Αναχαίτηση των σωματιδίων

Τα παρασυρόμενα με την εισπνοή σωματίδια αναχαιτίζονται κατά την τυχαία πρόσκρουσή τους επί της επιθηλιακής επιφανείας του τραχειοβρογχικού δένδρου. Η πιθανότητα να αναχαιτισθεί ένα εισπνεόμενο σωματίδιο εξαρτάται από το φυσικό του μέγεθος. Η πιθανότητα ενός σωματιδίου να καθηλωθεί δι΄αναχαιτήσεως θα ήταν μηδενική, εάν το σωματίδιο ήταν νοητό σημείο μάλλον, παρά διαμερισμένη ύλη. Συνήθως, στους πνεύμονες, καθηλώνονται δι΄ αναχαιτήσεως οι ίνες αμιάντου. Σωματίδια μεγέθους μεγαλύτερου των 3μm καθηλώνονται συγκρουόμενα στην επιθηλιακή επιφάνεια του ρινοφάρυγγος και άλλων περιοχών του ανώτερου και κατώτερου αναπνευστικού. Μεταβολές της διευθύνσεως ή του μεγέθους της ταχύτητας ροής του αερορρεύματος δεν παρακολουθούνται από τα σωματίδια, λόγω της αδράνειάς τους· αλλά συνεχίζουν, για κάποιο διάστημα την πορεία τους στην αρχική κατεύθυνση. Πχ., εάν η διεύθυνση ροής υποστεί μια μεταβολή λόγω διακλαδώσεως του αεραγωγού, μερικά σωματίδια εξακολουθούν να κινούνται για ένα διάστημα στην αρχική διεύθυνση προς την επιφάνεια του αεραγωγού. Με τον τρόπο αυτό συντελείται ένας αεροδυναμικός διαχωρισμός των σωματιδίων που γενικά χαρακτηρίζεται από την απόσταση (L) την οποία διανύει το αποσπώμενο σωματίδιο μετά την εκτροπή της διευθύνσεως της ροής. Το μήκος της διαδρομής αυτής δίνεται με τον τύπο:

 

        L=ρ.V0.Dar2/18η                                                          

όπου ρ=η πρότυπη πυκνότητα του σωματιδίου, V0=η αρχική του ταχύτητα, Dar=η αεροδυναμική διάμετρός του, και η=η γλοιότητα του εισπνεομένου αέρα. Τελικά, η πιθανότητα προσκρούσεως ενός σωματιδίου εξαρτάται από  το μέτρο της γωνίας κάμψεως του αγωγού και τον αριθμό stroke, δηλαδή το λόγο 2.L/d, όπου L, η απόσταση που διανύει το σωματίδιο μετά την απόσπασή του, όπως εκτιμάται στην εξισωση και d=η διάμετρος του αγωγού.

 

Όπως είναι γνωστό, η βαρύτητα ασκεί έλξη επί των σωματιδίων και προάγει την καθίζηση τους σε όλους τους αεραγωγούς, εκτός αυτών που διατάσσονται απολύτως κάθετα. Γενικά, η τελική ταχύτητα πτώσεως ενός σωματιδίου είναι ευθέως ανάλογη της πυκνότητάς τους και του τετραγώνου της φυσικής διαμέτρου του. Έτσι, τα μεγάλα σωματίδια καθιζάνουν ταχύτερα, παρ΄ό,τι τα μικρότερα. Η πιθανότητα καθηλώσεως στα τοιχώματα ενός επικλινούς αεραγωγού, διαμέτρου d, λόγω δράσεως της βαρύτητας, κάτω από συνθήκες γραμμικής ροής, δίνεται από συναρτήσεις των γωνιών κλίσεως, του χρόνου διαδρομής και της αεροδυναμικής διαμέτρου των σωματιδίων.

Τα παρασυρόμενα με την εισπνοή σωματίδια αναχαιτίζονται κατά την τυχαία πρόσκρουσή τους επί της επιθηλιακής επιφανείας του τραχειοβρογχικού δένδρου. Η πιθανότητα να αναχαιτισθεί ένα εισπνεόμενο σωματίδιο εξαρτάται από το φυσικό του μέγεθος. Η πιθανότητα ενός σωματιδίου να καθηλωθεί δι΄αναχαιτήσεως θα ήταν μηδενική, εάν το σωματίδιο ήταν νοητό σημείο μάλλον, παρά διαμερισμένη ύλη. Συνήθως, στους πνεύμονες, καθηλώνονται δι΄ αναχαιτήσεως οι ίνες αμιάντου. Σωματίδια μεγέθους μεγαλύτερου των 3μm καθηλώνονται συγκρουόμενα στην επιθηλιακή επιφάνεια του ρινοφάρυγγος και άλλων περιοχών του ανώτερου και κατώτερου αναπνευστικού. Μεταβολές της διευθύνσεως ή του μεγέθους της ταχύτητας ροής του αερορρεύματος δεν παρακολουθούνται από τα σωματίδια, λόγω της αδράνειάς τους· αλλά συνεχίζουν, για κάποιο διάστημα την πορεία τους στην αρχική κατεύθυνση. Πχ., εάν η διεύθυνση ροής υποστεί μια μεταβολή λόγω διακλαδώσεως του αεραγωγού, μερικά σωματίδια εξακολουθούν να κινούνται για ένα διάστημα στην αρχική διεύθυνση προς την επιφάνεια του αεραγωγού. Με τον τρόπο αυτό συντελείται ένας αεροδυναμικός διαχωρισμός των σωματιδίων που γενικά χαρακτηρίζεται από την απόσταση (L) την οποία διανύει το αποσπώμενο σωματίδιο μετά την εκτροπή της διευθύνσεως της ροής. Το μήκος της διαδρομής αυτής δίνεται με τον τύπο:

