποία ολοκληρώθηκε η αποκρυπτογράφηση του γενετικού κώδικα, από τους Niremberg και Methai, που καθορίζει την αντιστοιχία –τον κλειδάριθμο- της αλληλουχίας των βάσεων του κωδικεύοντος DNA προς την αλληλουχία των αμινοξέων στην πεπτιδική αλυσίδα της πρωτεΐνης που συντίθεται [173].

Η εξέλιξη της ιατρικής υπήρξε ραγδαία κατά τις επόμενες δεκαετίες, καθώς ακολούθησε τις ραγδαίες επιδόσεις του οικονομικού μοντέλου της ελεύθερης οικονομίας με την άκρατη εκβιομηχάνιση, τη συσσώρευση πλούτου και τον εγκλωβισμό της ιατρικής ερευνητικής σκέψης και δυναμικής στα βιομηχανικά πλάνα της εποχής. Η ογκώδης παρουσίαση επιτευγμάτων προκάλεσε την πολυδιάσπαση της ιατρικής περιθάλψεως και έθεσε την ιατρική σε μια ιλλιγγιώδη ταχύτητα, επιβάλλοντας αναμόρφωση των προγραμμάτων των ιατρικών σπουδών και ταχείες μεταβολές της καθημερινής ασκήσεως της κλινικής επιστήμης, υπό την πίεση της αχαλίνωτης εμπορευματοποιήσεως της διαγνωστικής, της χειρουργικής  θεραπευτικής και της φαρμακολογίας. Ήδη έχει αρχίσει να συντελείται η εκτεχνίκευση της ιατρικής, διασπώμενη σε πολλές υποειδικότητες και επικουρούμενη, αλλά και καθοδηγούμενη από την καλπάζουσα τεχνολογία, με την οποία είναι πλέον δυνατή η αντικατάσταση παθολογικών λειτουργιών με τεχνολογικές απομιμήσεις της ζωής. Από τα μέσα του 20ου αιώνα, η ιατρική διέθετε έναν τεράστιο εργαστηριακό εξοπλισμό και, ενισχυμένη από τις εκπληκτικές προόδους της βιοχημείας της βιολογίας, της μηχανοβιολογίας, της ηλεκτρονικής και της πληροφορικής, έφτασε σε ακραία όρια διαγνωστικών και θεραπευτικών δυνατοτήτων, αλλά ταυτόχρονα έγινε πολύ ακριβή, επειδή κάθε νέα ανακάλυψη, έστω και εάν προερχόταν από δημόσια πανεπιστήμια, όπως συχνότερα συνέβαινε, ή από ερευνητικά κέντρα υποστηριζόμενα από κρατικές χρηματοδοτήσεις ή οργανισμούς μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, καθίστατο αμέσως αντικείμενο εκμεταλλεύσεως των ιδιωτικών επιχειρηματικών κύκλων. Με τη  χαρτογράφηση του ανθρώπινου γονιδιώματος, η ιατρική εισήλθε σ΄ένα αχανή κόσμο καινοφανών ενδεχομένων και προσδοκιών, αλλά ταυτόχρονα κατέστη υποτελής των οικονομικών της χορηγών, οι οποίοι διεκδίκησαν και, σε μεγάλο βαθμό, πέτυχαν να οικειοποιηθούν ολόκληρες περιοχές γενετικού υλικού ανθρωπίνων υπάρξεων, ζώων ή φυτών, από τη μελέτη των οποίων ήταν δυνατή η μαζική παραγωγή φαρμάκων, γενετικά τροποποιημένων ζώων και φυτών, αλλά ταυτόχρονα και επικράτηση του ιδιωτικού κεφαλαίου που τα προωθούσε.    

  Από τη μια πλευρά, οι τεχνικές διατηρήσεως της ζωής ενός βαρέως πάσχοντος έχουν παρουσιάσει αλματώδη εξέλιξη, η ενδονοσοκομειακή θνησιμότητα έχει μειωθεί δραστικά, και τα συστήματα υγείας μπορούν να υπερηφανεύονται για την αποτελεσματικότητά τους, από την άλλη, καθημερινά αυξάνει ο αριθμός των ασθενών με χρόνιες ανίατες παθήσεις, απειλητικές για τη ζωή και την ποιότητά της.  Κάθε χρόνο πεθαίνουν σε όλο τον κόσμο 52 εκατομμύρια άνθρωποι, ενήλικες, νέοι και παιδιά. Ένας στους δέκα θανάτους οφείλεται σε καρκίνο. Ταυτόχρονα πάνω από 40 εκατομμύρια άνθρωποι, 29 εκατομμύρια από τους οποίους Αφρικανοί, νοσούν από AIDS. Είναι επιτακτική ανάγκη, η ιατρική να εντείνει τις προσπάθειές και να βελτιώσει τις μεθόδους και τεχνικές της στην πρόληψη, την έγκαιρη διάγνωση, τη θεραπεία, την αποκατάσταση, αλλά και την παρηγορητική φροντίδα των συνανθρώπων μας. Είναι επιτακτική η ανάγκη αναλήψεως δραστικών πρωτοβουλιών και αναπτύξεως σχεδίων δράσεως που να υλοποιηθούν απαρέγκλιτα, για την υποστήριξη της προλήψεως, της θεραπείας και της παρηγορητικής φροντίδας.

 

