Παλίνδρομο λαρυγγικό ν.

Είναι μακρύτερο του δεξιού και ακολουθεί ελικώδη πορεία: άρχεται από το πνευμονογαστρικό ν., στο επίπεδο του αορτικού τόξου και περιβάλλει την αορτή, και τον αρτηριακό σύνδεσμο, πριν αλλάξει πορεία ανιόντως μεταξύ τραχείας και οισοφάγου βαθειά προς το θυροειδή πριν φτάσει στο λάρυγγα, κάτω από το κάτω χείλος του κάτω σφιγκτήρος του φάρυγγος. Η μακρά ενδοθωρακική του πορεία καθιστά το νεύρο δεκτικό προσβολών σε ποικιλία πνευμονικών παθολογιών, όπως τα νεοπλάσματα, το ανεύρυσμα της αορτής, όγκοι και ίνωση του μεσοθωρακίου (από φάρμακα, φυματίωση ή ακτινοβολία).

Η παράλυση ή διατομή του παλίνδρομου λαρυγγικού ν. συνεπάγεται παράλυση της σύστοιχης φωνητικής χορδής και βράγχος φωνής. Το αριστερό παλίνδρομο λαυργγικό είναι επιρρεπέστερο να υποστεί βλάβη σε επεμβάσεις θυροειδούς, λόγω της σχετικά κεντρικότερης εντοπίσεώς του. Εάν πρόκειται περι αμφοτερόπλευρης βλάβης, τότε εγκαθίσταται αφωνία, ανικανότητα ομιλίας. Βλάβες του λαρυγγικού νεύρου μπορεί να οφείλοντι σε επινέμηση από όγκο ή τραύμα (φυσικό ή ιατρογενές). Συνηθέστερη είναι η απράλυση του αριστερού παλίνδρομου λαρυγγικού ν. από νεόπλασμα στο μεσοθωράκιο, οπότε η αριστερή χορδή ακινητοποιείται στη με΄ση γραμμή της γλωττίδας.