 

        L=ρ.V0.Dar2/18η                                                          

όπου ρ=η πρότυπη πυκνότητα του σωματιδίου, V0=η αρχική του ταχύτητα, Dar=η αεροδυναμική διάμετρός του, και η=η γλοιότητα του εισπνεομένου αέρα. Τελικά, η πιθανότητα προσκρούσεως ενός σωματιδίου εξαρτάται από  το μέτρο της γωνίας κάμψεως του αγωγού και τον αριθμό stroke, δηλαδή το λόγο 2.L/d, όπου L, η απόσταση που διανύει το σωματίδιο μετά την απόσπασή του, όπως εκτιμάται στην εξισωση και d=η διάμετρος του αγωγού.

 

Όπως είναι γνωστό, η βαρύτητα ασκεί έλξη επί των σωματιδίων και προάγει την καθίζηση τους σε όλους τους αεραγωγούς, εκτός αυτών που διατάσσονται απολύτως κάθετα. Γενικά, η τελική ταχύτητα πτώσεως ενός σωματιδίου είναι ευθέως ανάλογη της πυκνότητάς τους και του τετραγώνου της φυσικής διαμέτρου του. Έτσι, τα μεγάλα σωματίδια καθιζάνουν ταχύτερα, παρ΄ό,τι τα μικρότερα. Η πιθανότητα καθηλώσεως στα τοιχώματα ενός επικλινούς αεραγωγού, διαμέτρου d, λόγω δράσεως της βαρύτητας, κάτω από συνθήκες γραμμικής ροής, δίνεται από συναρτήσεις των γωνιών κλίσεως, του χρόνου διαδρομής και της αεροδυναμικής διαμέτρου των σωματιδίων.

Τα παρασυρόμενα με την εισπνοή σωματίδια αναχαιτίζονται κατά την τυχαία πρόσκρουσή τους επί της επιθηλιακής επιφανείας του τραχειοβρογχικού δένδρου. Η πιθανότητα να αναχαιτισθεί ένα εισπνεόμενο σωματίδιο εξαρτάται από το φυσικό του μέγεθος. Η πιθανότητα ενός σωματιδίου να καθηλωθεί δι΄αναχαιτήσεως θα ήταν μηδενική, εάν το σωματίδιο ήταν νοητό σημείο μάλλον, παρά διαμερισμένη ύλη. Συνήθως, στους πνεύμονες, καθηλώνονται δι΄ αναχαιτήσεως οι ίνες αμιάντου. Σωματίδια μεγέθους μεγαλύτερου των 3μm καθηλώνονται συγκρουόμενα στην επιθηλιακή επιφάνεια του ρινοφάρυγγος και άλλων περιοχών του ανώτερου και κατώτερου αναπνευστικού. Μεταβολές της διευθύνσεως ή του μεγέθους της ταχύτητας ροής του αερορρεύματος δεν παρακολουθούνται από τα σωματίδια, λόγω της αδράνειάς τους· αλλά συνεχίζουν, για κάποιο διάστημα την πορεία τους στην αρχική κατεύθυνση. Πχ., εάν η διεύθυνση ροής υποστεί μια μεταβολή λόγω διακλαδώσεως του αεραγωγού, μερικά σωματίδια εξακολουθούν να κινούνται για ένα διάστημα στην αρχική διεύθυνση προς την επιφάνεια του αεραγωγού. Με τον τρόπο αυτό συντελείται ένας αεροδυναμικός διαχωρισμός των σωματιδίων που γενικά χαρακτηρίζεται από την απόσταση (L) την οποία διανύει το αποσπώμενο σωματίδιο μετά την εκτροπή της διευθύνσεως της ροής. Το μήκος της διαδρομής αυτής δίνεται με τον τύπο:

 

        L=ρ.V0.Dar2/18η                                                          

όπου ρ=η πρότυπη πυκνότητα του σωματιδίου, V0=η αρχική του ταχύτητα, Dar=η αεροδυναμική διάμετρός του, και η=η γλοιότητα του εισπνεομένου αέρα. Τελικά, η πιθανότητα προσκρούσεως ενός σωματιδίου εξαρτάται από  το μέτρο της γωνίας κάμψεως του αγωγού και τον αριθμό stroke, δηλαδή το λόγο 2.L/d, όπου L, η απόσταση που διανύει το σωματίδιο μετά την απόσπασή του, όπως εκτιμάται στην εξισωση και d=η διάμετρος του αγωγού.

Όπως είναι γνωστό, η βαρύτητα ασκεί έλξη επί των σωματιδίων και προάγει την καθίζηση τους σε όλους τους αεραγωγούς, εκτός αυτών που διατάσσονται απολύτως κάθετα. Γενικά, η τελική ταχύτητα πτώσεως ενός σωματιδίου είναι ευθέως ανάλογη της πυκνότητάς τους και του τετραγώνου της φυσικής διαμέτρου του. Έτσι, τα μεγάλα σωματίδια καθιζάνουν ταχύτερα, παρ΄ό,τι τα μικρότερα. Η πιθανότητα καθηλώσεως στα τοιχώματα ενός επικλινούς αεραγωγού, διαμέτρου d, λόγω δράσεως της βαρύτητας, κάτω από συνθήκες γραμμικής ροής, δίνεται από συναρτήσεις των γωνιών κλίσεως, του χρόνου διαδρομής και της αεροδυναμικής διαμέτρου των σωματιδίων.