Σε μερικούς ασθενείς με χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια, οι αντιστάσεις μπορεί να ευρίσκονται αυξημένες, στους υψηλότερους πνευμονικούς όγκους. Η αύξηση είναι δευτεροπαθής και οφείλεται στη μετατροπή της ροής, από γραμμική σε στροβιλώδη. Στους ασθενείς αυτούς, η καμπύλη παίρνει το σχήμα 69Β. Προκειμένου να εξασφαλισθεί καλύτερη προτύπωση των τιμών των αντιστάσεων που λαμβάνονται με την πληθυσμογραφική μέθοδο, η δοκιμασία εκτελείται σε προσυμφωνημένη ροή, περίπου 0.5 l/sec. Σε μερικούς ασθενείς με πνευμονικό εμφύσημα, αναγνωρίζεται υστέρηση του εκπνευστικού ίχνους της καμπύλης πιέσεως-ροής (σχήμα 69Δ). Στους ασθενείς αυτούς, οι αντιστάσεις που καταγράφονται υπό ροή 0.5 l/sec, κατά την αρχική φάση της εκπνοής μπορεί να διαφέρουν σημαντικά από τις αντιστάσεις που καταγράφονται υπό την ίδια ροή, κατά την τελική φάση της εκπνοής, στις πληθυσμογραφικές διατάξεις. Κατά μία άποψη, μικρή αύξηση των αντιστάσεων που διαπιστώνεται κατά την τελική φάση της εκπνοής, παριστά την ευαισθησία της διατάξεως να αναγνωρίζει διαταραχές αερισμού, απότοκες της εκπνευστικής συγκλείσεως των αεραγωγών, επί ασθενών με αποφρακτική πνευμονοπάθεια. Κατά μία άλλη, όμως, άποψη, η εκπνευστική υστέρηση που παρατηρείται στην καμπύλη πίεσεως-ροής,αποτελεί είτε τεχνικό σφάλμα της διατάξεως ή είναι δευτεροπαθές αποτέλεσμα διαταραχών των σταθερών χρόνου, της σχέσεως πιέσεως-ροής∙ δεν αποτελεί πραγματική έκφραση αντιστάσεων και δεν πρέπει να λαμβάνεται υπ΄όψη. Στα περισσότερα Εργαστήρια κατανοείται η ανάγκη να αναγνωρίζεται μια τιμή αντιστάσεων σε κάθε περίπτωση και υπάρχει η τάση, ως τέτοια, να αναγνωρίζεται η κλίση της -οπτικά- καλύτερα προσαρμοσμένης ευθείας στην καμπύλη πιέσεως-ροής