ΙΙ

 Η φυσιογνωμία της ιατρικής επιστήμης και κλινικής τέχνης, που, κατά τον Αισχύλο (Προμηθέας) και τον Ευριπίδη (Ικέτιδες), είναι θείο δώρημα, ενώ, κατά τον Ιπποκράτη (περί αρχαίης ιατρικής) και τον Σοφοκλή (Αντιγόνη), αποτελεί, προς χάρη των πηγών της νοημοσύνης του, ανακάλυψη του ανθρώπου, έχει αλλοιωθεί από την παρείσφρηση σωρείας συγχυτικών παραγόντων στη λειτουργία της. Ιατροεπιδημικές αποκλί­σεις και νεωτερικές αντιλήψεις έχουν διεισδύσει ανεξέλεγκτα, διαμορφώνοντας και επιβάλλοντας μεταβολές στις νοοτροπίες και στη καθημερινή δράση. Ο σημαντικότερος από τους παράγοντες που επέβαλαν ρηξικέλευθη μεταβολή στην ιατρική συλλογιστική και κλινική πράξη στάθηκαν τα συνακόλουθα της, υπό καταιγιστικούς ρυθμούς, ανάπτυξης των υποστηρικτικών της επιστημών, όπως η μοριακή βιολογία, η εφαρμοσμένη φυσική και χημεία, που, με τη συνεπικουρία των συνεπειών της αγοραίας μεταμορφώσεως της κοινωνίας, προκάλεσαν σαρωτικές αλλαγές στον παγιωμένο τρόπο ασκήσεώς της από τους λειτουργούς της, αλλά και αποδοχής της πρακτικής της από το κοινό. Τον αναλυτικό λόγο της ιατρικής επηρεάζει βαθιά το συγκεκριμένο τοπικό ή ευρύτερο πολιτισμικό πλαίσιο, μέσα στο οποίο ασκεί τη τέχνη της και προάγει την επιστήμη της, καθώς ο πολιτισμός αρθρώνεται από τα ιδιαίτερα πρότυπα του σκέπτεσθαι και συναισθάνεσθαι  που συντελούν σ΄ ένα κοινό είδος συμπεριφοράς και αντιλήψεως, ακόμη και επί θεμάτων, όπως η υγεία, η αρρώστια και ο θάνατος. Έτσι, στο συγκεκριμένο, πολιτικο-οικονομικό πλαίσιο της αγοραίας μεταμορφώσεως της κοινωνίας μας, η ιατρική, από λειτούργημα, έγινε επάγγελμα και, στη συνέχεια, υπό τη διαβρωτική επέλαση της οικονομίας, που αγκύλωσε κάθε έκφανση της ζωής, έγινε κορεσμένο επάγγελμα, εντάχθηκε στον τριτογενή τομέα και σύρθηκε στον αδυσώπητο πόλεμο του ανταγωνισμού. Και ο ρόλος της, από κοινωνικός, που ήταν ανέκαθεν σήμερα έχει υποστραφεί σε καθαρά επιχειρηματικός, καθώς δεν παρωθείται να γίνει παρά μόνο μια ακριβή αγορά υπηρεσιών [54],  όπου την ακρίβεια των "προϊόντων" της ανταγωνίζεται, πλέον, μόνο η ανακρίβεια των στόχων της. Ο Jeremy Rifkin στο βιβλίο του Αιών της Βιοτεχνολογίας γράφει: "Βλέπουμε μπροστά μας το δέλεαρ των μεγάλων δρασκελισμών της προόδου και ένα λαμπρό μέλλον γεμάτο ελπίδες, αλλά μαζί με κάθε βήμα μας, μας καταδιώκει το βασανιστικό ερώτημα, με ποιο τίμημα άραγε; [185]".

Η ιατρική, από "σωτήρια τέχνη", που ο λαοπρόβλητος Προμηθέας έκλεψε από τον Όλυμπο για να σώσει τους ανθρώπους από το σχέδιο αφανισμού τους, που απεργαζόταν ο Δίας[3], μεταποιήθηκε σε μια υπερτροφική "βιομηχανία υγείας" και το υπό διαμόρφωση σύστημα θέλει τόσο τους ασθενείς συνανθρώπους μας, όσο και προπάντων τους υγιείς, καταναλωτές του παραγόμενου προϊόντος της (:υγεία). Οι άνθρωποι παροτρύνονται να αφεθούν σε μια ολοένα σαφέστερα οργανωμένη συγκεντρωτική ετεροδιαχείριση της υγείας τους, που αναγνωρίζεται πλέον ως εμπορεύσιμο αγαθό (: προϊόν), από το οποίο η προσωπική μέριμνα, η "τέχνη της ζωής", η "αρετή" και η "υγιεινή" –που φυσικά, παρά την τεράστια κοινωνική σημασία τους, οικονομικά αποδίδουν πολύ λιγότερα- υποχωρούν προ της αυθάδους και δαπανηρής τεχνικής επεμβάσεως.

Η αποποίηση της ανθρωπιστικής συνεισφοράς στην κλινική/νοση­λευτική πράξη, που κατά βάση διατηρούσε το κόστος των νοσοκομείων σε χαμηλά επίπεδα, η απόταξη της φιλανθρωπικής πρωτοβουλίας ως μέσο κοινωνικής παιδαγωγίας και έμπρακτη απόδειξη αλληλεγγύης και η διαχειριστική ανάμειξη των οικονομικών παραγόντων (:managers) αλλοίωσε ουσιαστικά και το ρόλο και τη θέση του ιατρού. Με την οικονομικοποίηση της υγείας υιοθετήθηκαν νοοτροπίες εκβιομηχανισμού[4], δηλαδή αντιλήψεις ότι το "παραγόμενο στα νοσοκομεία προϊόν" πρέπει να έχει όχι μόνο το φθηνότερο, αλλά και το διαρκώς συμπιεζόμενο κόστος παραγωγής, ώστε  να δοκιμάζεται μ΄ επιτυχία στο στίβο του ανταγωνισμού, ήγουν να αποδίδει υπερκέρδη στους επιχειρηματίες υγείας, οι οποίοι επεκτείνοντας στο έπακρον τον κατακερματισμό της εργασίας, με τις επάλληλες εξειδικεύσεις, την εισαγωγή οικονομικίστικων αντιλήψεων και την επέλαση της τεχνολογίας, προκαλούν τον πλήρη απανθρωπισμό της. Πρέπει, επιπλέον, να έχει τη μεγαλύτερη δυνατή τιμή διαθέσεως. Η αποφασιστική για την ευτυχή έκβαση της ασθένειας σχέση ιατρού-ασθενούς, τέθηκε εντός παρενθέσεως, καθώς δεν μπορεί να αποτιμηθεί με οικονομικούς όρους και δεν είναι νοητή η συμπερίληψή της στη διαμόρφωση των "ανοικτών" ή "κλειστών" νοσηλίων. Ο κατακερματισμός της κλινικής εργασίας σε διαμερισματοποι­ημένους διαγνωστικούς και διακεκριμένους θεραπευτικούς τομείς οδήγησε στην αποπροσωποποίηση των σχέσεων ιατρού-ασθενούς και στη διεμβόλησή της από τις ασφαλιστικές εταιρείες, οι οποίες έχουν αναλάβει τον έλεγχο των κλινικών δράσεων και ιατρικών επιλογών στη βάση κριτηρίων ελεύθερης αγοράς. Υπό τις δεδομένες συνθήκες, η ιατρική ασκείται σε συνθήκες διαρκώς εντεινόμενου οικονομικού κινδύνου και συνεπώς διολισθαίνει αφομοιούμενη στον επιχειρηματικό κόσμο. Έτσι, "ό,τι κερδίζουν κάποιοι λίγοι σε χρήμα, το χάνουμε όλοι σε σχέση", όπως ευφυέστατα έχει παρατηρήσει ο Προκαθήμενος της Ελληνικής Εκκλησίας, προσθέτοντας ότι "η λεπτότητα των αισθημάτων του προσώπου εκτοπίζεται από τη βαρβαρότητα των συμφερόντων της εταιρείας[5]".  Το συναίσθημα και η ευαισθησία αντικαθίσταται, προοδευτικά από τη βία και τον υπολογισμό. Αυτό που καθόριζε την ιπποκρατική ιατρική, δηλαδή η πραότητα και η απότιση "φιλοφρονήσεων και τιμής" στον ασθενή, αντικαταστάθηκε από τη ψυχρότητα και το δεσποτισμό.

