Η Χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια ορίζεται ως απόφραξη των αεραγωγών που δεν είναι πλήρως αναστρέψιμη και δεν μεταβάλλεται με την πάροδο μηνών. Κατά παράδοση χορηγούνται βρογχοδιασταλτικά ή κορτικοστεροειδή για τον έλεγχο της αναστρεψιμότητας, προκειμένου να τεκμηριωθεί η διάγνωση και να διακριθεί από το άσθμα. Έχει επισημανθεί ότι για τη διάγνωση της ΧΑΠ πρέπει να θεωρείται η μετα βρογχοδιαστολή σπιρομέτρηση. Η δοκιμασία αυτή δεν πρέπει να συγχέεται με τη δοκιμασία αναστρεψιμότητας.
Ενώ η μετα-βρογχοδιαστολή μέτρηση του FEV1/FVC and FEV1 απαιτείται για την σταδιοποίηση του ασθενούς με ΧΑΠ, ο βαθμός αναστρεψιμότητας της αποφράξεως, μετά χορήγηση βρογχοδιασταλτικών ή κορτικοειδών, δηλαδή η αναγώριση βελτιώσεως του FEV1/FVC και FEV1 δεν απαιτείται για τη τεκμηρίωση της διαγνώσεως ή για την πρόβλεψη της απαντήσεως σε μακροπερίοδη χορήγηση θεραπειών με βρογχοδιασταλτικά ή κορτικοστεροεδή.
μέτρηση του βαθμού αναστρεψιμότητας
Για τη μέτρηση του βαθμού αναστρεψιμότητας, που τυπικά, έχει σημασία στο άσθμα, διενεργείται σπιρομέτηρησ πριν και 10-15 λεπτά μετά τη χορήγηση εισπνεόμενου βρογχοδιασταλτικού μέσω δοσιμετρικής συσκευής ή με΄σω νεφελοποιητού.Γενικά Β2-διεγέρτες, όπως η σαλβουταμόλη, η τρερβουταλίνη κλπ, θεωρούνται κατάλληλοι για τη δοκιμασία αναστεεψιμότητας
Για να εκφρασθεί ο βαθμός αναστρεψιμότητας, υπολογίζουμε την άμεση μεταβολή που επήλθε στον FEV1 μετά την εφαρμογή του βρογχοδιασταλτικού: FΕV1 (μετβρδ) - FEV1 (πρβρδ)
-ενώ για να υπολογίσουμε την % μεταβολή, εφαρμόζεται η εξίσωση:
εκτίμηση δείκτου αναστρεψιμότητας |
---|
%βελτίωση=[FEV1 (μετβρδ) - FEV1 (πρβρδ)] / FEV1 (πρβρδ) |
όρια σημαντικής αναστεψιμότητας: ATS/ERS κριτήρια |
>12% improvement in FEV1 (or FVC) and an absolute improvement of >0.2 L |
η "φυσιολογική" τιμή αναστρεψιμότητας είναι <8%, σύμφωνα με τα αποτελέσμα των περισσοτέρων μελετών (Jones, Pierce: SPIROMETRY The Measurement and Interpretation of Ventilatory Function in Clinical Practice, 2008 |
Ο βαθμός αναστρεψιμότητας έχει αυθαίρετα ορισθεί και κυμαίνεται μεταξύ του 10 και 20%. Προκειμένου να αποφευχθούν πλαστά αποτελέσματα, σε ασθενείς με πολύ χαμηλό FEV1, έχει, επίσης, τεθεί το όριο των 200 ml. Στην πράξη, αναγνωρίζεται σημαντική διακύμανση, στις μεταβολές του FEV1, ως απάντηση στο ίδιο ερέθισμα, από ημέρα σε ημέρα. Έτσι, η ερμηνεία της δοκιμασίας αναστρεψιμότητας σε είναι πολύ δύσκολη, εκτός αν καταγραφεί μια ευρεία διαφορά (>400 ml). Γι ατους λόγους αυτούς, και ενώ η δοκιμασία αναστρεψιμότητας είχε συμπεριληφθεί στις οδηγίες των BTS και GOLD (2001), δεν περιλαμβάνεται στην τελευταία έκδοση που παρήχθη με τη συνεργασία της American Thoracic Society και the European Respiratory Society. Όπως στην περίπτωση της αναστρεψιμότητας της PEFR, επί άσθματος, όπου η μεταβολή κατά 20% είναι αξιοσημείωτη, με ικανή ειδικότητα, αλλά χαμηλή ευαισθησία για τη διάγνωση του άσθματος, η δαύξηση του FEV1 κατά 15% ή 200 ml μπορεί να ανανγνωρισθεί στο άσθμα μετά βρογχοδιαστολή (εισπνοή βαχείας δράσεως β2-διεγέρτου), αλλά η δοκιμασία αυτή δεν έχει αποδειχθεί ικανή να διακρίνει το άσθμα από τη ΧΑΠ.
Στις περισσότερες περιπτώσεις, η διάγνωση της ΧΑΠ βασίζεται στην κλινική εικόνα και τη σπιρομέτρηση. Η δοκιμασία αναστρεψιμότητας δεν εισφέρει σημαντικά στην τεκμηρίωση της διαγνώσεως. Η κλινική εικόνα και η σπιρομέτρηση παρέχουν ικανές κλείδες, επίσης, για τη διάκριση μεταξύ άσθματος και ΧΑΠ,όπου η συνεισφορά της δοκιμασίας αναστρεψιμόττηας είναι περιορισμένη. πιστεύεται ότι περιορισμένη είναι και η σημασίατης δοκιμασίας αναστρεψιμότητας
Στο παρελθόν, η δοκιμασία αναστρεψιμότητας χρησιμοποιούταν για την εκτίμηση του εφαρμοσθέντοςθεραπευτικού προγράμματος. σε εξατομικευμένες περιπτώσεις. Υπάρχουν τώρα ενδείξεις ότι η κλινική απάντηση στα βρογηχοδιασταλτικά ή τα εισπνεόμενα στεροειδή δν μπορεί να προβλεφθεί, με βάση τη δοκιμασία αναστρεψιμότητας.
Αναγνωρίζεται σηναντική διακύμανση στο μέγεθος της μεταβολής του FEV1, μετά από εισπνμοή βρογχοδιασταλτικού μεταξύ των ασθενών ή στον ίδιο ασθενή, από ημέρα σε ημέρα. Έχουν προταθεί διάφορες μέθοδοι για τον έλεγχο της απαντήσεςω στα βρογχοδιασταλτικά. Μεταβολή του FEV1 κατά 160 ml είναι αναγκαία , προκειμένου να υπερβαθεί η φυσική διακύμναση του FEV1 επί ασθενών με ΧΑΠ> (Tweeddale PM, Alexander F, McHardy GJR. Short-term variability in fev1 and bronchodilator responsiveness in patients with obstructive ventilatory defects. Thorax. 1987; 42(7):487-490).