Ο εξεταζόμενος εκπνέει στο επίπεδο RV, μέσω ενός σπιρoμέτρου, που είναι εφοδιασμένο με αναλυτή Ν2, ταχυτάτης αποκρίσεως. Στη συνέχεια εισπνέει μια βαθειά εισπνοή, μέχρι το επίπεδο της TLC, με μίγμα αέρος 100% Ο2. Χωρίς ‘κράτημα’ της αναπνοής, εκπνέει αργά και σταθερά, μέσω του σπιρόμετρου. Η πολύ βραδεία εκπνοή μπορεί να προκαλέσει ταλαντώσεις στο ίχνος καταγραφής της συγκεντρώσεως Ν2 , στη φάση ΙΙΙ (βλέπε σχήμα), που θα επιφέρουν δυσχέρειες στη μέτρηση της Δ Ν2 (βλέπε παρακάτω). Οι ταλαντώσεις αποδίδονται στις αυξομειώσεις της συγκεντρώσεως Ν2 , που οφείλονται στην αιματική ώση δια των πνευμονικών τριχοειδών, κατά τη διάρκεια της καρδιακής συστολής. Οι ταλαντώσεις αίρονται με μικρή επιτάχυνση του ρυθμού εκπνοής.
Καλύτερης ποιότητας και αξιοπιστίας μετρήσεις παραλαμβάνονται εφ΄όσον ο εξεταζόμενος επιτύχει την εκπνοή μιας πλήρους VC, στο μέτρο (5%) που αποδόθηκε κατά την εκτέλεση απλής σπιρομετρήσεως. Ο ρυθμός εκπνοής πρέπει να διατηρηθεί στα όρια 0.3-0.5 l/sec.
Ο V`E καταγράφεται συναρτήσει των στιγμιαίων συγκεντρώσεων Ν2 σε κατάλληλη διάταξη καρτεσιανών αξόνων. Η διαμορφούμενη καμπύλη διακρίνεται σε τέσσερις φάσεις:
Φάση Ι. Αποτυπώνει τον αερισμό των ανώτερων αεραγωγών, που στη διάταξη αυτή εμπεριέχει καθαρό Ο2, που προέρχεται από τον αέρα της προηγούμενης εισπνοής, που δεν έλαβε μέρος στην ανταλλαγή αερίων και δεν αναμίχθηκε με το μίγμα που προϋπήρχε στους πνεύμονες, πριν από την εισπνοή καθαρού Ο2. Επομένως, το τμήμα αυτό του εκπνεόμενου αέρος περιέχει 100% Ο2 και δεν ανιχνεύεται Ν2. Αποτελεί δηλαδή τον αερισμό του ανατομικού νέκρου χώρου.
Φάση ΙΙ. Αφορά στην εκπνοή του αέρος που αντιστοιχεί στο νεκρό χώρο, που έχει όμως αρχίσει να αναμιγνύεται με αέρα από τις κυψελίδες, στον οποίο προϋπάρχει ανάμιξη Ν2. Η καταγραφή του ίχνους συγκεντρώσεων Ν2 αυξάνεται απότομα.
Φάση ΙΙΙ. Αφορά το επιπεδωμένο τμήμα της καμπύλης εκπλύσεως Ν2 και αντιστοιχεί με την εκπνοή του κυψελιδικού αέρα, του οποίου οι συγκεντρώσεις Ο2 και Ν2 μεταβάλλονται αργά και σταθερά.
Η καλύτερης προσαρμογής γραμμή που φέρεται δια της φάσεως ΙΙΙ, από το σημείο ανακάμψεως που δηλώνει την αρχή της φάσεως ΙV, μέχρι περίπου το σημείο που δηλώνει το 30% της VC, χρησιμοποιείται για να υπολογισθεί η κλίση της φάσεως ΙΙΙ. Η κλίση της φάσεως ΙΙΙ χρησιμοποιείται σα δείκτης κατανομής του εισπνεόμενου αέρα, κατά τρόπο παρόμοιο, της ΔΝ2750-1250).
Τέλος,
Φάση IV. Αναγνωρίζεται από την απότομη αύξηση της γραμμής καταγραφής των συγκεντρώσεων Ν2 που συνεχίζει μέχρι να προσεγγισθεί ο RV. Τα πρώτα 750 ml του εκπνεόμενου όγκου, που αφορούν στις φάσεις Ι και ΙΙ αντιστοιχούν στον αέρα του νεκρού χώρου και απορρίπτονται. Η διαφορά της συγκεντρώσεως του Ν2 μεταξύ 750 και 1250 ml ονομάζεται ΔΝ2 (ΔΝ2 750-1250), ο δε όγκος που εκπνέεται, μετά την έναρξη της φάσεως IV, ονομάζεται όγκος συγκλείσεως, closing volume, CV. Ο όγκος συγκλείσεως (CV) προστίθεται στον RV και το εξαγόμενο ονομάζεται χωρητικότητα συγκλείσεως, closing capacity, CC. Ο όγκος συγκλείσεως, φυσιολογικά, καταγράφεται ως ποσοστό της VC.
CV·100/VC
Η χωρητικότητα συγκλείσεως εκφέρεται ως ποσοστό της TLC.
CC·100/TLC.
Η TLC μπορεί να υπολογισθεί με τη μέθοδο εκπλύσεως Ν2 μιας αναπνοής (SBΝ2) με τη χρήση της εξισώσεως αραιώσεως προς εκτίμηση του RV και προσαρτήσεως της VC. Ο RV υπολογίζεται με τον ακόλουθο τρόπο:
RV= (VC ·FEN2)/(FAN2-FEN2)
Όπου:
FEN2, παριστά τη μέση συγκέντρωση εκπνεόμενου Ν2. Υπολογίζεται με τη βοήθεια ενός πλανίμετρου ή στα πλέον σύγχρονα όργανα, με ηλεκτρονική ολοκλήρωση της ‘κάτω από την καμπύλη επιφάνειας’.
FAN2, η συγκέντρωση του αέρος στους πνεύμονες στην αρχή της εισπνοής, που είναι περίπου 0.75-0.79.
Η μέθοδος αυτή είναι ευαίσθητη σε άτομα χωρίς σημαντικής εκτάσεως αποφρακτικό νόσημα ή σε άτομα, τα οποία δεν πάσχουν από πνευμονοπάθεια, που εκφράζεται με αύξηση του νεκρού χώρου.