 

ΙΙΙ

 

 

Στη μεταβιομηχανική εποχή μας, η επαναστατική μεταστροφή που επέφερε η αγοραία μεταμόρφωση της κοινωνίας, είχαν άμεσο αντίκτυπο και δραματικές συνέπειες όχι μόνο σε πρακτικά ζητήματα, όπως η πρόληψη, η διάγνωση, η θεραπεία, η αποκατάσταση, η υποστήριξη και η παρηγοριά των ανιάτως πασχόντων και η δημόσια υγεία, αλλά και, πριν απ΄ όλα, στην ίδια τη στρατηγική συγκρότηση της ιπποκρατικής τέχνης, που με τη σειρά της επέφερε ισχυρούς κλυδωνισμούς στις παραδοσιακές βιοπροτεραι­ότητες. Η υπό καταιγιστικούς ρυθμούς, ανάπτυξη της βιοτεχνο­λο­γίας, με τη βοήθεια της οποίας ο άνθρωπος επεμβαίνει πλέον αποφασιστικά στους κώδικες της ζωής του ανθρώπου και των άλλων ειδών, προκάλεσε σαρωτικές αλλαγές στον παγιωμένο τρόπο ασκήσεώς της ιατρικής από τους λειτουργούς της, αλλά  και αποδοχής της πρακτικής της από το κοινό.

Τα επιτεύγματα της σύγχρονης βιοτεχνολογίας (της συγχυτικά αποκαλούμενης "βιοϊατρική", όχι για να υπογραμμιστεί η αυτονόητη υποστήριξη της ιατρικής σε ό,τι ζωντανό που πάσχει, αλλά για να διασαφη­νί­­σει ότι η πρέπουσα να χρησιμοποιηθεί μεθοδολογία είναι τεχνολογική), εμψυχώνουν το σύμπλεγμα ‘ιατρική-τεχνολογία’ να διακηρύσσει,  περίπου αλαζονικά, ότι το φυσικό όριο της ζωής (όριο επιβαλλόμενο από τη φυσική εξάντληση των ζωικών εφεδρειών του ανθρωπίνου σώματος)  είναι, προς χάρη της, ευχερώς επεκτάσιμο στο διηνεκές.

Η βασική διαφορά ανάμεσα στην βιοϊατρική επιστήμη, όπως έχει αναπτυχθεί ιστορικά κι έχει καθιερωθεί ως κυρίαρχος ιατρικός λόγος στις κοινωνίες της Δυτικής Ευρώπης και Βόρειας Αμερικής, και στην  Ιπποκρατική Ιατρική είναι ότι στην πρώτη επικρατεί το ατομικό πρότυπο νόσου, ενώ η δεύτερη εστιάζει στην κοινωνική φύση της ασθένειας. Πιο συγκεκριμένα, η κλινική πρακτική στα πλαίσια του βιοϊατρικού μοντέλου στοχεύει στον εντοπισμό της σωματικής ή ψυχικής λειτουργικής ανεπάρκειας ή κάμψεως και την επακόλουθη θεραπευτική παρέμβαση στη διαδικασία της σωματικής ασθένειας, και, ιδίως, αυτό, στην άρση ή ανακούφιση από τα συμπτώματα. Κατά τις σύγχρονες νεωτερικές αντιλήψεις της βιοεξουσίας, το ανθρώπινο σώμα αντιμετω­πίζεται ως μηχανή, όχι μόνο με τη συνεχή εντατικοποίηση των ικανοτήτων του και την υπερεκμετάλλευση των εφεδρειών του, με την υπεραπασχόληση, αλλά και τον εγκλωβισμό του σε οικονομικά και κοινωνικά συστήματα ελέγχου και υπακοής, όπως το εργοτάξιο, το γραφείο, το σχολείο, το σωματείο, οι υπηρεσίες παροχής υπηρεσιών, η φυλακή ακόμη και το νοσοκομείο, αλλά και με τη χειραγώγησή του σε μηχανισμούς βιοπολιτικής που διαχειρίζονται τη δημόσια υγεία και τις εκπτώσεις της, τη γεννητικότητα, τη σεξουαλικό­τη­τα, ενδεχομένως, ακόμη και το θάνατο, δηλαδή, τις περισσότερες κατά το δυνατόν εκφορές της κοινωνικής ζωής. Έτσι, το βιολογικό συνιστά, ολοένα περισσότερο, πεδίο γνώσης κι επέμβασης της εξουσίας.

Οι αντιλήψεις περί την άσκησή της παρακολουθούν τις μεταβολές των κοινωνικών αντιλήψεων [10] και η καθημερινή της πρακτική διαμορφώνεται πάνω στις τεχνο-οικο­νο­μικές αντιλήψεις, με τις οποίες ερμηνεύονται τα κοινωνικά ζητήματα και οριοθετούνται θεσμικά πλαίσια δράσεως. Η σύγχρονη ιατρική έχει συγκροτήσει την καθημερινή πρακτική της όπως περίπου η τεχνική κατασκευάζει ή επιδιορθώνει ένα μηχάνημα. Η αντίληψη ότι η ιατρική επιστήμη και η ιπποκρατική τέχνη μπορεί να οργανωθεί έτσι, όπως οι managers ξέρουν να κάνουν με τη μαζική παραγωγή ενός εργοστασίου, κατισχύεται ήδη, ως μια από τις κορυφαίες αλήθειες της εποχής μας. Στο μέτρο που η σύγχρονη ιατρική εναρμονίζεται με τις τρέχουσες κοινωνικές τάσεις, σύμφωνα με τις οποίες η κοινωνία βλέπει ως υπάρχοντα μέσα στον κόσμο μόνο εκείνα επί των οποίων μπορεί να έχει μια διαχειριστική επέμβαση, αποτρέπει το κοινό από το να ασχολείται με τις πραγματικές αιτίες της νοσηρότητάς του, που είναι κοινωνικές, οικονομικές, πολιτικές· αιτίες, δηλαδή, που έχουν να κάνουν με την αντίρρηση του ανθρώπου να υποτάσσεται στο υποβαθμισμένο και κάθε φορά αναπροσαρ­μοζόμενο, προς χάριν αγοραίων σκοπιμοτήτων, χωροβιονομικό του περιβάλλον. Το κοινό πιέζεται να συμπεριφέρεται, ως εάν η υγεία είναι ένα αγοραίο αγαθό που μπορεί να αυξομειωθεί –όπως, πχ., η περιουσία- σαν αποτέλεσμα επενδυτικών πρωτοβουλιών. Με την κατανάλωση εξειδικευμένων φροντίδων και φαρμάκων, κάθε όργανο του ανθρώπινου οργανισμού, κάθε πάθηση και η ίδια η αγωνία, το άγχος, η απόγνωση θα μπορούσαν να έχουν έναν ειδικό τεχνικό ή επιστήμονα επαναποκαταστάσεως. Η σαρωτική αναθεώρηση κάθε παραδοσιακής αντίληψης, ακόμη και του πλέον προφανούς, όπως, λ.χ., είναι η αμάχητη βεβαιότητα του θανάτου, ο εκ θεμελίων ανασχεδιασμός και αναθεώρηση της συγκροτήσεως, αλλά και της πορείας της ανθρώπινης κοινω­νίας, ο μετασχηματισμός του ανθρώπου σε "εφαρμοσμέ­νο" μέλος της, δηλαδή καθηλωμένο σε απόλυτα προβλέψιμα όρια, επέφεραν ανάλογη μεταμόρφωση στην ουσία της ιατρικής επιστήμης και της κλινικής τέχνης.

