σε πειραματικό επίπεδο - in vitro

Λατινικός όρος, που σημαίνει "..στο δοκιμαστικό σωλήνα". Αναφέρεται σε επιστημονικ΄ς εργασίες, πειράματα, που διενεργούνται έξω από ζώντες οργανισμούς, σε αυστηρά ελεγχόμενες συνθήκες.

  • in vitro μετάλλαξη
  • in vitro ενίσχυση DNA
  • in vitro σύνθεση
  • in vitro μεταγραφή