Πληθυσμογραφική μέθοδος για τη μέτρηση του ενδοθωρκικού όγκου αέρος

  Η μέθοδος στηρίζεται στην αρχή του Boyle, κατά την οποία το γινόμενο της πιέσεως και του όγκου ενός αερίου σ΄ένα περιέκτη παραμένουν σταθερά, εφ΄όσον παραμένει σταθερή η θερμοκρασία του.

 

 

 

  P1.V1=P2.(V1+ΔV) è V1=[P2.ΔV/[P1-P2]                                               

Μετά κατάλληλη βαθμονόμηση του συστήματος, και με την παραδοχή ότι δεν προκλήθηκαν μεταβολές στη θερμοκρασία ή την υγρασία, η ΔV μπορεί να υπολογισθεί και, επομένως, να εκτιμηθεί η V1, εφ΄όσον οι P1 και P2 έχουν καταγραφεί, με ακρίβεια (à1043).

Καθώς το άτομο εισπνέει και εκπνέει, ο θωρακικός κλωβός συμπτύσσεται και εκπτύσσεται, ως αποτέλεσμα της δράσεως των αναπνευστικών μυών. Το αιφνί­δι­α ενεργοποιούμενο κλείστρο, αποφράσσει την περαιτέρω είσοδο αέρος στη θω­ρα­κική κοιλότητα, ενώ οι εισπνευστικές κινήσεις εξελίσσονται, κανονικά.

Ο εμπε­ριε­χόμενος, επομένως, εκείνη της στιγμή αέρας μέσα στο θωρακικό κλω­­­βό εκτονώνεται και οι συνθήκες όγκου και πιέσεως μεταβάλλονται. Αντί­στοι­χη μεταβολή παρατηρείται στον άερα, έξω από το θωρακικό κλωβό, μέσα στον αεροστεγή θάλαμο του πληθυσμογράφου.

Ο πρώτος αισθητήρας πιέσεως καταγράφει τη μεταβολή πιέσεως προ του στό­μα­τος, η οποία ισούται με την κυψελιδική πίεση, εφ΄όσον δεν επιτρέπεται ροή, όπως ελέγχθη, ενώ ο δεύτερος αισθητήρας καταγράφει τη μεταβολή της πίεσεως στο θάλαμο του πληθυ­σμογράφου, που έχει βαθμονομηθεί ώστε να εκφράζεται ως μεταβολή όγκου. Οι μετρήσεις μετατρέπονται σε ψηφιακά σήματα και απεικονίζονται στους άξονες καρτεσιανής διατάξεως ως διαγράμματα πιέ­σε­ως–όγκου. Η μεταβολή των παραμέτρων εμφανίζεται ως κλίση της σχέσεως ΔΡ/ΔV, όπου η ΔΡ, παριστάνει τις μεταβολές στην κυψελιδική πίεση, ενώ η ΔV, τις μεταβολές στον κυψελιδικό όγκο. Οι μεταβολές στον κυψε­λι­δι­κό όγκο αναγνωρίζονται ως αντίστροφες μεταβολές του όγκου του αέρος στον πλη­θυσμογράφο