Είναι γνωστό ότι οι αμινομάδες των πρωτεϊνών μπορούν αναστρέψιμα να συνδέουν Η+.
R-NH3+↔Η++Ρ-ΝΗ2
όπου R, το υπόλοιπο του μορίου της πρωτεΐνης. Το CO2 μπορεί να δεσμεύεται με ουδέτερες αμινομάδες προς σχηματισμό καρβαμινικών ενώσεων:
R-NH2+CO2↔R-NHCOOH↔R-NHCOO-+H+.
Οι ενώσεις αυτές, διασπώνται σε καρβαμινικά ανιόντα και Η+, σε φυσιολογικό pH αίματος. Η ποσότητα του CO2 που συνδέεται σε πρωτεΐνες ορού και στις e-αμινομάδες της Hb είναι μικρές και δεν διαφέρουν ουσιωδώς μεταξύ αρτηριακού και φλεβικού αίματoς. Εν τούτοις, οι e-αμινομάδες των Ν-περάτων της Hb εισφέρουν σημαντικά στη μεταγωγή του CO2. Οι σχηματικές μεταβολές που υφίσταται η Hb όταν ανάγεται, στους περιφερικούς ιστούς, αποδίδοντας το μεταφερόμενο Ο2, ευνοούν τη σύνδεση του CO2 με τις καρβαμινοενώσεις. Ως αποτέλεσμα, η σχετική συνεισφορά των καραβαμινοενώσεων στην ανταλλαγή του CO2 είναι περίπου διπλάσια της σχετικής του συγκεντρώσεως (δες πίνακα λήμματος Διοξείδιο του άνθρακος, φυσικώς διαλυμένο). Οι α-αμινοομάδες των β-αλυσίδων της Hb επηρεάζονται σε μεγαλύτερο βαθμό από σχηματικές αλλοιώσεις του μορίου και είναι υπεύθυνες για τα ¾ της εισφοράς των καρβαμικών ενώσεων στην ανταλλαγή του CO2.