Επιμένοντας σε μια "επισκευαστική" αντίληψη των θεραπειών της, η βιοϊατρική αδυνατεί να επεκτείνει την δράση της στην εντόπιση των πραγματικών προβλημάτων και, εμμένοντας στη συμπτωματική αγωγή, παραμένει αμήχανη μπροστά στις αλλεπάλληλες αποτυχίες της, δικαιώνοντας την τελευταία ρήση του Σωκράτη, πριν από την ανεκδιήγητη εκείνη καταδίκη του, για την οποία, η ανθρωπότητα, δεν έχει ακόμη απολογηθεί: "Ω! Κρείτων χρωστάω έναν κόκορα στον Ασκληπιό". Γιατί ουσιωδώς οι θεραπείες της πολυδάπανης ιατρικής εξακολουθούν να αφορούν σε μεγάλο ποσοστό τις, έτσι κι αλλιώς, αυτο-ιάσιμες νόσους. Οι άλλες, έτσι κι αλλιώς, καταλήγουν. Γι αυτούς και άλλους λόγους, η ιατρική αντιμετωπίζεται με επιφύλαξη από τους πολίτες, που πιστεύουν ότι οι ιατροί είτε δεν γνωρίζουν είτε είναι απρόθυμοι ή εμποδίζονται από την  ασφυκτική οικονομική εποπτεία να εφαρμόσουν τις καλύτερες και πιο αποδοτικές από τις διαθέσιμες θεραπευτικές μεθόδους, σε όλους αδιάκριτα τους ασθενείς τους. Η επιφυλακτικότητα, με την οποία αντιμετωπίζουν την ιατρική και τους ιατρούς, ιδιαίτερα του δημόσιου συστήματος υγείας, τους θέτει σε κατάσταση υπαγωγής, από την οποία επιχειρούν να διαφύγουν είτε ιδίοις εξόδοις, προκαλώντας μια τεράστια διόγκωση της ιατρικής παραοικονομίας και την προοδευτικά επιτεινούμενη αύξηση του ιδιωτικού ιατρικού τομέα, που τείνει πλέον να καλύψει το δημόσιο, είτε καταφεύγοντας στην τεχνολογική άποψη της ιατρικής, εκτιμώντας ότι οι "χωρίς ιδιοτέλεια μηχανές" θα καταγράψουν αμερόληπτα τις πραγματικές διαστάσεις του προβλήματος και θα προβάλουν τον καλύτερο τρόπο ιάσεως.  "θέλω να πεθάνω" έλεγε ο ασθενικής κράσης και ραχιτικός Ιμάνουελ Καντ, "αλλά όχι με τη βοήθεια της ιατρικής".

Ο θάνατος έχει απολέσει τη φυσικότητα, που είχε κάποτε ως αναπόδραστο συμβάν, έχει γίνει αντικείμενο διαχείρισης από την ιατρική, τη φαρμακευτική και το νοσοκομειακό θεσμό και οφείλουμε να αντιμετωπίζουμε ως καταστροφικό κάθε επελθόντα θάνατο. Το γεγονός του θανάτου είναι, πλέον, ένα ευχερώς αναχαιτιζόμενο γεγονός, έτσι που η έλευσή του έχει χαρακτήρες αιφνίδιας και απρόβλεπτης "παράπλευρης απώλειας", τυχαίου σφάλματος ή αστοχίας της μεθόδου. Με τη μεθοδευμένα καλλιεργημένη αυτή νοοτροπία ταυτόχρονα με τις παρατηρούμενες μεταβολές στα λεξιλόγια, η ιατρική πρακτική διευκολύνεται να ενσωματώσει καινοφανείς απόψεις και πρακτικές που αλλιώτικα θα φάνταζαν ξένα σώματα. Αποτυγχάνοντας να αναστείλει οριστικά το θάνατο, του οποίου η προφάνεια –εν τούτοις- εξακο­λου­θεί να μην αμφισβητείται, είτε επιχειρεί με μανία την επιβράδυνση της ελεύσεώς του, εφαρμόζοντας θαυμαστά επιστημονικοτεχνικά μέσα χημικής-μηχανικής παρατάσεως της ζωής, προεκτείνοντάς την πέρα από οποιοδήποτε όριο ανακάμψεως, είτε διερευνά μεθόδους επισπεύσεώς του, αναζητώντας ηθικοεπιστημονικά ερείσματα για την ανάκληση μέσων τεχνητής παρατάσεως της ζωής, που η ίδια επινόησε και εφάρμοσε. Και ακριβώς αυτές οι ανέλπιδες καταστάσεις είναι που χρειάζονται περισσότερο την ιατρική περίθαλψη και συμπάθεια, επειδή οι άλλες περιπτώσεις ασθενών μπορούν να αναρρώσουν και χωρίς την συστηματική ιατρική φροντίδα. Η ευθανασία αφαιρεί τον λειτουργηματικό ρόλο του ιατρού και του προσδίδει δεσποτικού χαρακτήρα προνόμια, να αποφασίζει αυθαίρετα ή, έστω, με βάση επινοημένα κριτήρια, ποιος θα σωθεί και ποιος θα καταλήξει. Έτσι, το νοσηλευτικό κρεβάτι καθίσταται ανυπόφορα προκρούστειο.

