ενδοθηλιακών κυττάρων. Μεταβολικά ενεργά κύτταρα της πνευμονικής κυκλοφορίας, τα ενδοθηλιακά κύτταρα, που στα διάφορα επίπεδα της εκτάσεως του αγγειακού δένδρου εμφανίζουν διαφορετικούς μορφολογικούς και λειτουργικούς χαρακτήρες. Η αφθονία τους στους πνεύμονες αποτελεί αντανάκλαση του εκτεταμένου αγγειακού δικτύου, στο οποίο αναλύεται η πνευμονική και συστηματική κυκλοφορία. Τα ενδοθηλιακά κύτταρα που συναπαρτίζουν το τοίχωμα των τριχοειδών, καταλαμβάνουν το 33% της συνολικής μάζας του πνεύμονα και, όπως και τα επιθηλιακά κύτταρα που επαλείφουν το τοίχωμα της κυψελίδας, περιέχουν πολύ μεγάλο αριθμό πινοκυτταρωτικών κυστιδίων, τα οποία περιέχουν ένζυμα απαραίτητα για το μεταβολισμό διαφόρων πεπτιδίων. Η επιφανειακή έκταση των ενδοθηλίων των πνευμονικών αρτηριών αυξάνεται λόγω της υπάρξεως πολυαρίθμων εκκολπωμάτων, διαμέτρου 600-700 Å και συνολικά καταλαμβάνουν 120 m2, ώστε να μπορεί να ασκείται ενδελεχής ποιοτικός έλεγχος στο διερχόμενο αίμα.
Τα ενδοθηλιακά κύτταρα είναι μεσοδερμικής προελεύσεως και αφορίζουν την κυψελιδοτριχοειδική μεμβράνη προς την πλευρά του αίματος. Κάθε κύτταρο έχει μήκος 15-30μm και πάχος κυμαινόμενο από 5μm στην περιοχή του πυρήνα του μέχρι 1 μm στην περιφέρεια. Το κυτόπλασμά τους φέρει πολυάριθμα κυστίδια, μιτοχόνδρια, ριβοσωμάτια και εκεταμένο ενδοπλασματικό δίκτυο. Μερικά από τα κυστίδια φέρουν διαφραγμάτια και "βλέπουν" το παρέγχυμα, μερικά είναι ανοικτά προς τον αυλό των αγγείων και αυξάνουν την επιφάνεια της αγγειακής κοίτης και μερικά είναι ανοικτά προς το κυτόπλασμα. Σε κάθε ενδοθηλιακό κύτταρο υπάρχουν περιοχές που στερούνται κυστιδίων και εξασφαλίζουν, έτσι, τη λεπτότητα της τριχοειδικής μεμβράνης, ενώ σε διπλανές περιοχές του ιδίου κυττάρου, τα ενυπάρχοντα κυστίδια προσδίδουν κάποιο πάχος στην κυψελιδοτριχοειδική μεμβράνη, καθιστώντας την τοπική διάχυση αερίων βραδύτερη. Τα κυστίδια χρησιμεύουν για τη μεταφορά ρευστών και μακρομορίων δια μέσου του κυττάρου. Το κυτόπλασμα φέρει κυστίδια, μιτοχόνδρια, ριβοσωμάτια και πλούσιο ενδοπλασματικό δίκτυο. Μερικά από τα κυστίδια φέρουν διαφραγμάτια και βλέπουν το παρέγχυμα· μερικά είναι ανοικτά προς τον αυλό των αγγείων και αυξάνουν την επιφάνεια της αγγειακής κοίτης και μερικά είναι ανοικτά προς το κυτόπλασμα. Σε κάθε ενδοθηλιακό κύτταρο υπάρχουν περιοχές που στερούνται κυστιδίων και εξασφαλίζουν, έτσι, τη λεπτότητα της τριχοειδικής μεμβράνης. Τα κυστίδια χρησιμεύουν για τη μεταφορά ρευστών και μακρομορίων δια μέσου του κυττάρου. Τα ενδοθηλιακά κύτταρα συνδέονται σταθερά μεταξύ τους. Έχουν περιγραφεί διακριτές δέσμες μυοϊνιδίων στο πνευμονικό ενδοθήλιο και η μορφολογική παράταξη των ενδοθηλιακών κυττάρων ευνοεί τη διττή λειτουργική τους αποστολή. Αφ΄ένός μεν συμμετέχουν στην κατασκευή του κυψελιδοτριχοειδικού φραγμού, δια μέσου του οποίου επιτελείται, παθητικά, η ανταλλαγή αερίων και, αφ΄ετέρου, διαδραματίζουν ενεργό ρόλο στη μεταβολική τροποποίηση διαφόρων ουσιών.