Εκκριτικός αναστολέας της λευκοπρωτεάσης

Ανακαλύφθηκε περί το 1970, ως μικρού μοριακού βάρους πρωτεΐνη, 12 ΚDa, που δεν είναι γλυκοζυλιομένη, και είναι ισχυρός αναστολέας της ουδετεροφιλικής ελαστάσης. Παράγεται τοπικά στους πνεύμονες από τα επιθηλιακά κύτταρα και είναι παρούσα στους ορώδεις αδένες. Ευθύνονται για το 90% της αναστολής της ουδετεροφιλικής ελαστάσης, καθιστάμενη, έτσι, ο σπουδαιότερος αντιελαστολυτικός παράγων. Τα κορτικοειδή αυξάνουν της συγκέντρωσή του τις βρογχικές εκκρίσεις, in vivo,  και της παραγωγής τους  από τα επιθηλιακά κύτταρα, in vitro. Η λειτουργική τους απόδοση στους κατώτερους αεραγωγούς είναι αμφιλεγόμενη, καθώς μερικοί πιστεύουν ότι στο επίπεδο αυτό, υπάρχει μόνο η α1ΑΤ, ενώ άλλοι, ότι ανιχνεύεται, μεν και ο αναστολέας της λευκοπρωτάσης, αλλά είναι ανενεργός. Πρόσφατες μελέτες δείχνουν ότι ο αναστολέας ευρίσκεται στο επίπεδο του βοτρυδίου, ότι είναι λειτουργικά ενεργός και ότι παράγεται από τα πνευμονοκύτταρα τύπου ΙΙ. Ο αναστολέας της λευκοπρωτεάσης απελευθερώνεται από τις βασικοπλάγιες επιφάνειες των επιθηλιακών κυττάρων και συγκεντρώνεται στο διάμεσο χώρο όπου ασκεί τον προστατευτικό του ρόλο, όπως, επίσης και στους αεραγωγούς.