μεταβολές

Η μεταβολή της θέσεως  του σώματος, από την ορθία ή καθιστή, στην ύπτια συν­επάγεται μεταβολές των όγκων και χωρητικοτήτων στους πνεύμονες, λόγω της εκτροπής του αίματος προς τη θωρακική κοιλότητα και του βάρους των σπλάγ­χνων κεφαλικώς. Η VC, συνήθως μειώνεται, ως αποτέλεσμα της αυξή­σεως της συγκεντρώσεως αίματος στο θώρακα, αν και συχνά δε διαπιστώνεται μετρητή διαφορά.

 Η εφαρμογή πιεστικών επιδέσμων, στα κάτω άκρα αναστέλλει τη μεταβολή της VC στην ύπτια θέση. Η FRC μειώνεται, παράλληλα με τον ERV καθώς η IC και η VC αυξάνονται. Σε σχέση με την ολική πνευ­μο­νική χωρητικότητα, οι πνεύ­μο­νες είναι κατά το ½ εκπτυγμένοι, στο τέλος ήρεμης εισπνοής, επί ορθίας θέ­σεως, αλλά μόνο κατά το 1/3 επί ύπτιας θέσεως. Η ανάρροπη θέση επιδεινώνει τις μεταβολές. Αντίθετα, η ορθία θέση προκαλεί προς τα κάτω μετακίνηση των κοιλιακών σπλάγχνων και επιτρέπει  στα ημιθω­ρά­κια να προσλάβουν περισσότερο ‘εισπνευστική’ θέση.

Όπως είναι γνωστό, η πνευμονική κυκλοφορία εμπεριέχει περίπου 500-600 ml αίματος.  Ο ενδοθω­ρα­κικός όγκος αίματος αυξομειώνεται ελα­φρά, στις διάφορες φάσεις του αναπνευστικού κύκλου. Κατά τη διάρκεια της εισπνοής, σημειώνεται μικρή αύξηση του θωρακικού όγκου αίματος, λόγω της διαμορ­φού­μενης αρνη­τικής διαθωρακικής πιέ­σε­ως, η οποί­α προκαλεί την είσοδο αέρος (και αίματος) στη θωρακική κοιλότητα.

Το αντίθετο συμβαίνει, κατά την εκπνευστική φάση του αναπνευστικού κύκλου. Κατά τη διάρκεια μιας δυναμικής εισπνευ­στικής (δοκιμασία Muller) ή εκπνευ­στικής (δοκιμασία Valsalva) προσπάθειας, με κλειστή τη γλωττίδα προκαλούνται περισσότερο έντονες μεταβολές του θωρακικού όγκου αίματος. Η μετά βαθειά εισπνοή βίαιη εκπνευστική προσπάθεια απέναντι σε κλειστή γλωττίδα, προκαλεί την έκθλιψη αίματος από το θώρακα, απελευ­θε­ρώ­νοντας, έτσι, χώρο για εισροή μεγαλύτερης ποσότητας αέρος, κατά την αμέσως επακόλουθη εισπνοή. Η δοκιμασία Valsalva μπορεί να προκαλέσει αύξηση της VC κατά 200-300 ml.

Οι πνευμονικοί όγκοι  και οι υποδιαιρέσεις τους ελαττώνονται με την πάροδο της ηλικίας. Με την ταυτόχρονη μείωση της πιέσεως ελαστικής επαναφοράς, το σημείο ισορροπίας του αναπνευστικού συστήματος, δηλαδή η FRC, μετακινείται σε μεγαλύτερους πνευμονικούς όγκους. Η FRC και, σε μικρότερο βαθμό, ο RV αυξάνονται. Το θωρακικό τοίχωμα γίνεται περισσότερο ανένδοτο με την πάροδο της ηλικίας και η κινητικότητά του μειώνεται. Η μεγαλύτερη FRC και η μικρότερη κινητικότητα του θωρακικού τοιχώματος συνεπάγονται ελάττωση της IC και μείωση της VC, με την ηλικία. 

επιστροφή