Τα σπιρόμετρα πρωτογενούς μετρήσεως ροής καταγράφουν μετρήσεις ροής. Το σήμα ροής μπορεί, ακολούθως, να υποστεί ηλεκτρονική χρονική ολοκλήρωση προς απόδοση αντίστοιχου όγκου. Τα σπιρόμετρα πρωτογενούς μετρήσεως ροής διακρίνονται σε εκείνα που βασίζουν τη λειτουργία τους στην αρχή της διαφοράς πιέσεως (πνευμοταχογράφοι διαφοράς πιέσεως), στα θερμικά ανεμόμετρα και σπιρόμετρα με αισθητήρα υπερήχων.
Η ροή μέσω ροομετρικών σπιρομέτρων πρέπει να είναι γραμμική, για την ακριβή της μέτρηση. Έτσι, οι αισθητήρες είναι κατάλληλα σχεδιασμένοι, ώστε να εξασφαλίζουν την απαιτούμενη γραμμική ροή του εισ(εκ)πνεόμενου αερορρεύματος. Τα ηλεκτρονικά σήματα που εκπέμπονται από τον αισθητήρα ενός ροομετρικού σπιρομέτρου σε συνθήκες υψηλών ή χαμηλών ροών μπορεί να μην είναι ακριβώς αναλογικά προς την πραγματική ροή. Όσο μεγαλύτερη είναι η διακύμανση των ροών, που πρέπει να μετρήσει το όργανο, τόσο πιθανότερο είναι ότι θα παραχθούν μη γραμμικά σήματα. Εν τούτοις, υπάρχουν λύσεις για το πρόβλημα αυτό, όπως η ενσωμάτωση περισσοτέρων αισθητήρων σε κάθε σπιρόμετρο, ώστε ο ένας μπορεί να ρυθμίζεται σε χαμηλές ροές και ο άλλος σε υψηλές. Η γραμμικότητα εξασφαλίζεται καθώς στενεύει το φάσμα μετρήσεως καθενός αισθητήρα. Ένας εναλλακτικός τρόπος διορθώσεως είναι η ηλεκτρονική διόρθωση της μη γραμμικότητας. Στις περιπτώσεις αυτές διενεργείται έλεγχος της ακρίβειας των προσαρμογών αυτών, κατά το στάδιο της βαθμονομήσεως του οργάνου.
Επειδή τα όργανα αυτά μετράνε εισπνεόμενο και εκπνεόμενο αέρα, πρέπει να έχουν την ικανότητα να διορθώνουν αντίστοιχες μεταβολές της θερμοκρασίας, που μπορεί να επηρεάζουν τις ογκομετρικές ενδείξεις. Οι εκπνεόμενοι όγκοι μπορεί να καταγράφονται κατά 2.5% μεγαλύτεροι των αντίστοιχων ισομεγέθων ειπσνευστικών όγκων. Συνήθως λαμβάνεται πρόνοια ώστε οι μικρές αυτές αποκλίσεις να διορθώνονται, αν και οι διαφορές αυτές είναι πολύ μικρές, ώστε μπορούν να αγνοηθούν.
Οι πνευμοταχογράφοι μετράνε τη ροή, ως εφαρμογή του φαινομένου Venturi. Το φαινόμενο αυτό παράγεται όταν ένα ρευστό ωθείται να διέλθει μέσω μικρών σωλήνων, με αποτέλεσμα πτώση της πίεσης και αύξηση της ταχύτητας. Τα σπιρόμετρα που βασίζουν τη λειτουργία τους στο φαινόμενο Venturi ονομάζονται πνευμοταχογράφοι. Υπάρχουν δύο τύποι πνευμοταχογράφων· οι τύπου Fleish (πλέον αξιόπιστοι) και οι τύπου Lilly (εικόνα 1). Στον τύπο Lilly μετριέται η διαφορά πιέσεωςαοό τις δύο όψεις μιας μεμβράνης γνωστής αντίστασης· στο τύπο fleιsh χρησιμοποιείται μια δέσμη παράλληλων σωληνίων, οπότε η διέλευση του αέρος, μετατρέπεται σε γραμμική ροή, που είναι αναγκαία για την ορθή μέτρηση της ροής. Το κύριο μειονέκτημα των μεθόδων αυτών είναι ότι είναι εξαιρετικά ευαίσθητες στις διαφορές της θερμοκρασίας, της υγρασίας και της ατμοσφαιρικής πίεσης. Αυθτό σημαίνει ότι τα όργανα αυτά χρήζουν συχνής βαθμονόμησης, τουλάχιστον μι φόρα την ημέρα και επίσης, κάθε φορά που μετακινούνται. Οι πνευμοταχογράφοι που στερούνται θερμοστάτου δεν είναι αξιόπιστοι, καθώς δεν έχουν τρόπο να ρρυθμίζονται για αυξομειώσεις της θερμοκρασίας, οι οποίες επηρεάζουν τα αποτελέσματα.