σύνοψη |
---|
Ορισμός1. Η λειτουργία ή διαδικασία της απομάκρυνσης σιέλου ή βλέννης με το βήχα από τις αναπνευστικές οδούς που οδηγούν στους πνεύμονες. 2. Η εξώθηση βλέννης ή πτυέλων από το λαιμό ή τους πνεύμονες. Μπορεί να είναι βλεννώδη, βλεννοπυώδη, ορώδη ή αφρώδη. Στην πνευμονία είναι παχύρρευστα και κολλώδη, κολλάνε σε όλες τις επιφάνειες, εμφανίζονται σκοτεινόχροα και περιέχουν αίμα. Στη βρογχίτιδα είναι βλεννώδη, συχνά αναμεμειγμένα με αίμα και κιτρινοπράσινα εξαιτίας της παρουσίας πύου. Στην προχωρημένη φυματίωση ποικίλλουν από μικρές ποσότητες αφρώδους υγρού μέχρι άφθονα, κιτρινοπράσινα πτύελα που συχνά περιέχουν αίμα. |
Η απόχρεμψη αποτελεί μίγμα εκκρίσεων από τις ανώτερες (βλέννα, μύξα) ή/και κατώτερες (φλέγμα) αεροφόρους οδούς. Φυσιολογικά, η μύξα αποτελεί μείγμα νερού, σκόνης, γύρης, δερματικών κυττάρων, νεκρών λευκών αιμοσφαιρίων, πλακωδών κυττάρων βακτηρίων και ανόργανων αλάτων, καθώς και βλεννίνης, μιας πρωτεΐνης που λειτουργεί ως λιπαντικό. Ο Ιπποκράτης χρησιμοποιούσε τη λέξη ”βλέννα” (κᾀκ τῆς κατὰ τὰς ῥῖνας συντρήσεως ὅ τ΄ εἰσπνεόμενος ἀὴρ καὶ ἡ κόρυζα· καλεῖ δ΄ αὐτὴν Ἱππο κράτης μὲν ὡς τὰ πολλὰ βλένναν͵ οἱ δὲ ἄλλοι μύξαν. Στο τραχειοβρογχικό δένδρο παράγονται περίπου 100 ml εκκρίσεων από τους τραχειοβρογχικούς βλεννογόνιους και ορογόνους αδέςνας, που κείνται υποβλεννογονίως και φέρουν εκφορητικό πόρο. Το ποσόν αυτό, άγεται με το σύτημα των κροσσών κεφαλικώς και αποβάλλονται ή καταπίνονται, μετά την άφιξή τους στον φάρυγγα, χωψρίς να προκαλούν βήχα. Γι αυτό, το φλέγμα που αποβάλλεται με τον βήχα αποτελεί παθολογικό φαινόμενο.
Ανάλογα με το παθογενετικό υπόστρωμα της υποκείμενης νόσου/παθήσεως, η ποσότητα, όπως και η σύνθεση της αποχρέμψεως μεταβάλλονται ευρέως. Τα βλεννώδη πτύελα είναι διαυγή, άχρωμα, άοσμα και ελαστικής συστάσεως. Τα πυώδη είναι κιτρινοπράσινα, αδιαφανή, παχύρρευστα και ιξώδη. το πρασινωπό χρώμα οφείλεται στην αποσύνθεση των ενζύμων (μυελοπεροξειδάση) των ουδετεροφίλων, που παρασύρρονται από τον αυλό, σε καταστάσεις φλεγμονής (λοίμωξη, αλλεργία κλπ). Πτύελα κιτρίνου χρώματος αποβάλλουν οι ασθενείς με βρογχικό άσθμα, λόγω μεγάλου αριθμού ηωσινοφίλων.
Η απόχρεμψη χαρακτηρίζεται από: [α] την ποσότητα των πτυέλων που αποβάλλονται, ημερησίως. Ασθενείς με βρογχεκτασίες, βρογχοκυψελιδικό καρκίνωμα και απόστημα πνεύμονος αποβάλλουν μεγάλες ποσότητες πτυέλων. [β] το χρώμα. Ερυθρού χρώματος πτύελα αποκαλύπτουν αιμόπτυση, πνευμονία από serratia ή επαγγελματική έκθεση σε οξείδια σιδήρου. Στην πνευμονιοκοκκική πνευμονία αποβάλλονται χαρακτηριστικά σκοριόχροα πτύελα. Κιτρινοπράσινη απόχρωση ΄’εχουν τα πτύελα που φέρουν προσμίξεις με αποδομηθέντα ουδετερόφιλα. [γ] η σύσταση. Παχύρρευστα πτύλεα αποβάλλονται, γενικά, στις λοιμώξεις, επί κυστικής ινώσεως, καρκίνου του πνεύμονος ή αποστήματος, ενώ υδαρείς εκκρίσεις αποβάλλονται στο βρογχικό άσθμα ή το πνευμονικό οίδημα. [δ] η παρουσία αίματος συνιστά αιμόπτυση και εμφανίζεται επί βρογχεκτασιών, χρόνιας βρογχίτιδας, καρκίνου του πνεύμονος, στενώσεως μιτροειδούς ή άλλων –σπανιότερα- παθήσεων. [ε] παρουσία εκμαγείων βρόγχων. Επί βρογχικού άσθματος περιγράφονται τα σπειρήλια Crushmann. Εκμαγεία βρόγχων περιγράφονται, επίσης, σε σπάνια, επί μορφών πλαστικής βρογχίτιδας.