Το ζήτημα της κατανομής αερισμού μπορεί να συζητηθεί με δύο διαφορετικούς τρόπους. [α] Ο αερισμός κατανέμεται σε περιοχές του πνεύμονος όπου η ανταλλαγή αερίων είναι (δραστικός κυψελιδικός αερισμός, à109, 136, 177, 182, 183, 240, 253, 461, 573.1, 575, 626, 692, 780, 967, 968, 970, 972)) ή δεν είναι (αερισμός νεκρού χώρου) δυνατή. [β] Ενδιαφέρον εμφανίζει επιπροσθέτως, η ομοιογένεια της κατανομής του διαθέσιμου αερισμού. Η ομοιογένεια κατανομής αερισμού επηρεάζεται πρωτίστως, από εγγενείς δυναμικές συνθήκες που προκαλούν ανομοιογένεια κατανομής, όπως συμβαίνει με τις βάσεις, σε σχέση με τις κορυφές των πνευμόνων.
Στους βασικότερους καθοριστές της κατανομής του εισπνεόμενου αέρος συγκαταλέγονται ανατομικά χαρακτηριστικά που επηρεάζουν τη μαζική ροή του εισερχόμενου αέρα, δυνάμεις βαρύτητας και οι νόμοι της διαχύσεως. Σημαντικό ρόλο διαδραματίζουν, επίσης, η έκταση της συσπάσεως των αναπνευστικών μυών, και ο τόνος των λείων μυϊκών ινών των αεραγωγών και των αιμοφόρων αγγείων. Ο τόνος υπόκειται σε ρυθμιστικούς μηχανισμούς που κανονίζουν, στο μέτρο του εφικτού, ώστε η περιοχική κατανομή αερισμού να είναι ανάλογη της διαθέσιμης αιματώσεως.
Εν τούτοις, ποσότητα του εισπνεόμενου αέρα, ενώ εισέρχεται στους πνεύμονες διεισδύει μόνο μέχρι τα τελικά βρογχιόλια, χωρίς να συμμετέχει στην ανταλλαγή αερίων, ενώ, επιπλέον, ποσότητα εισπνεόμενου αέρος, δαπανάται για τον αερισμό κυψελίδων που δεν δέχονται κατάλληλη ποσότητα αίματος και, έτσι, εισφέρουν περιορισμένα ή καθόλου στην ανταλλαγή αερίων. Οι περιοχές αυτές αποτελούν τον ανατομικό και φυσιολογικό νεκρό χώρο, αντίστοιχα.