 

IV

Η πανθομολο­γού­μενη σήμερα αντίληψη ότι η ιατρική, στην παγκόσμια λειτουργική της, είναι ένα επιστημονικo-τεχνικό σύστημα χρεωκοπημένο επίσημα [αντίληψη που στο συγγραφέα φαίνεται ύποπτη και πλαστή], ένα παρακμιακό δράμα, που δεν αποτελεί προφανώς παρά αντανάκλαση της παγκόσμιας πολιτισμικής και θεσμικής κρίσης, που πρέπει άμεσα να ανασκευαστεί, να αναθεωρηθεί, να καθοδηγηθεί, εντασσόμενο στη γενική διαχείριση κρίσης.

Επικρατεί η γενική αίσθηση ότι ο πολιτισμός μας διέρχεται βαθιά μακροχρόνια κρίση, είτε με τη κλινική της έννοια, ως οξεία επιδείνωση μιας υφέρπουσας χρόνιας παθολογίας, πχ., με την εισβολή σ΄ ένα ανεξάρτητο, κυρίαρχο κράτος, με πρόφαση την αποκατάσταση της δημοκρατίας του είτε με τη ναυσιπλοϊκή, ως απώλεια προσανατο­λι­σμού. Καθώς, όπως συζητήθηκε στα προηγούμενα κεφάλαια, η πιο περίτεχνη υποτέλεια απλώνει τον πέπλο της απ΄ άκρη σ΄ άκρη στην οικουμένη (: η Αγορά), που δεν απαιτεί μόνο μια τροποποιημένη συμπεριφορά, αλλά αναμορφώνει δραστικά τον άνθρωπο, εθίζοντάς τον σε οικείους της τρόπους συμπεριφοράς, η παγκόσμια κρίση του πολιτισμού και των θεσμών είναι, πράγματι, ένα παρακμιακό δράμα.

Ωστόσο, η ιπποκρατική ιατρική αντιστρατεύεται αυτήν την παρακμή, δεν την υιοθετεί και, βέβαια, την αντιμάχεται, δεν την ενσωματώνει. Ο ίδιος ο Descartes υπενθυμίζοντας τις επισημάνσεις του Ιπποκράτη και του Πλάτωνα έγραφε ότι "...αν είναι δυνατό να βρεθεί κάποιο μέσο που μπορεί να φρονιμέψει περισσότερο τους ανθρώπους και να τους κάνει ανώτερους, αυτό πιστεύω ότι θα το βρούμε στην ιατρική". Λέγοντας αυτά ο Descartes αναφερόταν στο δέος που προκαλεί η αρρώστια στον άνθρωπο που, απειλώντας ακόμη και την ίδια του τη ζωή, τείνει να χαλιναγωγήσει την αλαζονεία και ματαιοδοξία του. Εξάλλου, ο Dumsnil [1935], έχοντας αντιληφθεί ότι η ιατρική, εκτός από κοινωνικό λειτούργημα, είχε στόχο να μελετήσει τον άνθρωπο βαθιά και συνθετικά ως οργανοψυχικό σύνολο και όχι ξεκομμένο στα ανατομικά του συστήματα και όργανα, αναφέρει, "η επαφή με τον ανθρώπινο πόνο είναι το καλύτερο σχολείο για τη φιλοσοφία". Αλλά αυτό είναι εξαγόμενο από την έξοχη αρχαιοελληνική σκέψη[6]: "Ανάμεσα στις τέχνες υπάρχουν σίγουρα ορισμένες που είναι δυσάρεστες γι αυτούς που τις κατέχουν και τις ασκούν, αλλά πολύ ωφέλιμες γι αυτούς επί των οποίων ασκούνται. Στην κατηγορία αυτών ανήκει αναμφίβολα και η ιατρική, επειδή ο ιατρός συναντά καταστάσεις που ‘σου κόβουν την ανάσα’. Αγγίζει πράγματα ασύλληπτα και, με την ευκαιρία της δυστυχίας των άλλων, συγκεντρώνει για τον εαυτό της μεγάλη σοφία, ενώ, παράλληλα, οι ασθενείς, προς χάρη της, διαφεύγουν των μεγαλύτερων κακών όπως οι ασθένειες, οι πόνοι και ο θάνατος. Πραγματικά ο πόνος είναι η κερκόπορτα, από την οποία η ιατρική εισέρχεται στο παιχνίδι και το ανατρέπει, αφού είναι εκείνη, που οριοθετεί την έπαρση του ανθρώπου, που τον ενθαρρύνει να σεναριογραφεί την πολυπλοκότητα της φύσης και των σχέσεών του μ΄ αυτή  και τον καθηλώνει, δείχνοντάς του την αυταπάτη της αυτάρκειάς του. Αναμφισβήτητα, η ιατρική αποτελεί τον κοινό τόπο όπου συναντώνται οι θετικές και βιοανθρωπιστικές επιστήμες και, για τους λόγους αυτούς της είναι αδύνατο να απομακρυνθεί από το φιλοσοφικό στοχασμό και την ενδοσκόπηση, τόσο στη θεώρηση του αρρώστου, όσο και στον αυτοέλεγχο του ίδιου του ιατρού. Πράγματι, τόσο η θεραπευτική, όσο και η διαγνωστική τέχνη θέλουν τον ιατρό όχι μόνο φιλοσοφημένο, αλλά και καλλιεργημένο με υψηλή παιδεία και ευαισθησίες, ικανό να αντιλαμβάνεται και τις λεπτότερες αποχρώσεις της ζωής του ασθενούς ή του υγιούς. Δεν είναι παράξενο ότι οι περισσότεροι από τους μεγάλους ιατρούς όλων των εποχών ήταν πολύπλευρα μορφωμένοι και φιλοσοφημένοι άνθρωποι, όπως αναφέρει ο ονομαστός χειρουργός Billroth, προσθέτοντας ότι οι ιατροί πρέπει να διαθέτουν φαντασία, οράματα, φιλότεχνες και καλλιτεχνικές τάσεις καθώς και συγγραφικές ικανότητες. Τέτοιου τύπου προσωπικότητες ήταν ο Paracelsus, και νεότεροι, όπως  οι Claude Bernard, Richet, Leibniz, Koch και άλλοι, όπως o Pasteur που με τη μεγαλειώδη προσφορά του στην ιατρική μικροβιολογία, αν και ο ίδιος δεν ήταν ιατρός, αποτελεί παράδειγμα πολύπλευρου και φωτισμένου διανοητή και επιστήμονα. Πρέπει να θυμόμαστε με ευγνωμοσύνη τον Cl. Bernard (1813-1878), για την προσφορά του γίγαντα εκείνου της ιατρικής σκέψης, που, στο ογκώδες σε μέγεθος και απαράμιλλο σε ποιότητα, σημείωνε ότι "η σταθερή ένωση της φιλοσοφίας με την ιατρική είναι χρήσιμη και στις δύο, καθώς το αληθινό φιλοσοφικό πνεύμα γονιμοποιεί την επιστήμη" και ότι "χωρίς τη φιλοσοφία, η επιστήμη θα ταξίδευε σε μια περιπέτεια". Ο H. Bergson μεγάλος φιλόσοφος και διανοητής των αρχών του 20ου αιώνα, βλέποντας την επιστήμη με καθαρά φιλοσοφική μεθοδολογία, σημείωνε ότι "ο φιλόσοφος πρέπει να προχωρήσει μακρύτερα από τον επιστήμονα, καθώς η φιλοσοφία αποτελεί προέκταση της γνώση μας"

