Είναι η γνωστότερη μορφή αντανακλαστικής αναπνευστικής ανακοπής. Εκλύεται πειραματικά με την εισπνοή διαφόρων ερεθιστικών αερίων ή ατμών, όπως ο καπνός των τσιγάρων, ο αιθέρας, το χλωροφόρμιο, η αμμωνία, η φαινόλη, η πυριδίνη και, κυρίως, η ξυλόλη. Το αντανακλαστικό τόξο ενεργοποιείται μέσω των νευρικών απολήξεων του τριδύμου και του οσφρητικού νεύρου και ολοκληρώνεται με την ανακοπή του αναπνευστικού κύκλου σε θέση εκπνοής, σύγκλειση της γλωττίδας, βρογχόσπασμο, αγγειόσπασμο, που αφορά τα σπλαγχνικά, μυϊκά και δερματικά αγγεία, φλεβοκομβική βραδυκαρδία (που επιτρέπει καλύτερη πλήρωση της καρδιάς και αύξηση του όγκου εξωθήσεως) και υπέρταση. Κατά τη διάρκεια της άπνοιας αναγνωρίζονται -ηλεκτρομυογραφικά- τονικοί σπασμοί των εκπνευστικών μυών, και αναστολή των εισπνευστικών μυών, πιθανόν μέσω αναστολής του συστήματος gamma, όπως τα χημοαντανακλαστικά που παράγονται μετά διέγερση των νικοτινικών χημοϋποδοχέων. Εάν η άπνοια παραταθεί προκαλούνται κοιλιακές έκτακτες συστολές, επιδείνωση της βραδυκαρδίας, λόγω διεγέρσεως των καρωτιδικών σωματίων, με επακόλουθες σοβαρές επιπλοκές ή και θάνατο. Εάν το ερέθισμα είναι ασθενές ή εάν συνυπάρχει διέγερση της αναπνοής, παρατηρείται μείωση του ρυθμού και του βάθους της αναπνοής, που δεν καταστέλλεται ολοσχερώς. Η βαγοτομή ενισχύει το μέτρο της αντανακλαστικής αναστολής που προήλθε μετά εφαρμογή χημικού ερεθίσματος στις ανώτερες αναπνευστικές οδούς.