Εάν, πχ., το μισό της καρδιακής παροχής διοχετεύεται σε μη αεριζόμενες κυψελίδες, (Qs/QT = 0.5) με αναπνοή αέρος δωματίου (PΑO2 = 150 mmHg), το αρτηριακό αίμα θα αποτελείται από μίγμα 50% εκ διαφυγόντος αίματος (PaO2 = 60 mmHg και SaO2 = 75%) και 50% αρτηριακού αίματος (PaO2 = 100 mmHg και SaO2 = 100%). Θα έχει επομένως SaO2 = 87.5% (μέσο όρο του κορεσμού των δύο ποσοτήτων του αίματος) και PaO2 = 50 mmHg. Λόγω του σιγμοειδούς σχήματος της ΚΔΑ, ο κορεσμός του αρτηριακού αίματος θα είναι πλησιέστερος προς τον κορεσμό του μικτού φλεβικού αίματος, ιδίως όταν η PΑO2 είναι υψηλή, πχ., 600 mmHg, ως επί χορηγήσεως υψηλών μιγμάτων O2 (πχ., FiO2=1.0). Στην περίπτωση αυτή, πράγματι, το αίμα που αποχωρεί από τις φυσιολογικές κυψελίδες έχει πολύ υψηλή PaO2, αλλά ο κορεσμός του, που είναι ήδη 100%, δεν μπορεί να αυξηθεί, περισσότερο. Αντίθετα, η PaO2 και ο κορεσμός του διεφεύγοντος αίματος δεν βελτιώνεται, εφ’ όσον δεν επωφελείται από το υψηλότερο μίγμα O2, που χορηγείται. Η τελική PaO2, που διαμορφώνεται, ως μέσος όρος των PaO2 των δύο ποσοτήτων αίματος, μόλις θα αυξηθεί σε 60 mmHg.