Με την Ιπποκρατική φυσιογνωμία τους, οι γιατροί, έμπλεοι επιστημονικού στοχασμού κι αγάπης για τον συνάνθρωπό τους, καλύπτουν ένα ευρύτατο φάσμα, επιστημονικο-κοινωνικής δράσης, που οριοθετείται από τον γεμάτο αυτοπεποίθηση Ασκληπιάδη, προικισμένο με όλα τα χαρακτηριστικά της γνώσης και έτοιμο να εκφέρει την αυθεντική[7] γνώμη και τον λαϊκότερο Δημοκήδη[8] που ολοκληρώνει την εικόνα του οικογενειακού γιατρού, του φίλου, του βασικού κοινωνικού εταίρου, που ξέρει να συνοδεύει την ακριβή και σίγουρη διάγνωσή του με φιλικές συμβουλές, γεμάτος πραότητα και φιλοφρονήσεις για τον άρρωστό του, σχετικά με τους κανόνες ζωής που έπρεπε να ακολουθήσει ο ασθενής του, σ΄ ένα πλαίσιο, που εγγυάται τη συνάντηση της ευσυνειδησίας του ενός με την εμπιστοσύνη του άλλου [193], της συνέπειας του πρώτου με την ευπείθεια του δευτέρου. Το ιατρικό καθήκον δεν εξαντλείται στη συνταγογράφηση και την παρακολούθηση ασθενών, αλλά περιλαμβάνει και την ιατρική φροντίδα, της οποίας η ιαματική συμβολή είναι, σχεδόν πάντα, σημαντικότερη σε απόδοση ακόμη και αυτής της φαρμακευτικής αγωγής.

Απέναντι στην κοινωνία, ο ιατρός έχει μια αποστολή, την οποία ανέλαβε αυθόρμητα και ενσυνείδητα, η οποία στέκεται στο ύψος μιας τέχνης και μιας επιστήμης, ο σκοπός της οποίας είναι η επιβίωση και η ευτυχία του ασθενούς του και όχι οι αξιολογήσεις οικονομικών κριτηρίων, αν η ασθένεια συμφέρει ή δε συμφέρει την όποια κοινωνική δομή να αντιμετωπισθεί. Ο ιατρός οφείλει να αντιμετωπίζει τον ασθενή του, ως αποκλειστικό του σκοπό και όχι ως μέσον προαγωγής της κοινωνικής ευμάρειας, της πολιτικής σκοπιμότητας, της οικονομικής ανακουφίσεως, της ηθικής αποκαταστάσεως ή του συναισθηματικού του εφησυχασμού και δρα με μοναδικό γνώμονα το primum non nocere, που ρυθμίζει, από καταβολής της ιατρικής τέχνης και στο διηνεκές, την σταθερή συνηγορία του υπέρ του ασθενούς, ακόμη και αν χρειαστεί να εναντιωθεί στις επιδιώξεις του ασφαλιστικού οργανισμού, του συστήματος υγείας και της κοινωνίας ολόκληρης.   

Ο γιατρός  ανέκαθεν θεωρήθηκε από την κοινωνία πρόσωπο σοβαρό και  υπεύθυνο, με προορισμό να  ισορροπεί την ατομική απαίτηση με την κοινωνική βούληση, προσδιορίζοντας, σε κάθε περίσταση, το επιβεβλημένο και το  αποδοκιμαστέο, το ρεαλιστικά  αναγκαίο  και  το θεωρητικά ιδεώδες, το βλαπτικό και το  ωφέλιμο, το  ηθικό και το φαύλο. Κατά την ιπποκρατική αντίληψη, η ιατρική ασκείται σ΄ένα ηθικολογικό πλαίσιο κι επομένως η θεραπευτική γίνεται ένα επάγγελμα λογικής, πάνω σε βάσεις συμπόνιας και συμπάθειας στους ασθενείς. Είναι ένα υπόδειγμα συναισθηματικής λογικής, μιας λογικής, που καθοδηγείται από τις αρχές της ιπποκρατικής τέχνης του ωφελείν, του μη βλάπτειν, του επ΄ωφελείη καμνόντων, της αυτονομίας και της δικαιοσύνης και αποτελεί σηματωρό για την πολιτική σκέψη και μοντέλο ανιδιοτέλειας, στο οποίο πρέπει να προσιδιάζει κάθε πολιτικός, διότι έχει ως λειτούργημά του την εξασφάλιση ενός πλεονεκτήματος, όχι για το κέρδος εκείνου, ο οποίος ασκεί την τέχνη, αλλά για όφελος εκείνου, προς τον οποίο ασκείται στο σύνολό της αυτή η σωτήρια τέχνη [140, 198].

Η ιπποκρατική Ιατρική οικοδομείται σε ευρεία θεωρητική και πρακτική βάση· συγκεντρώνει, αξιολογεί και αφομοιώνει κάθε ιατρική γνωστική πληροφορία, συναθροίζει την κλινική εμπειρία, διαμορφώνει την ιατρική αίσθηση, περιφρουρεί την ιατρική συνείδηση, διαπιστώνει, κατανοεί και περιγράφει τα αναγνωρίσιμα νοσογραφικά πρότυπα και διδάσκει πως να αντιστοιχούνται στις διάφορες κλινικές εικόνες [141]. Εγγυάται τα θέσφατα της Ιατρικής Τέχνης, σαν ανθρωπιστικής, ολιστικής, Επιστήμης, επιμελείται και προάγει τον εξανθρωπισμό της βιοιατρικής τεχνολογίας, τα επιτεύγματα της οποίας εκμεταλλεύεται, αλλά, ταυτόχρονα, χειραγωγεί. Γιατί η Ιατρική δεν αρνείται τη συνεπικουρία της τεχνολογίας, αλλά αυτό δεν  μπορεί να φτάνει μέχρι την εξαλλαγή της υποστάσεώς της και αποπροσανατολισμό του κοινωνικού της ρόλου. Με τη βοήθεια της τεχνολογίας, η Ιατρική προσηλωμένη στα Ιπποκρατικά της θέσφατα θα συνεχίσει, για πάντα, μέσα από μια ηθική, την ιατρική ηθική, που διαμορφώνεται στις πεπρωμένες σχέσεις "γιατρού-ασθενούς" και "επιστήμης-κοινωνίας", το θετικό της έργο για τη συνεχή βελτίωση της ποιότητας της ζωής.

