Βίαιη εκπνοή

Η βίαιη εκπνοή είναι απλή, αλλά άκρως χρήσιμη δοκιμασία λειτουγικού ελέγχου αναπνοής. Διενεργείται σπιρομέτρηση, ενθαρρύνοντας τον εξεταζόμενο να εισπνεύσει μέχρι το επίπεδο της TLC και, ακολούθως να εκπνεύσει όσο το δυνατόν βιαιότερα και πληρέστερα.

Το παραγόμενο σπιρογράφημα είναι ιδιαίτερα αποδοτικό στη διάκριση του φυσιολογικού, από εκείνους με αποφρακτικού ή περιοριστικού τύπου μείωση της ικανότητας αερισμού. Ο εξεταζόμενεος με φυσιολογικό αερισμό, μπορεί να εκπνεύσει στο πρώτο δευτερόλεπτο, περίπου το 80% της FVC, δηλαδή περίπου 4 L, από τα συνολικά 5L της FVC. Στη σπιρομέτρηση ασθενούς με αποφρακτικού τύπου μείωση της ικανότητας αερισμού, όπως συμβαίνει επί άσθματος, βρογχίτιδας, εμφυσήματος, βρογχεκτασιών, σύνδρομο ακινήτων κροσσών, αρχικά στάδια σαρκοειδώσεως κλπ., θα διαπιστωθεί ότι όχι μόνο μειώνεται η VC, αλλά και η ταχύτητα εκπνευστικής ροής.

Έτσι, ένας αποφρακτικός ασθενής θα εμφανίσει μείωση της ζωτικής χωρητικότητας, σε επίπεδο π.χ., 3 l, αλλά στο πρώτο δευτερόλεπτο θα εκπνεύσει βιαίως μόνο 1.5 l, παρέχοντας μια τιμή FEV1/FVC = 50%. Επί ασθενούς με περιοριστικού τύπου μείωση της ικανότητας αερισμού, όπως επί ινώσεως, τρίτου σταδίου σαρκοειδώσεως κλπ., η VC επίσης επηρεάζεται, αλλά λογω της χαμηλής ενδοτικότητας των πνευμόνων και της υψηλής πιέσεως επαναφοράς, ο δείκτης FEV1/FVC μπορεί να βρεθεί φυσιολογικός ή και πάνω από το φυσιολογικό. Π.χ., ένας ασθενής με περιοριστικό σύνδρομο μπορεί να έχει FVC = 3.0 L όπως συμβαίνει και στους αποφρακτικούς, αλλά ο FEV1 μπορεί να διατηρείται υψηλός, στο επίπεδο των 2.7L, ώστε ο δείκτης  FEV1/FVC =90%.

Οι καμπύλες βίαιης εκπνοής είναι χρήσιμες επειδή είναι άκρως αναπαραγώγιμες. Σε κάθε πνευμονικό όγκο υπάρχει μια μέγιστη ροή που δεν μπορεί να υπερσκελιστεί. Εάν ένα άτομο επιχειρήσει να υπερβεί τη μεγίστη του ροή, προκαλεί σύσπαση των κοιλιακών μυών του επιχειρώντας να αυξήσει την ήδη θετική υπεζωκοτική πίεση. Αυτό αυξάνει την οδηγούσα πίεση για τη ροή από τις κυψελίδες προς το στόμα, αλλά επίσης προκαλεί στους βρόγχους (των οποίων η ενδαυλική πίεση αποκλιμακώνεται μεταξύ της πιέσεως στις κυψελίδες και εκείνης στο στόμα, αλλά είναι μικρότερη της υπεζωκοτικής) συμπίεση (δυναμική συμπίεση), επειδή η πρόσθετη πίεση στο αναπνευστικό, εφαρμόζεται και σ΄αυτούς. Επομένως οι αεραγωγοί τείνουν να συγκλείονται και η ροή να μειώνεται, μέχρις ότου η διαφορά από τις δύο όψεις του βρογχικού τοιχώματος να μειωθεί κάπως, ώστε η κυψελιδική πίεση να μπορέσει να επαναδιανοίξει τους αεραγωγούς και να συνεχιστεί η ροή. Το σημείο συγκλείσεως των αεραγωγών ονομάζεται "σημείο ίσης πιέσεως"

βλέπε: δυναμική συμπίεση αεραγωγών