Η ετήσια θνητότητα της καρδιακής ανεπάρκειας παραμένει υψηλή (5-20%), παρά την πρόοδο της καρδιολογικής φαρμοακολογίας και την εφαρμογή αποδοτικών θεραπειών. Σε πολλούς ασθενείς προφυλάσσονται από σοβαρή διαταραχή καρδιακής εξωθήσεως και συμφορήσεως, αν και περίπου το 50% καταλήγει από καρδιακή ανακοπή. Οι περισσότεροι καταλήγουν από ανεπάρκεια τελικού σταδίου, ανεπαρκή αιμάτωση οργάνων, ιδίως των νεφρών Στις ενδείξεις πτωχής προγνώσεως συμπεριλαμβάνονται η νεφρική διαταραχή, η καχεξία, η βαλβιδική ανεπάρκεια, οι κοιλιακές αρρυθμίες. η ταξινόμηση σε ανώτερο στάδιο κατά ΝΗΥΑ, χαμηλό κλάσμα εξωθήσεως, υψηλά επίπεδα κατεχολαμινών και β-τύπου νατριουρητικό πεπτίδιο (ΒΝΡ), χαμηλό Να+, υποχοληστεροναιμία, και σημαντική διάταση αριστερής κοιλίας. Οι ασθενείς με συνδυασμένη συστολική και διαστολική αριστερή ΚΑ συνήθως έχουν χειρότερη πρόγνωση, συγκριτικά, με ασθενείς με χωριστές παθήσεις.
Στον πίνακα που ακολουθεί, επιχειρείται η αποτίμηση του κινδύνου, βάσεις συνδυασμού κλινικών και εργαστηριακών ευρημάτων
συμβολή φυσικών σημείων και αιμοδυναμικών ευρημάτων στην αποτίμηση της βαρύτητας της καρδιακής ανεπάρκειας |
|||
|
πίεση ενσφηνώσεως |
καρδιακός δείκτης |
θνησιμότης |
όχι πνευμονική συμφόρηση και όχι μείωση της περιφερικής αιματώσεως |
<18 |
<22 |
3 |
πνευμονική συμφόρηση, αλλά όχι μείωση της περιφερικής αιματώσεως |
<18 |
>22 |
9 |
ελάττωση της περιφερικής αιματώσεως, αλλά όχι πνευμονική συμφόρηση |
<18 |
<22 |
23 |
πνευμονική συμφόρηση και ελάττωση της περιφερικής αιμάτωσης |
>18 |
>2.2 |
51 |