Η ευθανασία και, ιδίως, η πρόταση ιατρικής συνδρομής στον επιδιωγμένο θάνατο κάποιου βαριά πάσχοντος από ανίατη αρρώστια ασθενούς, διαστρέφει βάναυσα την "επ΄ωφελείη καμνόντων" αποστολή του ιατρού. Αυτός είναι, κυρίως, ο λόγος που οι επίσημες θέσεις του ιατρικού επαγγέλματος, υπό οποιαδήποτε ιδεολογία ή χρήση οποιουδήποτε λεξιλογίου, είναι κατά της ευθανασίας με την οποιαδήποτε μορφή της. Όπως προκύπτει, όχι μόνο από τα συλλογικά τους κείμενα, αλλά και από την καθημερινή πρακτική, της μη λήψεως υπ΄όψη, π.χ., των διαθηκών εν ζωή ή των εγγράφων υποδείξεων περί παρακάμψεως μεθοδολογιών τεχνητής παρακάμψεως της ζωής (βλ κεφ. 12, V), η αντίθεση του ευρωπαϊκού και παγκόσμιου Ιατρικού Σώματος (World Medical Association) εκδηλώνεται με την απαγόρευση της αναγραφής στα ιατρικά κείμενα του όρου "ευθανασία", ως όρου παραπλανητικού για την υποδήλωση βοήθειας, που υποτίθεται ότι πρέπει να δώσει ο ιατρός στον ασθενή του, που διατρέχει τελικό στάδιο ανίατης παθήσεως [133]. Ο όρος "ευθανασία", όντας ανύπαρκτος από τα ιατρικά κείμενα, ως ιατρική πράξη, αντικαταστάθηκε και χρησιμοποιείται σήμερα ο όρος "βοήθεια στον θνήσκοντα", που αφορά στους κανόνες παρηγορητικής αγωγής [165].

Σύμφωνα με τα διεθνώς ισχύοντα, τα Συστήματα Υγείας σχεδιάζουν τη λειτουργία τους στα πλαίσια έξη αρχών, οι οποίες ουσιωδώς αποτελούν τελεολογικές διευκρινίσεις του Ιπποκρατικού Όρκου: Η αρχή της "επαγγελματικής ανεξαρτησίας", υπογραμμίζει τη σημασία του να καθορίζει ο ιατρός αυτό που εκείνος θεωρεί επιστημονικώς ορθό, κι επιβεβλημένο, στη συγκεκριμένη συγκυρία. Στον αντίποδα της αρχής αυτής στέκεται η αρχή της "ελευθερίας του καταναλωτού", η οποία εξαίρει το δικαίωμα του ατόμου να επιλέγει τον ιατρό του και την ασφαλιστική εταιρεία της προσωπικής του επιλογής. Περαιτέρω, η αρχή της "αυτονομίας του ασθενούς" επισημαίνει τη σημασία της πλήρους ενημερώσεως του πάσχοντος σχετικά με τις υφιστάμενες επιλογές του προβλήματός του και το δικαίωμα που διατηρεί να δεχτεί ή να αρνηθεί τις εισηγήσεις του ιατρικού περιβάλλοντος. Παράλληλα, η αρχή της "συνηγορίας υπέρ του ασθενούς" τονίζει το καθήκον των ιατρών να ενεργούν με βάση την προάσπιση των συμφερόντων των ασθενών τους και όχι αυτών του νοσηλευτικού ιδρύματος, της ασφαλιστικής εταιρείας, των συντεχνιακών τους επιδιώξεων ή της κοινότητας. Ειδικότερα, κατά το Διεθνή Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας της Παγκόσμιας Ιατρικής Ενώσεως, "Ο Ιατρός πρέπει πάντα να έχει στη σκέψη του την υποχρέωση για τη διατήρηση της ανθρώπινης ζωής" και, επιπλέον, "ο Ιατρός οφείλει να δρα μόνο προς το συμφέρον του ασθενούς, όταν παρέχει ιατρική φροντίδα, η οποία μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα την εξασθένιση της φυσικής και πνευματικής καταστάσεως του ασθενούς". Οι διατάξεις αυτές έχουν σημασία, επειδή, με αυτές προσανατολίζεται όχι μόνο η ιατρική πράξη, με το να αναγνωρίζεται ότι η φαρμακευτική αγωγή για την ανακούφιση από τον πόνο, σε περιπτώσεις ανίατης παθήσεως σε τελικό στάδιο, μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα την εξασθένιση της φυσικής και πνευματικής ακμαιότητας του βαρέως πάσχοντος ασθενούς, αλλά και η ιατρική σκέψη, στη διατήρηση της ζωής του ασθενούς. Συμπερασματικά, η ιατρική πρακτική κατευθύνεται δεοντολογικά στην καταστολή του βαριά πάσχοντα ασθενούς και όχι στον τερματισμό της ζωής του.  Τέλος, η αρχή της "παροχής υπηρεσιών υψηλής ποιότητας" διαδηλώνει την απαίτηση από τον ιατρό παροχής συνολικής ιατρικής φροντίδας υψηλού επιπέδου, ενώ η συναφής προς αυτήν αρχή της "διαθεσιμότητας"  διατυπώνει τη σημασία της απρόσκοπτης πρόσβασης του πάσχοντος ατόμου σε όλες τις δυνατότητες που προσφέρει η πλέον σύγχρονη βιοϊατρική τεχνολογία. Όλες αυτές οι αρχές αποτελούν διασαφηνίσεις του Ιπποκράτειο Όρκου, ο οποίος, ως κώδικας ιατρικής συμπεριφοράς, ουδέποτε αμφισβητήθηκε[9]. Ο Ιπποκράτης με τον  όρκο, που συνέταξε και ζητούσε να δώσουν οι μαθητές του, καθόρισε το καθηκοντολόγιο και ηθικό πλαίσιο μέσα, στο οποίο οφείλει αποκλειστικά να κινηθεί ο ιατρός και το οποίο ισχύει, παρ΄ ό,τι έχουν παρέλθει 2500 χρόνια από τη σύνταξή του. Κατά τα ένορκα καθήκοντά του, ο ιατρός οφείλει να επιτελέσει το αγαθό, που είναι η ανακούφιση από τον πόνο και την οδύνη και να αποφύγει το κακό, όπως η επιδείνωση της υγείας ή και η πρόκληση του θανάτου του ασθενούς, κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες.

