Το pH ουδέποτε αποκαθίσταται εντελώς, μετά την ολοκλήρωση της αντισταθμιστικής προσαρμογής, την απότοκο οποιασδήποτε πρωτογενούς διαταραχής. Πάντοτε δηλαδή, η πρωτογενής μεταβολή του ενός παραγόντος υπερτερεί της ομόρροπης, αντισταθμιστικής μεταβολής του άλλου παράγοντος και δεν παρατηρείται αναπνευστική υπερδιόρθωση της μεταβολικής διαταραχής ούτε νεφρική υπερδιόρθωση της αναπνευστικής διαταραχής2. Αποτέλεσμα αυτού είναι η παραμονή μικρής αποκλείσεως της τιμής του pH, προς την πλευρά της αρχικής διαταραχής3, που έχει αξιοσημείωτη διαγνωστική αξία. Η διαπίστωση ‘πλήρους’ αντισταθμίσεως ή ακόμη και ‘υπεραντισταθμίσεως’, δηλώνει μεικτή διαταραχή και επομένως, οι όροι αυτοί δε χρησιμοποιούνται5. Η ανεύρεση, πχ., υψηλής HCO3- και υψηλής PaCO2 θέτει το ερώτημα εάν πρόκειται περί μεταβολικής αλκαλώσεως (πρωτογενής αύξηση της PaCO2 μετά αντισταθμιστικής αυξήσεως των διττανθρακικών του πλάσματος). Εφ’ όσον αποκλεισθεί η ύπαρξη μεικτής διαταραχής, η απάντηση δίδεται με αναφορά στην εξίσωση:
pH =pk+log {[HCO3̄]/(0.003 Χ ㎩CO2 )} ..........-1-
[Η+] = 23.82 Χ (㎩CO2 / [HCO3̄])
Υπερίσχυση, δηλαδή, της αύξησεως των HCO3̄ έναντι της αυξήσεως της PaCO2 (pH>7.40), δηλώνει την παρουσία μεταβολικής αλκαλώσεως∙ ενώ υπερίσχυση της αυξήσεως της PaCO2 έναντι της αυξήσεως της συγκεντρώσεως των HCO3̄ (pH<7.40), δηλώνει την παρουσία χρόνιας αναπνευστικής οξεώσεως.
iv. μέγεθος, είδος, εύρος αντισταθμίσεως
Το μέγεθος της φυσιολογικής αντισταθμίσεως, επί δεδομένου βαθμού πρωτοπαθούς ανωμαλίας μπορεί να είναι διαφορετικό, από ασθενή σε ασθενή ή από περίοδο σε περίοδο, στον ίδιο ασθενή. Εξαρτάται από τη λειτουργική ακεραιότητα του οργάνου που έχει επιφορτισθεί με την αντισταθμιστική απάντηση, την ηλεκτρολυτική κατάσταση του εξωκυττάριου χώρου και άλλους παράγοντες.