 Σήμερα, ένας όρος καινούρ­γιος ζητεί με μανία να λάβει τη θέση του στα ανθρώπινα λεξιλόγια, λίγο πριν αυτά σιγήσουν οριστικά [171]: παραγωγός υγείας ή πάροχος υπηρεσιών υγείας. Και η υγεία δεν θα είναι πλέον ένα "δώρο", που πρέπει να προστατεύουμε από μύριους κινδύνους [οι σημαντικότεροι  προέρχονται από την φρενήρη επίδοση στην προσπόριση εσόδων, την αχαλίνωτη κατανάλωση, την κατακερματισμένη και ανασφάλιστη εργασία και την αλλοίωση του περιβάλλοντος], αλλά ένα αγοραίο αγαθό, εισηγμένο στις πολύπλοκες εξισώσεις "κόστους-κατανάλωσης-κέρδους". Από δω και πέρα, ο πολίτης μπορεί να είναι υγιέστερος, ακριβώς όπως [και επειδή μόνο] μπορεί να είναι πλουσιότερος. Ήδη από το 1971 ο Bromberg έγραφε: "δυσκολεύομαι να διακρίνω τη διαφορά μεταξύ των υπηρεσιών υγείας και άλλων οργανώσεων που εξυπηρετούν βασικές ανάγκες της ζωής, όπως η τροφή, η κατοικία, τα καύσιμα, οι οποίες είναι περισσότερο προσανατολισμένες στο οικονομικό κέρδος. Με τη λογική του Bromberg [26] εφόσον η κατοικία, η τροφή και τα καύσιμα πωλούνται, γιατί να μην πωλείται και η υγεία. Υπό τις τρέχουσες προϋποθέσεις, το ιατρικό σώμα, που απαρτίζεται από άτομα εγκλωβισμένα και αυτά στο συγκυτιακό δίκτυο ενιαίας συμπεριφοράς, διολισθαίνει σε μια εκτεχνικευμένη άσκηση της ιατρικής, τη βιοϊατρική, την οποία έχει ενστερνισθεί και το κοινό.  Η βιοϊατρική είναι απανθρωπισμένη ιατρική. Είναι μια ιατρική αποψιλωμένη από τη συμπάθεια, απαλλαγμένη των ιπποκρατικών της χαρακτηριστικών, μια ιατρική επί της οποίας θα μπορούσαν να κατισχύσουν απόψεις υπέρ της ευθανασίας, όχι μόνο με σκοπό την περιστολή εξόδων, αλλά και ως οριστική γόρδια λύση των αδιεξόδων που η ίδια δημιούργησε, στις περιπτώσεις εκείνες που μονιμοποίησε τη ζωή στο μεταίχμιο του θανάτου.

Σ΄ ένα έτσι διαμορφωμένο σύστημα, ο Ιατρός, δεν μπορεί να αποτελεί ‘εισροή’, όχι τουλάχιστον, υπό τις ιδιότητες που εμπλουτίζεται, δηλαδή με την ιπποκρατική του υπόσταση και τη ψυχοσωματική ενατένιση των προβλημάτων υγείας του πληθυσμού. Μια τέτοια παράμετρος με την καθιερωμένη πληθώρα βαθμών ελευθερίας εκβάλλεται από το σύστημα και ο γιατρός –υπό τη θεσμική του οριοθέτηση- πρέπει να απεκδυθεί των εγγενών χαρακτήρων του, να συρρικνωθεί ως ένα αδιάθετο υπόλοιπο και να εκπροσωπηθεί από ένα απόλυτα προβλέψιμης αντιδράσεως πρότυπο, που χαλκεύεται ήδη στα ανδρεικελοποιεία της παγκόσμιας Αγοράς, ένα πρότυπο συμβατής ομοιογένειας.

Αυτοί, λοιπόν, που επινόησαν την κρίση, ως μέθοδο αναπροσαρμογής των θεσμών, για να ανατρέψουνε την τάξη, έχουν και την ευθύνη της καταρρεύσεως των Συστημάτων Υγείας, της κατακερματίσεως της Ιατρικής, αλλά πάνω απ΄ όλα, της διαρρήξεως της σχέσεως Ιατρού-ασθενούς. Κι αυτοί που επινόησαν τους  "παρόχους  και καταναλωτές υγείας, health providers and consumers", εκείνοι που "γυρίζουν τον τροχό για τον Τροχό" [153] θα μείνουν, απλά, φαντάσματα μιας αλλοτριωμένης πραγματικότητας, στην οποία οι κάθε λογής έμποροι θα ελπίζουν μάταια ότι θα οργανώσουν μια ιατρική αγορά τέτοια, που αφειδώς να πουλιέται ακριβά αυτό που προξενεί καταστροφή και ταυτόχρονα αυτό που την επιδιορθώνει. Απέναντι σ΄αυτή την προοπτική, η ιατρική θα είναι πάντα και πρέπει να είναι μια σχέση μεταξύ ανθρώπων. Η ιατρική είναι, από μόνη της μια πρόσκληση σε σχέση αγάπης.

 

[1] οι ερευνητές αυτοί διατύπωσαν τη θεωρία "ένα γονίδιο-ένα ένζυμο" που αργότερα διαμορφώθηκε στη θεωρία "ένα γονίδιο – μια πολυπεπτιδική αλυσίδα"

[2] Metchnicoff, E.: Lecons sur la pathologie comparee de l’ inflamation, Paris, 1892

[3] Αισχύλος: Προμηθεύς, στ. 478-483

[4] Relman, Arnold: Shattuck lecture – The health care industry. Where is it taking us? The New England Journal of medicine Sept 19 1991, Vol 325 pp854 

[5] Ομιλία Σεβασμιότατου  Αρχιεπισκόπου Αθηνών και Πάσης Ελλάδος

[6] Ιπποκράτους: Περί φυσών κεφ. 1.  

[7] με την έννοια της άμεσης και αυθόρμητης, αυτονόητης και δεσμευτικής δίχως εξουσία αναγνώρισης, που προτείνει ο Αντώνης Παπαρίζος στο: Α. Paparizos,”Modes de Penseechez Hesiode et la Negation de l; AuthoriteAbsolue” Minerva Valladolid, Espagne 1998 σελ., 11-32. Παραπομπή από το Αντώνης Παπαρίζος: η Ελευθερία ενώπιον του θανάτου. Ελληνικά Γράμματα Αθήνα 2000. 

[8] Αθηναίος Ιατρός, σύγχρονος του Ιπποκράτη

[9] Αναπλιώτου-Βαζαίου: Γενικές Αρχές Ιατρικού Δικαίου. Εκδόσεις Σάκκουλα, Αθήνα 1993.